Σωστά θα έλεγα παίρνει σειρά ως μία διεύρυνση του εκπαιδευτικού πεδίου.
Σε λάθος χρονική στιγμή όμως και ίσως για τους λάθος λόγους. Οι μεταρρυθμίσεις αναδεικνύονται όμως, όταν προωθούνται πολιτικές που προάγουν υπάρχουσες καταστάσεις και αναδεικνύουν νέες διεξόδους προόδου προς το συμφέρον όλων.
Μέρι σήμερα δυστυχώς, οι υφιστάμενες πολιτικές για την παιδεία κάθε άλλο παρά πετυχημένες μπορούν να χαρακτηρισθούν.
Βέβαια στα πλαίσια κάθε εναρμόνισης με τις Ευρωπαϊκές εξελίξεις για κάποιο λόγο – χωρίς πολύ σκέψη – χαρακτηρίζεται ως μεταρρύθμιση.
Αναμφισβήτητα, στο όνομα της Ευρωπαϊκής Εναρμόνισης προάγονται θετικές πολιτικές. Αναδεικνύονται όμως, και σπασμωδικές προσεγγίσεις είτε χάριν των επιδοτήσεων, είτε χάριν ενός ευρύτερου πλαισίου προσαρμογών που όμως, πολλές φορές προωθούνται απλά για να προωθούνται.
Χωρίς πραγματική συζήτηση και διαβούλευση. Χωρίς εμβάθυνση για τις αρνητικές τυχόν επιπτώσεις τους. Κυρίως χωρίς ενσυναίσθηση ανάδειξης ενός θετικού στίγματος για όλους. Η γενικότητες αυτές μας οδήγησαν σήμερα στην “συζήτηση” για την ίδρυση του κάπως συγκεχυμένου όρου “μη κρατικά” ή “μη κερδοσκοπικά” πανεπιστήμια.
Κάτω από άλλες συνθήκες, με πλήρως αποκατεστημένη την υποχρέωση των Κυβερνήσεων να παρέχουν πλαίσιο ισότιμης για όλους, δωρεάν επί τους ουσίας παιδείας, η συζήτηση θα είχε νόημα. Θα αποτελούσε το επόμενο βήμα προόδου και «συναγωνισμού» μεταξύ διαφορετικών πεδίων παροχής παιδείας. Δυστυχώς σε κάθε έκφανση της συνταγματικής αυτής υποχρέωσης, οι κυβερνήσεις διαχρονικά υστερούν. Σήμερα, υστερεί ακόμα περισσότερο για ένα επιπρόσθετο λόγο: Η “προοδευτική” σπουδή για την ανάδειξη ίδρυσης μη κρατικών πανεπιστημίων γίνεται μέσω μίας φαύλης συζήτησης από πολλές πλευρές. Απομακρυσμένη από την πραγματική ανάγκη να δομηθεί μία “νέα παιδεία”.
Η αντιδράσεις πολλές και εύλογες. Όμως, για κάποιο περίεργο λόγο η πολιτική αντιπαράθεση ξεκίνησε με καταλήψεις και το τι καθιστά μία κατάληψη νόμιμη ή μη νόμιμη. Ως αυτό να είναι το ζητούμενο. Ή μήπως αυτό είναι για να μην συζητήσουμε επί της ουσίας. Μίας ουσίας που μάλλον για να αναδειχθεί απαιτείται και εδώ «φροντιστηριακή» προσέγγιση.
Υστερεί η Κυβέρνηση για έναν ακόμα λόγο: Αδυνατεί να αντιληφθεί ως κύρια υποχρέωσή της την εξάλειψη των ανισοτήτων. Ειδικά για τον χώρο της παιδείας και την πλειοψηφία των παιδιών που επιθυμούν να σπουδάσουν στην Ελλάδα. Κυρίως όμως, για το γεγονός ότι αδυνατεί να αντιληφθεί ότι όσο δεν αναγνωρίζεται η στρεβλότητα στο σχολείο – κυρίως στο Λύκειο- λύση δεν θα υπάρξει. Όσο κανείς εν μέσω των συζητήσεων των τελευταίων ημερών – άσχετα με την πολιτική του τοποθέτηση – δεν αναφέρεται στην μάστιγα των φροντιστηρίων, η όλη συζήτηση είναι απολύτων προβληματική.
Η ανισότητα λοιπόν ξεκινάει από την σιωπηρή αποδοχή της “εκπαιδευτικής φαυλότητας των φροντιστηρίων”. Η μάστιγα αυτή που αποτελεί εφεύρημα ενός συστήματος παραπαιδείας. Ενός συστήματος που λόγων ανάγκης επιβίωσης δίνει άλλοθι στους καθηγητές των σχολείων να μην διεκδικούν δυναμικά την λύση στις χρόνιες παθογένειες. Δεν είναι λίγοι άλλωστε, αυτοί που μέσα από τα φροντιστήρια και την μηχανική εκμάθηση “σερβιρισμένης” παραπαιδείας αναζητούν έναν δεύτερο μισθό για να τα βγάλουν πέρα.
