Αντώνης Κεφαλάς-Αρθρογράφος
Προσπαθώ να καταλάβω ποια είναι, στα μάτια του απλού κόσμου, η διαφορά ανάμεσα στις φράσεις «αναλαμβάνω ρίσκο» και «δέχομαι το ρίσκο»;
Ψιλά γράμματα θα μου πείτε αλλά σκέφτηκα ότι για να το λέει κοτζάμ αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης που έχει διατελέσει και πρωθυπουργός, κάτι θα ξέρει.
Ρώτησα, λοιπόν, γνωστούς μου, ανθρώπους του μόχθου, μεροκαματιάρηδες. Όλοι με κοίταξαν με απορία. Μικρό το δείγμα για τα επιστημονικά δεδομένα (σε μόλις 10 γνωστούς έθεσα το ερώτημα) αλλά προσωπικά το θεωρώ καθοριστικό. Οι μισοί μάλιστα απέκτησαν ένα κάπως απλανές βλέμμα όταν τους μίλησα. Δύο μου απάντησαν σε…γαλλικά.
Σ’ όλη η κοινωνία (εξαιρείται το 3% του ΣΥΡΙΖΑ) πλανάται η απορία: «ποιο ρίσκο ακριβώς δέχεται ο Αλέξης Τσίπρας;»
Απάντηση δεν υπάρχει. Γιατί ο ίδιος δεν δέχεται στην ουσία κανένα ρίσκο: ούτε το πραγματικό της πανδημίας ούτε το πολιτικό.
Η προσπάθεια ανασκευής με την διόρθωση «είπα ότι υπάρχει ρίσκο», συσκοτίζει την υπόθεση ακόμη περισσότερο. Εφόσον υπάρχει ρίσκο υγείας, τότε πως δέχεσαι την συγκέντρωση διαμαρτυρία; Δηλαδή, με απλά λόγια μπρος στο πολιτικό όφελος (που δεν είναι καν σίγουρο ότι υπάρχει) ας χαθούν ζωές. Αυτό θέλησε να πει; Κι αυτό υποστηρίζει; Με σθένος;
Φαντάζομαι ότι η θέση αυτή αντανακλά την πίστη του προσωποπαγούς κόμματος της αριστεράς στην επαναστατική γυμναστική.
Λόγια στον αέρα. Να μην φέρνει στην Βουλή η κυβέρνηση νομοθετήματα που επιφέρουν αντίδραση. Και μνημονεύονται σχετικά ως αντιδρούντες οι φοιτητές, οι δάσκαλοι, οι καθηγητές. Η κοινωνία ρωτήθηκε; Ή, μήπως, μετά από τόσα χρόνια, ξύπνησε επιτέλους και συνειδητοποίησε ότι τα πανεπιστήμια του Γιαβρόγλου προσφέρουν πτυχία για την είσοδο στην ανεργία και επομένως μπορεί να συμφωνεί με την Κεραμέως;
Ορθά ο Χρυσοχοϊδης έθεσε το ερώτημα: «επιτέλους ποιος θα κυβερνά;» Η Βουλή με όσα νομοθετήματα θέλει ο ΣΥΡΙΖΑ είναι η απάντηση των Τσίπρα και Σκουρλέτη.
Κατανοητή η στέρηση. Η εξουσία είναι όπως τα ναρκωτικά. Μιας και την γευτείς την θέλεις απελπισμένα. Όλα τα στελέχη της περιόδου 2015-2019 υποφέρουν από το σύνδρομο. Η αποτοξίνωση τους πέφτει κάπως βαριά.
Τόσο βαριά ώστε να κατηγορούν την κυβέρνηση ότι έχασε την μπάλα με την πανδημία, την στιγμή που τα όποια λάθη είναι παγκόσμια και αναπόφευκτα και πάλι η χώρα μας τα έχει καταφέρει καλύτερα από την μεγάλη πλειοψηφία των άλλων κρατών.
Η κατηγορία μάλλον αντανακλά τον πανικό του ΣΥΡΙΖΑ, του αρχηγού, των στελεχών, καθώς βλέπουν την αποκαθήλωση τους από το ψεύτικο βάθρο του 2015. Μαύρη αντιπολίτευση κάνουν και κανένας δεν τους ακούει.
Μήπως, όμως, αυτό ακριβώς είναι το πρόβλημα; Η μαύρη αντιπολίτευση; Το όχι σε όλα; Μήπως η κοινωνία έχει βαρεθεί επιτέλους τις κούφιες υποσχέσεις και περιμένει να ακούσει εποικοδομητική κριτική;
Βέβαια, κατά τον αντίλογο, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει προτείνει θετικά μέτρα. Π.χ. «λεφτά πολλά σε όλους, εδώ και τώρα».
Μήπως, όμως, η κοινωνία έχει βαρεθεί τις υπερβολές; Μήπως συνειδητοποιεί ότι αυτές οι φραστικές εξάρσεις, πάντα αποκομμένες από την πραγματικότητα, μας οδήγησαν στην δεκαετή κρίση; Στην ανέχεια; Στην περιφρόνηση των τρίτων;
Μήπως η κοινωνία αντιμετωπίζει τη νέα κρίση της πανδημίας με ρεαλισμό και συντηρητισμό; Αναρωτήθηκαν στον ΣΥΡΙΖΑ γιατί αυξάνονται οι καταθέσεις; Και γιατί δαπανώνται λεφτά σε διαρκή αγαθά και ανακαινίσεις σπιτιών;
Μήπως ο κόσμος κρατά λεφτά για το δύσκολο αύριο που γνωρίζει πια ότι έρχεται; Μήπως υπάρχει σοβαρή μερίδα της κοινωνίας που φοβάται τις τράπεζες και ξοδεύει σε μικροεπενδύσεις; Μήπως υπάρχουν ομάδες που βλέπουν τα χαμηλά επιτόκια και αναρωτιούνται τι νόημα έχει να κρατούν λεφτά;
Ο ΣΥΡΙΖΑ βολεύει την κυβέρνηση. Και, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, την μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία Μακάρι να συνεχίσει στην σημερινή του ρότα. Είναι η ρότα που καθορίζει το 3%. Επιστροφή στις ρίζες. Και μακάρι να αποτελεί αυτή η «επιστροφή» έναυσμα για ευρύτερες πολιτικές εξελίξεις.
Και επειδή η φύση απεχθάνεται το κενό, μήπως η «επιστροφή στις ρίζες» σηματοδοτήσει ευρύτερες πολιτικές εξελίξεις;
Η χώρα χρειάζεται δύο μεγάλα κόμματα. Φτάνει να είναι σοβαρά
Πάντως, για τον ΣΥΡΙΖΑ της πανδημίας η σοβαρότητα εξέλειπε.