Tα στελέχη της EBRD δεν παρέλειψαν να υπογραμμίσουν την σημαντική πρόοδο που έχει συντελεστεί στον ευρύτερο τομέα των δημόσιων έργων επί της υπουργίας του Κώστα Αχ. Καραμανλή, καθώς αυτή ακριβώς δείχνει τα περιθώρια βελτίωσης που υπήρχαν και υπάρχουν.
Με βάση το γεγονός ότι η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας, μετά από μία δεκαετία κρίσης, ήταν βραχύβια λόγω της πανδημίας, ένα κρίσιμο ερώτημα που απασχολεί την κυβέρνηση, τον πολιτικό κόσμο, τεχνοκράτες και πολίτες είναι αν εξακολουθούν να υπάρχουν προϋποθέσεις για ανάκαμψη και πάλι—τουλάχιστον από το 2022 και μετά;
Απάντηση στο ερώτημα επιχείρησε να δώσει ένα σεμινάριο που οργάνωσαν μαζί η European Bank for Reconstruction and Development (EBRD) και το Hellenic Observatory του London School of Economics (LSE) μόλις χθες (19/1) το απόγευμα.
Οι παρουσιάσεις κάλυψαν σωρεία θεμάτων. Θα σταθώ, όμως, σε τέσσερα που θεωρώ ιδιαίτερα σημαντικά, αφού πρώτα τονίσω ότι η προσέγγιση των ομιλιών ήταν καθαρά τεχνοκρατική. Ιδίως για την Τράπεζα, αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό καθώς δεν έχει την εντολή να επεκτείνεται στον τομέα της πολιτικής οικονομίας.
Αυτό δεν σημαίνει, όμως, ότι ένας τρίτος, που δεν έχει τέτοιες δεσμεύσεις, δεν μπορεί να εξάγει παρόμοιας μορφής, «πολιτικά» δηλαδή, συμπεράσματα από τα στοιχεία που παρουσιάζονται.
Ένα βασικό ερώτημα είναι τι μπορεί να εμποδίσει την επανάκαμψη της οικονομίας; Η EBRD επικεντρώθηκε σε έξη ποιοτικά, όπως τα αποκαλεί, χαρακτηριστικά που προκύπτουν από την επεξεργασία 130 διαφορετικών δεικτών.
Αυτά είναι τα ακόλουθα:
-Ανταγωνιστικότητα
-Ποιότητα διακυβέρνησης
-Έκταση «πράσινης» οικονομίας
-Μη αποκλειστικότητα (Inclusiveness)
-Χρηματοπιστωτική αντοχή (resilience)
-Βαθμός ένταξης στην παγκόσμια οικονομία
Το πρώτο και ανησυχητικό συμπέρασμα είναι ότι η βαθμολογία της χώρας μας και στα έξη ποιοτικά χαρακτηριστικά είναι πάνω από τον μέσο όρο των κρατών που εξετάζει η Τράπεζα αλλά πολύ κάτω από τον μέσο όρο των κρατών μελών της Ε.Ε.
Πολύ απλά, δηλαδή, επειδή η EBRD καλύπτει κατά κύριο λόγο αναπτυσσόμενες χώρες, ο μέσος όρος που προκύπτει είναι αναπόφευκτα χαμηλός. Όταν, όμως, η σύγκριση γίνει με τους ομότιμους της Ελλάδος εταίρους, η σύγκριση είναι συντριπτικά αρνητική για την χώρα μας.
Θα πρέπει, δε, να υπογραμμιστεί ότι οι χειρότερες επιδόσεις μας είναι στους τομείς της ανταγωνιστικότητας και της ποιότητας της κυβέρνησης.
Το δεύτερο σημαντικό σημείο προκύπτει από την περαιτέρω ανάλυση του τελευταίου αυτού χαρακτηριστικού.
Η ποιότητα της διακυβέρνησης αναλύεται επίσης σε έξη παράγοντες:
-Πολιτική σταθερότητα
-Αποτελεσματικότητα διακυβέρνησης
-Ποιότητα κανονιστικού πλαισίου (νόμοι, υπουργικές αποφάσεις, προεδρικά διατάγματα κλπ.)
-Κράτος δικαίου
-Έλεγχο διαφθοράς
-Διαδικασία λήψης αποφάσεων και υπευθυνότητα για το αποτέλεσμα.
Δεν προξενεί καμία έκπληξη το γεγονός ότι η χώρα μας υστερεί σημαντικά και στους έξη μετρήσιμους παράγοντες.
