Ένα δίκτυο που αποτελεί αναπόσπαστο στοιχείο της καθημερινότητας, σημαντικό μέσο κοινωνικοποίησης, ένα από τα κύρια πεδία του δημόσιου χώρου.
Πάνω απ’ όλα, όμως, προσφέρεται ως πλαίσιο κοινωνικοπολιτικών εξελίξεων.
Κατά πολλούς αποτελεί τον καθρέφτη της κοινωνίας.
Το πρόβλημα είναι ότι, στα τελευταία χρόνια, συχνά-πυκνά μετατρέπεται στον παραμορφωτικό καθρέφτη της—και τότε προκύπτουν ερωτήματα για την λειτουργία της δημοκρατίας.
Τα fake news παραμορφώνοντας τις αντιλήψεις, γίνονται τα ίδια διαμορφωτές και θέτουν σε κίνδυνο την δημοκρατία. Η πρόσφατη καταδίκη του Πάνου Καμμένου έχει λαθεμένα αντιμετωπιστεί απλά ως μία περίπου δεκαετής δικαστική διαμάχη μεταξύ ενός πολιτικού και ενός μέλους πολιτικής οικογένειας που δεν είναι το ίδιο πολιτικός.
Αυτή η παραμόρφωση εμποδίζει την ανάδειξη των βαθύτερων επιπτώσεων αυτής της ιστορίας—οπότε και την πραγματική αποτίμηση των μεγάλων κινδύνων που ενέχουν τα fake news.
Δύο παράγοντες καθιστούν τα fake news σχεδόν πανίσχυρα: το μέγεθος του ψέματος—όσο πιο τερατώδες τόσο πιο πιστευτό—και η επανάληψη τους – πες, πες θα γίνει πιστευτό.
Στις ΗΠΑ ο Tramp τα ανέδειξε σε καίριο πολιτικό όπλο και ο ίδιος αναδείχθηκε σε κορυφαίο επικοινωνιολόγο.
Στην Ελλάδα, ο Πάνος Καμμένος ανήγαγε τα fake news σε υψηλή τέχνη.
Αρχικά πρόβαλε την δήθεν συνομωσία των CDS για να χτυπήσει το ΠΑΣΟΚ και μέσω του αδελφού του Αντρίκου Παπανδρέου, τον τότε Πρωθυπουργό Γιώργο Παπανδρέου.
Το θέμα απέκτησε άλλες διαστάσεις την εποχή της πρωθυπουργίας Σαμαρά, ενισχύοντας το αντί-μνημονιακό μέτωπο και προσφέροντας μία σοβαρή δικαιολογία –ανάμεσα σε άλλες– για την ίδρυση του κόμματος των Ανεξάρτητων Ελλήνων (ΑΝΕΛ).
Οι εξελίξεις που ακολούθησαν είναι γνωστές: καβάλα στο ψεύτικο (fake) αντί-μνημονιακό άλογο εξελέγη ο ΣΥΡΙΖΑ και την χώρα κυβέρνησε με την αμέριστη υποστήριξη του Πάνου Καμμένου.
Τα fake news κέρδισαν.
Η δημοκρατία κινδύνευσε: από τον Βαρουφάκη και τον Λαφαζάνη, από τον Πολλάκη και τον Παπαγγελόπουλο, από τους θιασώτες της θέσης «πήραμε την κυβέρνηση, όχι την εξουσία».
Ο αντί-μνημονιακός αγώνας έθιξε την δημοκρατία.
Έφερε στην επιφάνεια αδυναμίες του ΠΑΣΟΚ, που οδηγήθηκε στην διάσπαση του.
Κλυδώνισε τη Νέα Δημοκρατία, που παράπαιε μεταξύ λαϊκισμού και σοβαρότητας. Ανέδειξε την έλλειψη θωράκισης του πολιτικού κόσμου απέναντι στα fake news.
Κοιτάζοντας το δικό του μετερίζι μόνο, ως σύνολο ο πολιτικός κόσμος επέδειξε εθελοτυφλία στους θεσμικούς κινδύνους.
Εξαιρέσεις υπήρξαν. Ονόματα όπως αυτά του Άδωνη Γεωργιάδη και του Ανδρέα Λοβέρδου – και όχι μόνο — έρχονται αμέσως στο νου.
Τα θεμέλια της δημοκρατικής αντοχής και συνείδησης του πολιτικού κόσμου, όμως, δέχτηκαν ένα σοβαρό χτύπημα.
Σήμερα, το ίδιο ακριβώς θέατρο πάει να στηθεί από τον ΣΥΡΙΖΑ με βάση της διαχείριση της πανδημίας.
Αγνοεί τα όσα παρόμοια με την Ελλάδα συμβαίνουν στο εξωτερικό.
Κρύβει με επιμέλεια ότι εναλλακτικό σενάριο δεν υπάρχει για την Δύση. Δεν μιλά για την επιτυχία του αυταρχισμού στον έλεγχο της πανδημίας – διότι το έλλειμμα δημοκρατίας δεν τον απασχολεί. Το έδειξε, εξάλλου, περίτρανα με την υπόθεση Novartis.
Στηρίζεται στα fake news ότι η Αξιωματική Αντιπολίτευση θα τα κατάφερνε καλύτερα και υπονομεύει την συλλογική προσπάθεια για την αντιμετώπιση της κρίσης.
Πατώντας επί πτωμάτων – θα έλεγε κανείς.
Η δημαγωγική υπεραπλούστευση, ο εγγενής λαϊκισμός στον πολιτικό λόγο, η λαϊκίστικη υποταγή στις δήθεν λαϊκές προτιμήσεις, επιτρέπουν την διολίσθηση στους αφορισμούς– στα fake news.
Ο πολιτικός κόσμος οφείλει να αυτοπροστατευτεί. Η χώρα πλήρωσε ακριβά την ιστορία Καμμένου. Άτομα πλήρωσαν ακριβά την ιστορία Καμμένου—πρόσφατα ο Νίκος Κοτζιάς.
Η μνήμη μας οφείλει να είναι μακρά.