Θέμα δεύτερο: άκουγα στο ραδιόφωνο τον δήμαρχο Σητείας Γιώργο Ζερβάκη να λέει ότι κανένας δεν μπορούσε να προβλέψει το μέγεθος της θεομηνίας που χτύπησε την πόλη του.
Θέμα τρίτο: αναγγέλλεται η χρήση συστήματος παρακολούθησης της πορείας των ασθενών σε δημόσια νοσοκομεία με την καταγραφή πληθώρας δεικτών από την μορφή της ασθένειας και τον χρόνο παραμονής μέχρι τα φάρμακα και τις μολύνσεις.
Θέμα τέταρτο: βλέπω γραπτά που εγκαλούν την κυβέρνηση για ολιγωρία στον εκσυγχρονισμό της δικαιοσύνης
Ως προς τον τουρισμό: οι fast track επενδύσεις έρχονται να αντιμετωπίσουν προβλήματα τουλάχιστον δεκαετίας. Η τοπική αυτοδιοίκηση έχει αποδειχθεί ανίκανη και αδιάφορη. Το περιφερειακό κράτος διεφθαρμένο. Όσο για την κλιματική αλλαγή, καλύτερα να μην μιλήσουμε. Αν ο αγαπητός κ. Ζερβάκης είχε ασχοληθεί με αυτό το θέμα, θα γνώριζε ήδη ότι αυτό που δεν μπορούσε να προβλέψει θα είναι από εδώ και μπρος η κανονικότητα.
Ως προς την υγεία: η πανδημία πρόσφερε μία μοναδική ευκαιρία να αναμορφωθεί εκ βάθρων του σύστημα υγείας. Πήγε χαμένη, καθώς το κράτος επικεντρώθηκε στα δένδρα και έχασε σχεδόν κάθε αίσθηση του δάσους.
Ως προς την δικαιοσύνη: 10 χρόνια η δίκη για την Χρυσή Αυγή, 20 για την Siemens, οι κύριοι υπεύθυνοι για την πολιτικοποίηση της ιστορίας της Novartis δεν παραπέμπονται καν.
Δεν είναι ούτε ο τόπος ούτε ο χρόνος να αποδοθούν προσωπικές ευθύνες. Θωρώ ότι η ευθύνη βαρύνει το κόμμα και την κυβέρνηση συνολικά. Δικαιολογίες υπάρχουν και είναι σεβαστές—ως ένα σημείο όμως. Διότι, κάπου εμπλέκεται η συλλογική ευθύνη με την προσωπική ανικανότητα και είναι θέμα του πρωθυπουργού να λύσει τον γρίφο.
Έγραφα σχετικά στις 4/9 με τίτλο «Πέντε γρίφοι για την κυβέρνηση»:
Τέταρτος γρίφος είναι οι μεταρρυθμίσεις. Μέχρι σήμερα η κυβέρνηση συνειδητά φαίνεται ότι επέλεξε να μην παρέμβει σε ορισμένους τομείς – με πρώτο και καλύτερο αυτόν της δικαιοσύνης, όπου οι μεταρρυθμίσεις ήταν αργές και περιορισμένες. Σε προεκλογική περίοδο η τάση των κυβερνήσεων είναι να αποφεύγουν τις μεταρρυθμίσεις, διότι τα βραχυχρόνια κόστη υπερτερούν των μακροχρόνιων ωφελειών. Η Ν.Δ., όμως, δεν έχει αυτήν την πολυτέλεια. Αργοκίνητο καράβι η χώρα της Ελλάδος, αν σταματήσει να στρίβει το τιμόνι και κόψει ταχύτητα, η δυναμική θα χαθεί. Στον πρωθυπουργό εναπόκειται να καθορίσει την ισορροπία ανάμεσα στα κόστη και τα οφέλη των μεταρρυθμίσεων όπως και ανάμεσα στην ανάγκη να υλοποιηθούν αυτές και την αλγεινή εντύπωση πως πρόκειται για προεκλογικές παροχές.
