Πολύ ορθά η κυβέρνηση θέλει να επωμιστούν οι τράπεζες το κόστος στήριξης των ευάλωτων νοικοκυριών.
Δυστυχώς, από τότε που μπήκαν στην μέση οι εταιρείες διαχείρισης δανείων – τα επιλεγόμενα funds—το ελληνικό τραπεζικό σύστημα κινδυνεύει να χάσει ότι λίγο του είχε απομείνει από κοινωνική ευαισθησία.
Η τραπεζική πρόταση να είναι στοχευμένη η όποια στήριξη είναι σωστή, καθώς υπάρχει μεγάλος αριθμός δανειοληπτών που δεν επηρεάζονται από την αύξηση των επιτοκίων – με την έννοια ότι έχει το εισόδημα για να την απορροφήσει χωρίς κραδασμούς. Κατά πόσο οι ευάλωτοι πρέπει να περιοριστούν σε όσους καλύφθηκαν με το πρόγραμμα «Γέφυρα ΙΙ» είναι πάντως συζητήσιμο, διότι υπήρξαν ευάλωτοι που για τεχνικούς λόγους καθώς και λόγω έλλειψης γνώσης και πληροφόρησης δεν κατάφεραν να ενταχθούν.
Το πρόβλημα είναι ότι το τραπεζικό σύστημα, λειτουργώντας συντονισμένα, προτείνει την επιμήκυνση του δανείου – οπότε, θεωρητικά τουλάχιστον, η δόση δεν θα αυξηθεί. Αν δεν προκριθεί αυτή η λύση, επειδή με την επιμήκυνση απλά μεταφέρεται το βάρος στο βάθος χρόνου, την διαφορά που προκύπτει από την άνοδο του επιτοκίου να την καλύψει το κράτος.
Αυτή η καθαρά ωφελιμιστική για την τράπεζα προσέγγιση, μπορεί να θεωρείται ότι στέκει από την πλευρά της νέο-φιλελεύθερης οικονομικής φιλοσοφίας αλλά πάσχει από την πλευρά της εταιρικής κοινωνικής ευθύνης.
Η κρατική επιδότηση, βέβαια, δεν είναι τίποτα λιγότερο από την μεταφορά ενός ιδιωτικού κόστους στην κοινωνία. Μπορεί, λοιπόν, να προβληθεί ο ισχυρισμός ότι οι τράπεζες έχουν ευθύνη απέναντι στους μετόχους τους και νομικά έχουν δίκαιο να μην θέλουν να επωμιστούν το βάρος μίας κοινωνικής πολιτικής.
Το ερώτημα είναι, όμως, αν η προσέγγιση στο πρόβλημα γίνεται μόνο με οικονομικά κριτήρια ή αν, σήμερα πλέον, οφείλει να ενέχει και κοινωνικά; Οπότε τίθεται ένα δεύτερο ερώτημα: οι τράπεζες έχουν ευθύνη μόνο απέναντι στους μετόχους τους (shareholders) ή – όπως πολλές διατυμπανίζουν ακολουθώντας την μόδα—φέρουν ευθύνη προς το σύνολο που εξαρτάται από και συναλλάσσεται με αυτές—δηλαδή τους λεγόμενους stakeholders; Η σύγχρονη αντίληψη για την κοινωνική ευαισθησία του επιχειρείν προκρίνει την δεύτερη επιλογή.
Δεν μπορεί να παραβλεφθεί, εξάλλου, η ιστορική ευθύνη του τραπεζικού συστήματος για την ευάλωτη κατάσταση στην οποία βρίσκεται σήμερα. Τα γεγονότα της δεκαετίας 2001 – 2010 είναι γνωστά: οι Έλληνες έζησαν πλουσιοπάροχα με πακτωλό ευρωπαϊκών και κρατικών επιδοτήσεων και μία θάλασσα δανείων, που οι τράπεζες χορηγούσαν αφειδώς είτε απευθείας είτε μέσω πιστωτικών καρτών που με πληθωρισμό 3,4% – 4%, χρέωναν 16% – 18% στο χρεωστικό υπόλοιπο με κεφαλαιοποίηση και των τόκων.
