Για το δίκαιο του θέματος, τα θέματα είναι τεράστια και οι υπουργοί χρειάστηκαν χρόνο να ενημερωθούν, να πάρουν συμβουλές και να αποφασίσουν.
Είναι σαφές, όμως, ότι το επιτελείο έχει συνειδητοποιήσει την σημασία της ταχύτητας και τους χρονικούς περιορισμούς που θέτει αφενός μεν η υπομονή των πολιτών αφετέρου, δε, η διάλυση της αντιπολίτευσης.
Οι πρώτες 100 ημέρες που οι Αμερικανοί θεωρούν σημαντικές πέρασαν, αλλά ας θεωρήσουμε ότι στην Ελλάδα είναι οι πρώτες 360 ημέρες.
Τα εκτός Ελλάδος είναι που προβληματίζουν, όμως, ολοένα και περισσότερο.
Κορυφαίο θέμα δεν είναι η Γάζα ή η Ουκρανία, ούτε καν η κλιματική κρίση, αλλά μία επικείμενη απόφαση που μπορεί να πάρει το Ανώτατο Δικαστήριο (Supreme Court) των ΗΠΑ.
Από την απόφαση αυτή μπορεί τελικά να κριθεί η υποψηφιότητα του πρώην προέδρου Ντόναλντ Τραμπ στις επόμενες εκλογές.
Συνοπτικά το θέμα έχει ως εξής. Ο Trump βρίσκεται είτε στα πολιτειακά είτε στα ομοσπονδιακά δικαστήρια για μία σειρά υποθέσεων, άλλες αστικής φύσης και άλλες ποινικής.
Σε ορισμένες υποθέσεις – όπως αυτή στη Νέα Υόρκη που αφορά τις επιχειρήσεις του – δεν έχει το δικαίωμα να προσφύγει στα ομοσπονδιακά δικαστήρια.
Έχει δικαίωμα να εφεσιβάλει την όποια απόφαση, αλλά μέχρι εκεί.
Επιπλέον δεν μπορεί για τα συγκεκριμένα θέματα για τα οποία διώκεται – στην ουσία διώκονται οι επιχειρήσεις του – να επικαλεστεί προεδρική ασυλία.
Η εκδίκαση της συγκεκριμένης αστικής υπόθεσης πλησιάζει στο τέλος της. Ο δικαστής έκρινε τις επιχειρήσεις ένοχες και τώρα συζητείται η ποινή.
Η περίπτωση ανατροπής στο εφετείο θεωρείται μικρή και το οικονομικό πλήγμα στον ίδιο τον Τραμπ θα είναι τελικά μεγάλο.
Είναι άγνωστο, όμως, πώς αυτό θα επηρεάσει τις εκλογές —αν τις επηρεάσει.
Ακόμη κι αν εκλεγεί, πάντως, δεν έχει το δικαίωμα είτε να καθυστερήσει την απονομή δικαιοσύνης είτε να χρησιμοποιήσει το δικαίωμα παραγραφής – αυτό ισχύει μόνο σε επίπεδο ομοσπονδιακό.
Το Ανώτατο Δικαστήριο μπαίνει στην εικόνα διότι ο Τραμπ διαρκώς επικαλείται σε όλες τις δίκες του ότι χαίρει προεδρικής ασυλίας για όλες τις πράξεις που έκανε ενόσω ήταν πρόεδρος.
Η τακτική που ακολουθεί είναι να αφήσει να ξεκινήσει η δίκη, να υποβάλει διάφορα αιτήματα για να την καθυστερήσει κι όταν αυτά αποτύχουν να επικαλεστεί την ασυλία.
Σε όλες τις περιπτώσεις ο δικαστής που δικάζει έχει απορρίψει τον ισχυρισμό.
Η απάντηση του πρώην προέδρου των ΗΠΑ είναι να κάνει έφεση στην απόφαση του δικαστή. Η έφεση κρίνεται τότε στο Περιφερειακό Ομοσπονδιακό Δικαστήριο (Circuit Court of Appeals).
Κατά κανόνα την αξία της έφεση «ακούει» είτε ένας είτε τρεις από τους ομοσπονδιακούς δικαστές —ανάλογα με πόσους έχει το κάθε Περιφερειακό Δικαστήριο.
