
Η πρόταση δυσπιστίας είναι, θεωρητικά τουλάχιστον, μία κορυφαία κοινοβουλευτική εκδήλωση με βαθιές πολιτικές και κομματικές προεκτάσεις.
Μέχρι στιγμής, κι ενώ την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές δεν έχουν μιλήσει ο πρωθυπουργός και ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, η τριήμερη διαδικασία είναι επιεικώς κατώτερη των περιστάσεων. Υιοθετώ ήπιο χαρακτηρισμό. Στην ουσία ήταν άσχετη, ασυνάρτητη, απαράδεκτη. Το μόνο που έλλειψε ήταν να εμφανιστούν οι βουλευτές της αντιπολίτευσης, και ιδιαίτερα της Πλεύσης Ελευθερίας μαυροφορεμένοι/ες.
Είναι σαφές ότι αναγνωρίζοντας την αδυναμία να προσφέρουν στην κοινωνία μία εναλλακτική πρόταση εξουσίας, η αντιπολίτευση στοχεύει πλέον προσωπικά τον πρωθυπουργό επιδιώκοντας να υπονομεύσει την θέση του μέσα στο κόμμα και ελπίζοντας ότι μία αποκαθήλωση του κάτω από το «μένος της λαϊκής οργής» θα είναι ένα πρώτο βήμα για να σπάσει η κυβερνητική μονοκρατορία της Ν.Δ. Για να ασκηθεί μάλιστα μεγαλύτερη πίεση έχει επιστρατευτεί η «πλατεία».
Η συγκεκριμένη στρατηγική – άσχετα αν είναι ορθή ή λαθεμένη—εμπεριέχει τουλάχιστον μία δόση ρεαλισμού: την αναγνώριση της αντιπολίτευσης πως δεν μπορεί να κυβερνήσει. Εδώ καλά-καλά δεν μπορούσαν να συμφωνήσουν για την πρόταση. Θα συμφωνούσαν σε κυβερνητικό πρόγραμμα; Από εκεί και πέρα χάνεται η…μπάλα.
Η προσπάθεια παραλληλισμού της οργής κατά των μνημονίων με την οργή για τα Τέμπη, δείχνει έλλειψη πολιτικής κρίσης, αδυναμία να ερμηνευθεί η αντίδραση των πολιτών εκτός κομματικού πλαισίου, υποεκτίμηση της κοινωνικής ωριμότητας, ανεπάρκεια ιδεολογίας και πολιτικής. Σύσσωμη η αντιπολίτευση έθεσε εαυτόν εκτός του κάδρου του μηνύματος που εξέπεμψαν οι πολίτες στην μόνη συγκέντρωση που είχε πρωτίστως κοινωνικό και βαθύτατα πολιτικό μήνυμα—αυτήν της 28ης Φεβρουαρίου του 2025. Σύσσωμη η αντιπολίτευση συνειδητά επέλεξε να θεωρήσει πως το μήνυμα απευθυνόταν μόνο προς την κυβέρνηση, ειδικά δε (κατά την δική της ερμηνεία) προσωπικά κατά του πρωθυπουργού.
Μοναδική εξαίρεση ο Αντώνης Σαμαράς που ορθά αναγνώρισε ότι σύσσωμη η κοινωνία έχει απλά απηυδήσει με τον πολιτικό κόσμο, συλλήβδην.
Πλήρης είναι η ένδεια πολιτικής και πολιτικών επιχειρημάτων εκ μέρους της αντιπολίτευσης.
Η συζήτηση έγινε κατά κανόνα με τα έδρανα αδειανά. Αν αυτή είναι η πρακτική τότε ουδείς πολίτης κατανοεί γιατί προβλέπεται ένα τριήμερο συζήτησης. Ας κατατίθεται η πρόταση κι ας οδηγούμεθα απευθείας στις ομιλίες των αρχηγών ώστε να μπορούν όλοι να χειροκροτούν εκ περιτροπής. Για να αποδείξουν ότι…είναι ακόμη ζωντανοί, στην σκηνή!
