Αντώνης Κεφαλάς – Αρθρογράφος
Σ’ ένα βαθύτερο σχολιαστή των εκλογών στο ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ, το σημαντικό θέμα δεν θα ήταν κατ’ ανάγκη η κάθοδος του Γ.Α. Παπανδρέου ως υποψήφιου να καλύψει το κενό αρχηγίας που άφησε η Φώφη Γεννηματά, αλλά η εμφάνιση στο κομματικό προσκήνιο νεότερων ανθρώπων που δεν προέρχονται υποχρεωτικά από το αρχικό ΠΑΣΟΚ.
Αποτελούν ένα σημάδι ανανέωσης προσωπικού, στοιχείο απαραίτητο για την βιωσιμότητα ενός πολιτικού σχηματισμού στην σημερινή εποχή ότου ο ιδεολογικός και λειτουργικός τρόπος αντιμετώπισης των σύγχρονων προκλήσεων, δεν χρήζει απλά προσαρμογής: αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση για να μην ξεπεραστεί από τα γεγονότα και απωλέσει την εκλογική του βάση.
Ως προς το ΚΙΝΑΛ, αντλώντας από τις πολλές εμπειρίες της δικής του διακυβέρνησης, ο Γιώργος Παπανδρέου δείχνει αρκετά σημάδια πολιτικής ωρίμανσης. Είναι άλλο θέμα αν οι οπαδοί θα επιλέξουν να συνταχθούν πίσω από την σημαία του ονόματος ή αν θα κινηθούν κατά μία έννοια υπερβατικά και θα επιλέξουν να περάσει η αρχηγία σε άλλη, νεότερη γενιά.
Με όποιον τρόπο και με όποια οπτική γωνία να κινηθεί ένας σχολιαστής, το γεγονός παραμένει ότι έχουν λειτουργήσει κάποιες διαδικασίας πολιτικού εκσυγχρονισμού, τουλάχιστον σε επίπεδο προσωπικού.
Δεν μπορεί να λεχθεί το ίδιο, βέβαια, για τον ΣΥΡΙΖΑ. Πέρα από το αδειανό πουκάμισο της λεκτικής και ουσιαστικής πομφόλυγας «Προοδευτική Συμμαχία», για δύο και μισό χρόνια τώρα, η αξιωματική αντιπολίτευση αποδείχθηκε ανίκανη να αναδείξει νέα πρόσωπα και νέες πολιτικές.
Σε επίπεδο προσωπικού, ο ΣΥΡΙΖΑ βασίζεται σήμερα στα απομεινάρια του 3% (δηλαδή σε ότι έμεινα μετά την αποχώρηση του θίασου Λαφαζάνη – Κωνσταντοπούλου) σε μικρές προσθήκες πολιτικοποιημένων τεχνοκρατών (όπως ήταν, π.χ., ο Γ. Βαρουφάκης) και πρωταρχικά στην εισροή στελεχών από το βαθύ ΠΑΣΟΚ.
Ο Αλέξης Τσίπρας και καμία δεκαριά άλλα στελέχη μπορεί να είναι ηλικιακά νέοι, πολιτικά όμως είναι παλιές καραβάνες. Στελέχη όπως οι Φίλης, Τσακαλώτος, Σκουρλέτης κλπ. είναι παλιά, «ιδρυτικά» κατά μία έννοια, στελέχη. Φιντανάκια όπως η Έφη Αχστιόγλου πραγματικά σπανίζουν. Όσο για τα εκ του ΠΑΣΟΚ προερχόμενα, αυτά κι αν ανήκουν σε άλλες εποχές. Ορφανά του Ανδρέα, πλην όμως φιλόδοξα και σε αναζήτηση αντίστοιχα πρόσφορης πολιτικής στέγης, εντάχθηκαν στον ΣΥΡΙΖΑ επιδιώκοντας την εξουσία, και σε μεγάλο βαθμό αυτοπαγιδεύτηκαν.
Στο θέμα αυτό βρίσκεται η μεγάλη και κρίσιμη διαφορά με τη Νέα Δημοκρατία—ένα κόμμα που μαζί τον «πατέρα» της, την ΕΡΕ έχει μέχρι σήμερα παραμείνει ο κυρίαρχος του πολιτικού παιγνιδιού.
Δεν έχει πολλά κουρασμένα παλικάρια.