Δεν είναι ο στόχος μου να επαναλάβω. Θέλω, όμως, να υπογραμμίσω ότι αυτές οι ατελείωτες καθυστερήσεις στην υλοποίηση χρόνιων δυσμορφιών του ελληνικού κράτους θίγουν την φιλελεύθερη δημοκρατία.
Ως πολιτικό καθεστώς η φιλελεύθερη δημοκρατία αναπόφευκτα καθυστερεί διότι εκφράζονται, συγκρούονται και πρέπει να ληφθούν υπόψη πολλές και πολύμορφες απόψεις. Η φιλελεύθερη δημοκρατία, όμως, δεν επιδέχεται ερμηνείες με εκπτώσεις, διότι τότε κινδυνεύει. Η ισχύς της στηρίζεται σε τρεις αδιαπραγμάτευτες βάσεις: το κράτος δικαίου, τον σεβασμό των ανθρώπινων δικαιωμάτων και την συμμετοχή του πολίτη.
Όταν ο πολίτης βλέπει, π.χ., ότι το κράτος δικαίου δεν λειτουργεί τότε άμεσα ή έμμεσα, ηθελημένα ή όχι, στρέφεται κατά της φιλελεύθερης δημοκρατίας. Η άμεση και ηθελημένη πράξη αποτελεί ξεκάθαρη παρανομία. Αλλά, αν δεν τιμωρείται, τότε ενθαρρύνεται η επανάληψη της. Η έμμεση και μη ηθελημένη συνεπάγεται αδιαφορία για τα κοινά. Αλλά τότε η δημοκρατία περνά στα χέρια των φωνασκούντων λαοπλάνων και στυγνών ιδεολόγων.
Σημαντικός είναι, στο πλαίσιο αυτό, ο ρόλος των κομμάτων. Αν κινούνται με καθαρά κομματικά κριτήρια, τότε αργά ή γρήγορα οι αποφάσεις και πράξεις τους θίγουν την φιλελεύθερη δημοκρατία. Δυστυχώς η χώρα μας δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι εξαιρείται από αυτά τα φαινόμενα. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι η εμπιστοσύνη που δείχνουν οι Έλληνες πολίτες στους θεσμούς της κυβέρνησης, των κομμάτων και του κοινοβουλίου υπολείπεται τραγικά ακόμη και του μέσου ευρωπαϊκού όρου. Αν δεν ανησυχούμε γι’ αυτό, τότε δεν θα ανησυχήσουμε για τίποτα – και θα είμαστε άξιοι της τύχης μας.
Το βασικό θέμα, λοιπόν, είναι ότι υπάρχει μεν η αδήριτη ανάγκη να υλοποιηθούν επιτέλους διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που θα απαγκιστρώσουν την Ελλάδα από το 20ο αιώνα, αλλά υπάρχει, δε, και το ακόμη πιο σημαντικό πρόβλημα ότι διαφορετικά τίθεται σε κίνδυνο η ίδια η φιλελεύθερη δημοκρατία.
Θεωρώ ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει από τώρα υποχρεωτικό πεδίο παρεμβάσεων, συγκεκριμένο πρόγραμμα για τη νέα τετραετίας. Έχει ή πάντως οφείλει να έχει.
Ξέρω ότι θα ακούσω ωραίες φράσεις ότι η δημοκρατία έχει αποκτήσει βαθιές ρίζες στην Ελλάδα και δεν κινδυνεύει και άλλα πολλά παρόμοια. Σε πρωτόλειο επίπεδο θα απαντούσα υποδεικνύοντας την άνοδο του λαϊκισμού στην Ευρώπη — δεν έχει σχεδόν καμία σημασία αν είναι της ακροδεξιάς ή της ακροαριστεράς. Σε δεύτερο επίπεδο, θα έλεγα ότι η φιλελεύθερη δημοκρατία πεθαίνει όταν οι πολίτες παύουν να συμμετέχουν στις διαδικασίες της, καθότι τότε ο δρόμος είναι ανοιχτός στους αδίστακτους. Και, σε τρίτο επίπεδο, θα κατέληγα, με το απόφθεγμα ότι «οι δημοκρατίες πεθαίνουν στο σκοτάδι».
Διαβάστε επίσης
Η Truss και το χρηματοπιστωτικό τέρας