Μπορεί ένας ποινικός κώδικας να έχει διαφορετικό σκοπό υπάρξεως από τον αυτονόητο, δηλαδή, να καθορίζει τις πράξεις εκείνες που χαρακτηρίζονται ως εγκλήματα καθώς και την απειλούμενη τιμωρία στον δράστη;
Στην Ελλάδα τελικά όλα μπορεί να συμβούν, δεδομένου ότι για πρώτη φορά προωθείται από το Υπουργείο Δικαιοσύνης σχέδιο ποινικού κώδικα με πρόδηλο σκοπό την παραγωγή σωφρονιστικού υπερπληθυσμού για την εκπλήρωση της επένδυσης σε νέα καταστήματα κράτησης μέσω ΣΔΙΤ.
Ας τα πάρουμε όμως από την αρχή.
Ανάμεσα στις αρχές της καλής νομοθέτησης, που η κυβέρνηση στην έναρξη της θητείας της ψήφισε, συμπεριλαμβάνονται και η αναλογικότητα των προτεινόμενων ρυθμίσεων, η αποτελεσματικότητα και η αποδοτικότητα αυτών, καθώς και η ασφάλεια δικαίου.
Το σχέδιο νόμου του Υπουργείου Δικαιοσύνης για τις παρεμβάσεις στον Ποινικό Κώδικα φαίνεται πως απέχει μακράν από αυτές τις αρχές.
Διότι κυρίως, σε επίπεδο πρόβλεψης ποινών γίνεται μια οριζόντια αύξηση τους, όπου το ανώτατο όριο κάθειρξης αυξάνεται από τα 15 στα 20 έτη, ενώ στο επίπεδο των πλημμεληματικών ποινών η πιθανότητα εγκλεισμού στις φυλακές, ακόμη και για εξ αμελείας εγκλήματα, καθίσταται εξαιρετικά υπαρκτή ιδίως για τις ποινές άνω των 2 ετών.
Η ανωτέρω τιμωρητική πλειοδοσία δεν αποτελεί έκπληξη για το κόμμα της ΝΔ που έχει επενδύσει πολιτικά στο νεοφιλελεύθερο δόγμα «Νόμος και Τάξη».
Μάλιστα από το 2019 μέχρι σήμερα, η κυβέρνηση μετά από εγκλήματα που έλαβαν έκταση στον τύπο και επειδή έχει αποτύχει να λάβει προληπτικά, διοικητικά ή και κοινωνικά μέτρα για την αποφυγή τέτοιων πράξεων, νομοθετεί αντανακλαστικά νέες υψηλότερες ποινές.
Εξάλλου, η πολιτική υποκρισία και συγχρόνως ιλαροτραγωδία της κυβερνητικής «αποφασιστικότητας» αποκαλύπτεται πλήρως από το γεγονός ότι η «σκληρή» προς το έγκλημα κυβέρνηση έχει κατά τα λοιπά αφήσει ασύδοτο το οργανωμένο έγκλημα, που προκαλεί τρόμο σε κάθε πολίτη που από μια τυχαιότητα μπορεί να βρεθεί στο διάβα του.
Αφού από το 2019 μέχρι σήμερα οι δολοφονικές επιθέσεις στο πλαίσιο του λεγόμενου ξεκαθαρίσματος λογαριασμών, αλλά και της οπαδικής βίας, έχουν αυξηθεί όσο ποτέ άλλοτε και δοκιμάζουν ισχυρά την αποτελεσματικότητα της πολιτικής ηγεσίας του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη και της φυσικής ηγεσίας της ΕΛΑΣ.
Η χώρα μας σε γενικές γραμμές λοιπόν, γιατί πάντα μπορεί να υπάρχουν κάποιες εξαιρέσεις, δεν χρειάζεται ένα ισχυρότερο ποινικό οπλοστάσιο.