Το 1974, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής διέρρηξε τυπικά τα δεσμά με το παρελθόν και ίδρυσε τη Ν.Δ. στη θέση της ΕΡΕ. Αναγνωρίζοντας, όμως, και σε σύντομο χρονικό διάστημα μάλιστα, ότι η ανανέωση σε ανθρώπους και ιδέες ήταν απαραίτητη, το 1978 έκανε το άνοιγμα προς το κέντρο. Η είσοδος στην κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη και του Θανάση Κανελλόπουλου την σηματοδότησε.
Η ήττα του 1981 ήταν φυσιολογική και αναπόφευκτη. Ο Καραμανλής, εξάλλου, δεν σχεδίαζε με βάση τον επόμενο ή τον μεθεπόμενο χρόνο. Η σοφία της κίνησης του φάνηκε στην συνέχεια: αν δεν ήταν για τον στρεβλό εκλογικό νόμο του Μένιου Κουτσόγιωργα και τον εθνικισμό του Αντώνη Σαμαρά η Ν.Δ. του Κ. Μητσοτάκη θα είχε κυβερνήσει τουλάχιστον για έξι αντί για τρία χρόνια.
Σήμερα, η κυριαρχία της Ν.Δ. του Κυριάκου Μητσοτάκη οφείλεται μεταξύ άλλων και σε σημαντικό βαθμό ότι με την αρχηγία του το κόμμα έκανε άνοιγμα προς το κέντρο και προσυνεταιρίστηκε το εκσυγχρονιστικό ΠΑΣΟΚ του Κώστα Σημίτη. Ήταν μία διαδικασία ανανέωσης – σε επίπεδο πολιτικού προσωπικού και στο πεδίο των σύγχρονων ιδεών.
Η ελληνική κοινωνία δεν είναι πολιτικά ανώριμη – όπως θέλουν να την χαρακτηρίζουν μερικοί. Το αντίθετο. Παρά την χαμηλή ποιότητα της εκπαίδευσης και την ανεπάρκεια γνώσεων, έχει ισχυρό πολιτικό ένστικτο. Σήμερα, μπορεί και συνειδητοποιεί – έστω και με αυτοματισμό—την έκταση και την σοβαρότητα των κρίσεων που την ταλαιπωρούν και διαβλέπει αυτές που την περιτριγυρίζουν. Αντιδρά, λοιπόν, στηρίζοντας αυτούς που βλέπει ως σύγχρονους.
Αυτούς, δηλαδή, που επίσης βλέπουν τα ίδια προβλήματα, που επίσης έχουν λίγο πολύ τις ίδιες προτεραιότητες μαζί της, που επίσης κινούνται με διαχειριστική ικανότητα προς την κατεύθυνση που την εκφράζει.
Το ΚΙΝΑΛ θα χρειαστεί χρόνο να επουλώσει τις πληγές του. να σχεδιάσει νέο σύγχρονο πρόγραμμα, να το εκφράσει και να πείσει.
Ο ΣΥΡΙΖΑ βαδίζει προς ένα συνέδριο με καθαρά επιφανειακή ηρεμία, αλλά το καζάνι βράζει. Οι προεδρικοί είναι σε σύγκρουση με τις φατρίες των παραδοσιακών, οι πασοκογενείς με παράπονα για τους προεδρικούς και σε αντιπαλότητα με τους παραδοσιακούς, οι παραδοσιακοί μαλώνουν μεταξύ τους.
Με 30 μήνες στην εξουσία και διαχειριζόμενη αλλεπάλληλες κρίσεις η Ν.Δ. έχει υποστεί φθορά. Της δίνεται, όμως, ακόμη, το περιθώριο να εκμεταλλευτεί τα ανοίγματα που έχει κάνει και να κερδίσει στα μάτια της κοινωνίας.
Η τυχαία εξέλιξη στο ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ και η εσωστρέφεια που κυριαρχεί στον ΣΥΡΙΖΑ, της προσφέρουν μία αναπάντεχη ευκαιρία—από πλευράς χρόνου. Οφείλει να την εκμεταλλευτεί– άμεσα, όμως, και στο έπακρον.
Διαφορετικά θα πρέπει να ξεκινήσει πόλεμο με ένα περιοδεύοντα θίασο μαθητευόμενων μάγων—που σε μεγάλο βαθμό έχουν αποδειχθεί ανεπίδεκτοι μάθησης.
Διαλέγει και παίρνει.