Οι κυβερνήσεις έχοντας υποθάλψει χρόνια τώρα την στρεβλότητα αυτή, που επί της ουσίας προάγει την ανισότητα από το Λύκειο, παραβλέπουν σκόπιμα την ύπαρξη αυτού του συστήματος προάγοντας κατά καιρούς νομοθετήματα που δρουν ως ένα παράλληλο σύμπαν του υφιστάμενου πεδίου παιδείας.
Ακόμα και σήμερα που η ίδρυση “μη κρατικών πανεπιστημίων” λαμβάνει πρωτεύοντα ρόλο στην αποκαλούμενη εκπαιδευτική μεταρρύθμιση ΔΕΝ έχω ακούσει κανένα να εντάσσει στα πλαίσια της “μεταρρύθμισης” την κατάργηση των φροντιστηρίων.
Ίσως ο κύριος Πιερρακάκης αντί να συζητάει το νομοσχέδιο για το “ανοικτό” σχολείο, καλό θα ήταν να προάγει πολιτικές που να οδηγήσουν στο κλείσιμο των φροντιστηρίων. Εκτός αν θα προτιμούσε και αυτά να γίνονται με “τηλεκπαίδευση” όπως η πρόταση για την εξεταστική.
Για να μιλάμε όμως για μεταρρύθμιση, ίσως θα έπρεπε η πρόταση του υπουργείου να προάγει ριζική αλλαγή του εκπαιδευτικού και παιδαγωγικού τρόπου σκέψης. Εκείνου που σήμερα υφίσταται και που δυστυχώς κατέδειξε τα απογοητευτικά αποτελέσματα των Ελλήνων 15χρονων στον διαγωνισμό Pisa.
Ένα σοκ που ανέδειξε μειωμένες δεξιότητες. Μία αποτυχία που οφείλεται στην μηχανιστική “αποστήθιση” (παπαγαλία κοινώς) που επιβάλλει των σύστημα των Πανελλαδικών και των φροντιστηρίων. Ένα σύστημα που οδηγεί παιδιά και οικογένειες – εκείνες που έχουν την οικονομική δυνατότητα – στην “μέγγενη” των φροντιστηρίων. Το σημείο εκκίνησης της ανισότητας.
Στην πορεία μία τέτοια κουλτούρα μας οδηγεί στο να μην αντιλαμβανόμαστε πως τα πανεπιστήμια δεν είναι μόνον χώρος μόρφωσης. Είναι το σημείο εκείνο όπου ο εκκολαπτόμενος νέος επιστήμονας πρέπει να λαμβάνει την αίσθηση της “εκπαιδευτικής αύρας”, οι βάσεις της οποίας στις περισσότερες χώρες αναδεικνύεται από το σχολείο.
Σε όλη αυτή την συζήτηση βέβαια, εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι η μερίδα της νεολαίας που προχωράει σε καταλήψεις – αρνούμενη να αποδεχθεί την ίδρυση μη κρατικών πανεπιστημίων – δεν έχει αναδείξει σε καμία στιγμή το γεγονός της στρεβλής ανισότητας στην παιδεία που προκύπτει σε πρώτο βαθμό από την ύπαρξη των φροντιστηρίων που βέβαια είναι …ιδιωτικά και κερδοφόρα.
Όσο για εκείνους που διαφωνούν με στις καταλήψεις και είναι υπέρ των μη κρατικών πανεπιστημίων, η σιωπή τους απλά ενδυναμώνει τις διαχρονικές στρεβλότητες του συστήματος παιδείας και παραπαιδείας. Ίσως γιατί έχουν αποδεχθεί την μοίρα τους πως τίποτα δεν θα αλλάξει και στωικά μπαίνουν από μικροί στην βιομηχανία της στρεβλότητας.
O ανταγωνισμός της επιβίωσης δεν ξεκινάει από το Πανεπιστήμιο αλλά από το …φροντιστήριο. Σε ποιο άλλο μέρος του κόσμου υφίσταται αυτής της μορφής η παραπαιδεία;
Δυστυχώς οι φοιτητές στερούνται αντίδρασης ουσίας. Κατάληψη με εμφαντικό αίτημα την κατάργηση των φροντιστηρίων και την δυνατότητα ύπαρξης βάσης ίσων ευκαιριών για την εισαγωγή στην ανώτατη εκπαίδευση δεν φαίνεται να υπάρχει. Καμία δε φοιτητική παράταξη δεν βαδίζει αυτό το μονοπάτι της εξυγίανσης..