Είμαστε ήδη πρωταθλητές στην Ευρώπη στις ισόβιες καθείρξεις και στις ποινές άνω των 10 ετών. Χρειάζεται όμως αποτελεσματικότητα στην αντιμετώπιση του εγκλήματος και αυτό δεν είναι έργο του νομοθέτη, αλλά της εκτελεστικής εξουσίας.
Αυτό μάλιστα που υποτίθεται πως διαφεύγει του νομοθετικού προγραμματισμού της κυβέρνησης είναι οι επιπτώσεις στο σωφρονιστικό σύστημα.
Αν το εν λόγω νομοσχέδιο καταστεί νόμος, είναι απίθανος ο αριθμός των συμπολιτών μας που θα βρεθούν στη φυλακή για πλημμεληματικές πράξεις, που μέχρι τώρα τυγχάνουν αναστολής της ποινής. Και δεν είναι μόνο το στίγμα της φυλάκισης, αλλά και ο σωφρονιστικός υπερσυνωστισμός και υπερπληθυσμός που θα παραχθεί.
Το Υπουργείο Δικαιοσύνης, χωρίς να έχει συστήσει νομοπαρασκευαστική επιτροπή, δηλαδή, με έναν απαράδεκτα πρόχειρο και υποτιμητικό για το κράτος δικαίου τρόπο σύνταξης ποινικού κώδικα, κατασκεύασε ένα σχέδιο νόμου χωρίς να σταθμίσει από άποψη αιτιολογίας των ποινών τις συνέπειες των ρυθμίσεών του.
Για παράδειγμα, δεν φαίνεται να έχει υπολογίσει πόσοι καταδικασθέντες υπήρξαν κατά το έτος 2022 για πλημμελήματα με ποινές 2 έως 3 έτη ώστε να έχει ένα συγκριτικό στοιχείο εκτίμησης για το πόσοι χιλιάδες μπορεί να οδηγηθούν στη φυλακή με τις προτεινόμενες ρυθμίσεις.
Εκτός και αν ο βαθύτερος σκοπός της ρύθμισης είναι η καθεαυτή αύξηση του σωφρονιστικού πληθυσμού.
Γιατί ήδη διέρρευσε η επιθυμία της κυβέρνησης, σε γνωστό κυριακάτικο φύλλο, να κτίσει νέα καταστήματα κράτησης χωρητικότητας 3.000 θέσεων, δηλαδή ενός έργου που θα κοστίσει εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ και θα εκπληρωθεί μέσω ΣΔΙΤ από τις γνωστές εταιρείες κατασκευών και ασφάλειας.
Και ναι μεν το Σύνταγμα μας στο άρθρο 75 προβλέπει μεταξύ άλλων ότι «νομοσχέδιο που συνεπάγεται δαπάνη ή ελάττωση εσόδων δεν εισάγεται για συζήτηση, αν δεν συνοδεύεται από ειδική έκθεση για τον τρόπο που θα καλυφθούν, η οποία υπογράφεται από τον αρμόδιο Yπουργό και τον Yπουργό Oικονομικών», πλην όμως η πρωταθλήτρια των ΣΔΙΤ κυβέρνηση της ΝΔ δεν νομίζουμε ότι διατηρεί οποιαδήποτε συνταγματική αναστολή.
Ακόμη και οι μπίζνες με προϊόν την στέρηση της ελευθερίας των ανθρώπων, μπορεί να θεωρηθούν ποσοτική ανάπτυξη, έστω και χωρίς ηθικά όρια. Και αυτό θα καταγραφεί στο ΑΕΠ.
*Ο Μαρίνος Σκανδάμης είναι Διδάκτωρ Νομικής – Δικηγόρος, Τομεάρχης Προστασίας του Πολίτη στο ΠΑΣΟΚ – Κίνημα Αλλαγής
Διαβάστε επίσης:
Πολυχρόνης Τσιρίδης: Θνησιγενείς οι παρεμβάσεις στους Ποινικούς Κώδικες