Το τραπεζικό σύστημα υποστηρίζει ότι αν σηκώσει μόνο του το βάρος της στήριξης θα υποχρεωθεί να αντλήσει κεφάλαια από τις αγορές. Ναι, ο δανεισμός του θα είναι πιο ακριβός αλλά αυτή είναι η έννοια της εταιρικής κοινωνικής ευθύνης. Αν αυτή εξαρτάται μόνο από την κερδοφορία, τότε γίνεται ένα κουστούμι φτιαγμένο κάθε φορά για την περίσταση. Sur measure θα λέγανε οι Γάλλοι.
Τούτες τις ημέρες, εξάλλου, οι τράπεζες έχουν σε βάρος τους την κακή διαχείριση του εξωδικαστικού κανονισμού. Συγκεκριμένο παράδειγμα, (με τα ονόματα στην διάθεση της στήλης): δάνειο 22.000 ευρώ γίνεται 48.000 με καταβολές 18.000. Έτσι λειτουργούν τα πανωτόκια όπως έλεγε ο αείμνηστος Γιώργος Δράκος της Ιζόλα. Σε εξωδικαστική διευθέτηση προτείνεται το κούρεμα το δανείου κατά 60%, οπότε μένουν 17.200 για αποπληρωθούν σε 180 μήνες με σταθερή μηνιαία δόση 175 ευρώ. Η πρόταση γίνεται αποδεκτή. Τελικά, με παρέμβαση του μεσολαβητή των δανείων στον οποίο η τράπεζα έχει δώσει την διαχείριση, η πρόταση μετατρέπεται σε κυμαινόμενη μηνιαία δόση με επιτόκιο 6% πάντα για 180 μήνες, που φέρνει το νέο δάνειο προς αποπληρωμή από τις 17.000 στις 31.000.
Το τραπεζικό σύστημα δεν μπορεί να τα έχει όλα δικά του. Η ευθύνη βαρύνει και αυτόν που δεν εκπληρώνει τις υποχρεώσεις του και αυτόν που έδωσε το δάνειο προκειμένου να πάρει την άμεση προμήθεια αδιαφορώντας για τις συνέπειες. Τώρα, πολλά νοικοκυριά καλούνται να επωμιστούν ένα βάρος που απλά δεν μπορούν να το σηκώσουν – χωρίς να φέρουν καμία ευθύνη γι’ αυτό. Η μεταφορά στον κρατικό κορβανά και από εκεί στην μάζα των φορολογούμενων είναι αποποίηση ευθύνης για τις τράπεζες.
Μία λύση είναι να επανεξεταστεί άμεσα και να αλλάξει ριζικά ο εξωδικαστικός μηχανισμός. Σ’ αυτόν να προσφύγουν όσοι δεν τα καταφέρνουν σήμερα πια, αλλά με άλλους όρους που να απαγορεύουν «διευθετήσεις» αυτής της μορφής, που ουσιαστικά γελοιοποιούν τον θεσμό.
Ταυτόχρονα, το πρόσθετος κόστος στον δανειολήπτη από την άνοδο του επιτοκίου θα μπορούσε να επιμεριστεί σε ποσοστό 50% – 50% στο κράτος και στις τράπεζες. Το μόνο που δεν είναι αποδεκτό σ’ αυτήν την ώρα των πολλαπλών κρίσεων είναι να πληρώνει μόνο ένας.
Διαβάστε επίσης
ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ
- Εθνική Τράπεζα: Ολοκλήρωσε τη διασύνδεση με καλώδιο μεταφοράς δεδομένων Ελλάδας-Σαουδικής Αραβίας
- Πού ξοδεύουν τα δισεκατομμύρια τους τα Χριστούγεννα οι πλουσιότεροι του κόσμου
- H Intralot, οι λαμπρές υπεραξίες (76%) του στρατηγικού επενδυτή Σου Κιμ και ο ρόλος του την επόμενη μέρα
- Οι 10 Ευρωπαίοι δισεκατομμυριούχοι κληρονόμοι κάτω των 35 ετών