Για την επιχειρηματολογία τι να πει κανείς; Ένα ακατάσχετο, ασύνδετο, συνονθύλευμα, χωρίς αρχή και τέλος, χωρίς λογικό ειρμό και κατάληξη. Τα πάντα χώρεσε ο κουβάς: τον ρόλο των γυναικών, την εξωτερική πολιτική, τις εσωκομματικές ρήξεις, την ΑΟΖ, τον Έβρο, τους μηχανοδηγούς με όλη την γκάμα των Τεμπών και μαζί την δικαιοσύνη, τις υποκλοπές, την αξιολόγηση, την παιδεία, τα ελληνικά και ξένα πανεπιστήμια, τις ιδιωτικοποιήσεις, την ακρίβεια, τα μονοπώλια, την εργασιακή ζούγκλα, την υγεία, την Ευρώπη, την Ε.Ε.,τις αμυντικές βιομηχανίες, την Τουρκία, τα fake news – όλα τα είχε ο μπαξές. Σχεδόν ο κάθε ομιλητής ανήγαγε εαυτόν σε ανακριτή και δικαστή, σχεδόν ο κάθε ομιλητής διάλεγε από τα απωθημένα του και τα παρουσίαζε για όλους να τα δουν – γυμνά από κάθε διάσταση πολιτικής σκέψης.
Τίποτα από αυτά, όμως, δεν πρέπει να εκπλήσσει. Ούτε καν το απόλυτο θράσος του κ. Φάμελλου να ζητά εκλογές—ηγούμενος κόμματος που πήγε σε 6 χρόνια από την κυβέρνηση στο 6%. Ο κ. Φάμελλος λειτουργεί με την λογική ότι όσο πιο ακραίος τόσο κερδίζει εσωκομματικά. Τα όσα λέει και υποσχέται είναι απλά παθητικά. Γνωρίζει πολύ καλά ότι η καρέκλα του τρίζει επικίνδυνα.
Ούτε καν εκπλήσσει η απόλυτα αναμενόμενη θέση του κ. Κουτσούμπα που φυσικά ισχυρίζεται ότι η λαϊκή οργή θα ρίξει την κυβέρνηση – άσε που έπαθε κρίση μόλις άκουσε την λέξη «αξιολόγηση»– τελικά, δε, στρεφόμενος εναντίον όλων ανέδειξε την κενότητα της πρότασης δυσπιστίας.
Η διαδικασία έχει εξελιχθεί σε θέατρο που ικανοποιεί κυρίως την αντιπαλότητα των κομμάτων της αντιπολίτευσης. Στο θέατρο υπάρχει, βέβαια, κάποιο φινάλε. Το πρόβλημα με το θέατρο της διαδικασίας της πρότασης δυσπιστίας είναι πως δεν έχει κάποια ουσιαστική κατάληξη. Είναι κενή πολιτικού περιεχομένου, διότι απλά, στην παρούσα συγκυρία δεν έχει πολιτικό αντικείμενο—εκτός από το να πληγεί προσωπικά το κύρος του πρωθυπουργού. Αλλά και τότε τίθεται το αμείλικτο ερώτημα: έστω ότι πλήγεται ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Και μετά; Ποιος θα κυβερνήσει; Θα φτιαχτούν τα τρένα; Θα ικανοποιηθεί η ανθρωποφάγος – όπως την βλέπουν οι της αντιπολίτευσης—κοινωνία;
Την στιγμή όπου ο κόσμος γύρω μας τινάζεται στον αέρα, η ελληνική αντιπολίτευση είναι απλά ποταπή. Στις 28/2 οι πολίτες δήλωναν πως «δεν έχουν οξυγόνο». Οι κύριοι της αντιπολίτευσης αυθαίρετα ερμήνευσαν το σύνθημα ως στρεφόμενο κατά της κυβέρνησης. Αναλογίστηκαν έστω για μία στιγμή, αν αφορούσε, ίσως, και τους ίδιους; Ή είναι τόσο μεγάλη η έπαρση τους που πάντα βάζουν εαυτούς εκτός του πεδίου της κοινωνικής βούλησης;
Διαβάστε επίσης
Η Ευρώπη φέρει ακέραια την ευθύνη για τα χάλια της – από το 2011 την προειδοποιούσε η Αμερική
ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ
- Μπρατάκος: Η τεχνητή νοημοσύνη ως κινητήρια δύναμη για τον παραγωγικό μετασχηματισμό της οικονομίας
- My market: Τέσσερις σημαντικές διακρίσεις στα Influencer Marketing Awards 2025!
- Εισαγγελία Αρείου Πάγου: «Αβάσιμα» τα δημοσιεύματα περί ολιγωρίας στην υπόθεση των 90 πρατηρίων καυσίμων
- Καλάθι του Πάσχα: Σε ισχύ από σήμερα – Τα προϊόντα που περιλαμβάνει