Για παράδειγμα το 1ο έχει 6 και το 9ο έχει 29.
Αν τώρα η απόφαση του ενός ή των τριών δικαστών δεν ικανοποιεί το ενάγοντα, τότε ζητά να εξεταστεί το θέμα του από το δικαστήριο στην πλήρη σύνθεση του.
Κι αν πάλι δεν είναι ικανοποιημένος με την απόφαση μπορεί να προσφύγει στο Ανώτατο Δικαστήριο το οποίο, όμως, μπορεί είτε να δεχτεί να την «ακούσει» είτε να αρνηθεί – οπότε ισχύει η απόφαση του Εφετείου.
Στην συγκεκριμένη περίπτωση το υπουργείο δικαιοσύνης των ΗΠΑ διόρισε ως ειδικό κατήγορο έναν πεπειραμένο και με διεθνή εμπειρία δικαστή τον Jack Smith – με εκτεταμένη προϋπηρεσία στις ΗΠΑ και στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης.
Η εμπλοκή του Ανώτατου Δικαστηρίου προκλήθηκε επειδή η δικαστής Chutkan που δικάζει την εμπλοκή του Τραμπ στα γεγονότα της 6ης Ιανουαρίου 2020, έβγαλε απόφαση πως δεν ισχύει η ασυλία που επικαλείται ο Τραμπ– οπότε ο μεν Τραμπ προσέφυγε στο Εφετείο, η δε Chutkan ήταν υποχρεωμένη να σταματήσει τη δίκη μέχρι να αποφανθεί το εφετείο.
Η στρατηγική του είναι λοιπόνγνωστή: καθυστέρηση στην καθυστέρηση μέχρι να φτάσουν οι εκλογές, οπότε αν κερδίσει όπως πιστεύει θα συγχωρέσει τον εαυτό του – το θέμα είναι ομοσπονδιακό και έχει αυτό το δικαίωμα, σε αντίθεση με το θέμα στην πολιτεία της Νέας Υόρκης.
Περνώντας στην αντεπίθεση ο Jack Smith επιχειρεί να βραχυκυκλώσει την στρατηγική Τραμπ προσφεύγοντας ο ίδιος, άμεσα στο Ανώτατο Δικαστήριο και ζητώντας του να αποφανθεί μια για πάντα αν ο Τραμπ χαίρει ή όχι πλατείας ασυλίας για εγκλήματα που φέρεται να έχει κάνει στη διάρκεια της θητείας του;
Πρόκειται για μία προσπάθεια που παρακάμπτει τα εφετεία και δεν θεωρείται συνηθισμένη.
Ορθά ο Smith την χαρακτηρίζει ως «εξαιρετικής σημασίας».
Ορθά το Ανώτατο Δικαστήριο δέχτηκε την προσφυγή του Smith και ζήτησε από τους δικηγόρους του Ντόναλντ Τραμπ να καταθέσουν τις απόψεις τους – και μάλιστα σε εξαιρετικά σύντομο χρονικό διάστημα.
Αυτό δεν σημαίνει ότι το Ανώτατο Δικαστήριο θα εκδικάσει τελικά την υπόθεση.
Απλά εξετάζει το θέμα προκειμένου να αποφασίσει.
Αν είχε ήδη απορρίψει την προσφυγή του Smith θα ήταν νίκη του Τραμπ —διότι θα του επέτρεπε να συνεχίσει τη στρατηγική της κωλυσιεργίας.
Η απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου, έτσι, έχει τεράστια σημασία και πολλαπλές συνέπειες.
Αν τελικά δεν δεχτεί να παρέμβει, όπως αναφέρουμε, θα είναι νίκη του Τραπμ.
Αν την εκδικάσει και δεχτεί ότι υπάρχει ασυλία τότε ουσιαστικά οι δικαστικές περιπέτειές του τουλάχιστον σε ομοσπονδιακό επίπεδο θα έχουν τελειώσει.
Αν την εκδικάσει και απορρίψει τον ισχυρισμό, τότε εκείνος θα έχει υποστεί μία μεγάλη ήττα και οι δίκες εναντίον του θα τρέξουν πολύ πιο γρήγορα.