Το ενδιαφέρον είναι στις συγκρίσεις. Η EBRD δεν θέλησε να κάνει γενικές συγκρίσεις. Προτίμησε –και πολύ ορθά—να συγκρίνει την Ελλάδα με περίπου όμοιες χώρες. Επέλεξε, λοιπόν, τους μέσους όρους των 13 κρατών που διεύρυναν στην Ε.Ε. μετά το 2004 – Βουλγαρία, Εσθονία, Κύπρος, Κροατία, Λετονία, Λιθουανία, Ουγγαρία, Πολωνία, Ρουμανία, Σλοβενία, Σλοβακία, Τσεχία—αφήνοντας έξω την Μάλτα επειδή είναι πολύ μικρή χώρα.
Με αφετηρία το 2008, η Ελλάδα είναι στα ίδια επίπεδα με αυτές τις 12 χώρες. Στην συνέχεια η κατάρρευση των δεικτών είναι εντυπωσιακή με τον έλεγχο της διαφθοράς και την πολιτική σταθερότητα να χτυπούν τα τάρταρα.
Το τρίτο σημαντικό στοιχείο αφορά το γεγονός ότι μετά το 2016 οι δείκτες βελτιώνονται.
Αυτή η διαπίστωση προξενεί κατάπληξη σε πολλούς – αφού είναι η πασίγνωστη και γενικά αποδεκτή η χαμηλή ποιότητα της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ.
Υπάρχει, όμως, ερμηνεία.
Στην περίοδο της κρίσης και ιδιαίτερα από το 2010 και μετά, δεν κυβερνούσαν οι επίσημες κυβερνήσεις –με πιθανή εξαίρεση την πρωθυπουργία Λουκά Παπαδήμου, αλλά το πεζοδρόμιο: τα συνδικάτα και ο ΣΥΡΙΖΑ ως αντιπολίτευση. Γι’ αυτό και η περίοδος 2010-2015 είναι τα…τάρταρα.
Από το 2016 και μετά, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν κυβέρνησε μόνος του. Είχε ως συγκυβερνήτη τα μνημόνια, την εποπτεία των θεσμών, την πίεση της Ευρώπης. Υποχρεώθηκε, έτσι, εκών άκων να υιοθετήσει συγκεκριμένα μέτρα και σταθμά που βελτίωσαν την ποιότητα της διακυβέρνησης – έστω κι αν δεν το επεδίωκε.
Το τέταρτο και τελευταίο σημείο, εστιάζεται στην ποιότητα των υποδομών. Δεν προξενεί καμία κατάπληξη, βέβαια, ότι στο σύνολο της χαρακτηρίζεται ως ελλειμματική. Σε ορισμένες περιπτώσεις – όπως στην διασύνδεση του οδικού δικτύου και στο σιδηροδρομικό δίκτυο, η απόκλιση της χώρας μας από την καλύτερη επίδοση των άλλων κρατών που μελετά η EBRD φτάνει και ξεπερνά το 70%.
Επιστρέφοντας στο αρχικό ερώτημα αν η χώρα μπορεί να ξαναβρεί την ανάπτυξη, αυτό το τελευταίο θέμα δίνει μερική απάντηση. Παρά τα τεράστια κεφάλαια που έχουν δαπανηθεί, τα αποτελέσματα ήταν πενιχρά. Έτσι, οι επενδύσεις στις υποδομές μπορούν ακόμη να προσφέρουν σημαντική αναπτυξιακή δυναμική.
Και τα στελέχη της EBRD δεν παρέλειψαν να υπογραμμίσουν την σημαντική πρόοδο που έχει συντελεστεί στον ευρύτερο τομέα των δημόσιων έργων επί της υπουργίας του Κώστα Αχ. Καραμανλή, καθώς αυτή ακριβώς δείχνει τα περιθώρια βελτίωσης που υπήρχαν και υπάρχουν.
Διαβάστε επίσης:
ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ
- Το σαφάρι των 35 τρισ. – Γιατί οι επενδυτές δεν φοβούνται την Ελλάδα
- Πανικός στις Μαρίνες από τους ελέγχους σε θαλαμηγούς: Ανασφάλιστος ακόμη και ο πλοίαρχος σε πολυτελές σκάφος εφοπλιστή!
- Κερδισμένο το Airbnb στην Ελλάδα από την επιμήκυνση της σεζόν
- Novo Nordisk: Ο «βασιλιάς» στην αγορά της απώλειας βάρους χάνει το θρόνο του;