Έχοντας την ευκαιρία να βιώσω την εκπαιδευτική αύρα σημαντικών πανεπιστημίων των ΗΠΑ (Cornell, Columbia), τάσσομαι υπέρ της συνύπαρξης των μη κερδοσκοπικών πανεπιστημίων.
Έχω σπουδάσει σε αυτά. Ως διδακτορικός φοιτητής δε στο Πανεπιστήμιο Πατρών βιώνω σε κάποιο βαθμό την Ελληνική πραγματικότητα. Μία πραγματικότητα που η πολιτική έκφανση της οποίας φαίνεται πως ευελπιστεί τα προβλήματά της να λύνονται μέσα από μία οθόνη “τηλεκπαίδευσης” ελλείψει ίσως διάθεσης σύγκρουσης και ανάδειξης μίας πραγματικά επιθετικής μεταρρυθμιστικής πολιτικής.
Διαφωνώ όμως κάθετα με τον τρόπο που η θεωρητική μεταρρύθμιση προωθείται, αλλά και τον χρόνο στον οποίο αυτή προωθείται. Έχοντας ακούσει τα επιχειρήματα εκείνων που υποστηρίζουν την προωθούμενη αλλαγή, μπορώ με ευκολία να υποστηρίξω πως αναδεικνύουν μία λανθασμένη συλλογιστική σε λάθος χρόνο. Είχε ευκαιρίες άλλωστε πολλές η Κυβέρνηση τα τελευταία χρόνια να προάγει πολιτικές που θα μείωναν τις ανισότητες και θα δημιουργούσαν τουλάχιστον κάποιο αναβαθμισμένο συνολικό επίπεδο της δευτεροβάθμιας παιδείας. Πριν γίνει το άλμα για την Τριτοβάθμια.
Ξεκινώντας από ίδιες συνθήκες σχολικών κτιρίων για όλους του μαθητές. Ιδέες συνθήκες παράδοσης μαθημάτων για όλους του μαθητές και όχι μόνον για εκείνους που έχουν την τύχη να έχουν πάντα διορισμένους δασκάλους και καθηγητές. Να έχει διαμορφωθεί ένα προοδευτικό εκπαιδευτικό σχέδιο σκέψης και όχι παπαγαλίας. Να έχουν γίνει κινήσεις μείωσης της απόστασης του ελληνικού σχολείου από το ευρωπαϊκά. Τόσο απλά. Για τα θέματα αυτά η πρώην Υπουργός υπήρξε απούσα.
Η νεολαία δεν γνωρίζει τι είναι νόμιμη ή μη νόμιμη αντίδραση. Το ζητούμενο είναι να εκπαιδευθεί. Δυστυχώς δεν έχει αντιληφθεί πως η στόχευση της κυβέρνησης φαίνεται να είναι η εδραίωση δύο άνισων συστημάτων και όχι η αναβάθμιση ενός και μόνον. Είναι βολικότερο να λειτουργεί η παιδεία όπως η κοινωνία και η οικονομία σε ρυθμός δύο ταχυτήτων. Σε ρυθμούς διαφορετικών πεδίων ανισοτήτων.
Δεν έχει αντιληφθεί πως η κατάληψη για λάθος λόγους μικροπολιτικής, αναιρεί την ουσία του αναγκαίου μαχητικού πνεύματος την νεολαίας. Δεν έχει αντιληφθεί πως οι διεκδικήσεις μίας μερίδας της νεολαίας δεν πρέπει να δρουν ως μέσο στέρησης δικαιωμάτων της άλλης.
Μόνον έτσι εκφυλίζεται η έννοια της υγιούς αντίδρασης και χάνεται η έννοια της διεκδίκησης. Προτιμώ άλλωστε να βλέπω μία νεολαία μαχόμενη – έστω και αν διαφωνώ πολλές φορές με την στόχευσή της- παρά μία νωχελική νεολαία του καναπέ του tiktok του instagram και της οπισθοδρομικής trap.
Άλλωστε αν μετά το 74 δεν υπήρχε η υγιής μαχητική νεολαία, ίσως να μην είχε προαχθεί η δημοκρατία μας. Όσο περνούσαν τα χρόνια όμως, αυτή η υγιής ανεξαρτησία μπήκε βαθιά μέσα στα γρανάζια των κομμάτων και των εξυπηρετήσεων. Ίσως μέσα το πεδίο των εξυπηρετήσεων αυτών και των πολλών ψήφων, η διατήρηση των στρεβλοτήτων της δημόσιας παιδείας (παραπαιδείας) να αποτελεί τμήμα μίας επικίνδυνης πολιτικής ισορροπίας που λίγοι θέλουν να αντιληφθούν.
Ακόμα λιγότερου θέλουν να διαταράξουν. Μεταρρύθμιση με αυτούς του όρους όμως δεν γίνεται.