Βέβαια μπορεί να καταδικαστεί ή να αθωωθεί ενώ, εξάλλου, υπάρχει πάντα η δυνατότητα να προσφύγει στο εφετείο κατά της όποιας ποινής πλέον.
Η ήττα, όμως, θα έχει πέρα από το πρακτικό, μεγάλο ψυχολογικό αποτύπωμα, καθώς με τη σφραγίδα του Ανώτατου Δικαστηρίου ο Ντόναλντ Τραμπ θα αντιμετωπίζεται στο δικαστήρια, όπως κάθε άλλος πολίτης. Και οι αποδείξεις εναντίον του είναι πολλές και ισχυρές.
Τι θα συμβεί, όμως, αν αθωωθεί, κερδίσει τις προκριματικές εκλογές (σχεδόν σίγουρο), και κερδίσει την προεδρία είτε με την πλειοψηφία των πολιτών και του Κολεγίου των Εκλεκτόρων, είτε με την μειοψηφία των πολιτών αλλά την πλειοψηφία των Εκλεκτόρων (όπως το 2016);
Συνοπτικά, θα φερθεί με άκρα εκδικητικότητα σε όλους όσους θεωρεί εχθρούς του, θα διχάσει ακόμη πιο βαθιά την Αμερική, θα δημιουργήσει δύο στρατόπεδα σε επίπεδο πολιτειών αναβιώνοντας έτσι τα πάθη του Εμφυλίου και θα οριστικοποίησει τη διάσπαση της κοινωνικής συνοχής καθώς στηρίζει την λεγόμενη cancel culture, την εξαιρετικά συντηρητική παιδεία (π.χ. την απαγόρευση της Θεωρίας του Δαρβίνου), τη δημόσια ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, ενώ αντίθετα υποστηρίζει πρόσθετες φοροαπαλλαγές για τους πλούσιους.
Θα καταστρέψει, λοιπόν ότι έχει απομείνει από το κοινωνικό κράτος, θα κλείσει τα σύνορα στους μετανάστες και θα εκδιώξει όσους ζουν παράνομα ή με διοικητικά προσωρινά μέτρα (οι λεγόμενοι dreamers) στις ΗΠΑ.
Μετά το πέρας της τετραετίας του η Αμερική θα είναι αγνώριστη.
Σε διεθνές επίπεδο θα αποδειχθεί ο καταστροφέας της φιλελεύθερης δημοκρατίας.
Είναι φίλα διακείμενος προς τον Πούτιν, τον Όρμπαν και τον Ερντογάν.
Δεν θέλει το ΝΑΤΟ, αδιαφορεί έως και εχθρεύεται την Ε.Ε. και δεν πιστεύει στην κλιματική κρίση.
Παράλληλα, όμως, είναι κατά της παγκοσμιοποίησης, υπέρ των εξοπλισμών – ως μέρος της μάχης κατά της Κίνας και διαφωνεί με την στήριξη της Ουκρανίας— είναι βέβαιο πως θα σταματήσει την ροή της εξοπλιστικής βοήθειας. Για την Γάζα η θέση του είναι μάλλον ασαφής.
Σε μία απόλυτα κρίσιμη για την δημοκρατία χρονική συγκυρία η εκλογή ή μη εκλογή του θα είναι καθοριστική για το μέλλον της.
Κι αυτό διότι, δυστυχώς, η Ευρώπη στερείται ηγετών με όραμα και δεν θα μπορεί καν να αποτελέσει αντίβαρο στην «απώλεια» των ΗΠΑ από το καθεστώς της δημοκρατίας.
Διαβάστε επίσης
Πρώτα σημάδια της κατάρας της δεύτερης τετραετίας
ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ
- Αμαζόνιος: Συμβολική επίσκεψη Μπάιντεν – Έντεκα δισ. δολάρια για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγή
- Χοληστερίνη: Όσα πρέπει να ξέρετε για να μειώσετε τους κινδύνους
- Τουρκία: Αρνήθηκε τη χρήση του εναέριου χώρου της στο αεροσκάφος του προέδρου του Ισραήλ
- Αθήνα: Άνοιξαν οι σταθμοί «Πανεπιστήμιο», «Σύνταγμα», «Ευαγγελισμός» και «Μέγαρο Μουσικής»