Το θέμα δεν είναι αν η Truss έχει πλέον πολιτικό μέλλον. Ούτε ότι για να εξευμενίσει τους διαχειριστές κεφαλαίων ανερυθρίαστα θυσίασε τον υπουργό οικονομικών, ενώ η ίδια είχε προσυπογράψει και με τα δύο χέρια την πολιτική που επιχείρησε να υιοθετήσει. Ούτε, τέλος, ότι η Truss πήγε να εφαρμόσει μία ακραία νεοφιλελεύθερη πολιτική, από αυτές που οι αγορές κατά κανόνα λατρεύουν.
Το θέμα είναι ότι ο σημερινός καπιταλισμός έχει δημιουργήσει ένα πραγματικό τέρας. Το χρηματοπιστωτικό σύστημα ιδρύθηκε και εξελίχθηκε με στόχο να υπηρετεί την κοινωνία. Όχι για να είναι τα συμφέροντα της κοινωνίας υποταγμένα στα συμφέροντα του τέρατος, όπως τώρα συμβαίνει.
Το χρηματοπιστωτικό σύστημα οφείλει να διαμεσολαβεί ανάμεσα στους αποταμιευτές και τους επενδυτές, διασφαλίζοντας ότι τα κεφάλαια επενδύονται εκεί που απολαμβάνουν την υψηλότερη απόδοση, συνεισφέροντας έτσι στην δημιουργία νέων επιχειρήσεων και στην επέκταση παλαιών. Οφείλει να διαχειρίζεται τον πλούτο και να προσφέρει έναν αποτελεσματικό μηχανισμό καταθέσεων και πληρωμών και να τα κάνει όλα αυτά σε περιβάλλον ανταγωνιστικό.
Αντίθετα, το χρηματοπιστωτικό σύστημα των τελευταίων 30 ετών έχει στραφεί στο κυνηγητό του άμεσου κέρδους – δηλαδή στην μεγιστοποίηση της τιμής της μετοχής—έχει αντιστρέψει τις ροές κεφαλαίων που τώρα κατευθύνονται εκτός των επιχειρήσεων και έχει παρασύρει την συντριπτική πλειοψηφία των επιχειρήσεων στην υιοθέτηση αυτής της νοοτροπίας.
Είναι αυτό που αποκαλείται η financialization της οικονομίας.
Ο Joseph Stiglitz παρατηρεί ότι τα κέρδη της αυτοκινητοβιομηχανίας προέρχονται κυρίως από την χρηματοδότηση της αγοράς που κάνει ένας πελάτης και ορθά υποστηρίζει ότι με τις συνθήκες αυτές η επένδυση σε κτίρια και μηχανήματα έχει υποχωρήσει, η παραγωγικότητα παραμένει χαμηλή και η ανάπτυξη αναιμική.
Οι «αγορές» πάντα είχαν ισχύ. Ήταν, όμως, προορισμένη και ως ένα σημαντικό βαθμό ελεγχόμενοι. Στα χρόνια μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν οι αγορές αντιδρούσαν όλοι κατηγορούσαν τους λεγόμενους Gnomes of Zurich, καθώς τότε θεωρείτο ότι η Ελβετία ήταν τα κέντρο του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος. ΟΙ αναταραχές ήταν λίγες και εκδηλώνονταν πρωταρχικά μέσω της αγοράς συναλλάγματος: όταν οι «αγορές» έχαναν την εμπιστοσύνη τους ή ανησυχούσαν για την οικονομική πορεία μίας χώρας, όπως αυτή αποτυπωνόταν στο ισοζύγιο εξωτερικών πληρωμών, τότε πουλούσαν το… ύποπτο νόμισμα, δημιουργώντας πίεση στα συναλλαγματικά αποθέματα, αυξάνοντας το κόστος των εισαγωγών και επιφέροντας αρνητικές εξελίξεις στην απασχόληση. Η χώρα πιεζόταν έτσι να αλλάξει πολιτική. Στην διαδικασία αυτή αρωγός ερχόταν το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ).
Στο σημερινό σύστημα, οι αντιδράσεις είναι αστραπιαίες και καθοριστικές. Η απόκλιση από τις προσδοκίες των ‘αγορών» τιμωρείται άμεσα. Περίπου 20 δις, στερλίνες διέθεσε η Τράπεζα της Αγγλίας για να αντιμετωπίσει την μήνη των «αγορών», αναιρώντας ταυτόχρονα την σφιχτή νομισματική στάση που είχε υιοθετήσει προκειμένου να τιθασεύσει τον πληθωρισμό.
Το θέμα είναι απλό: είναι τέτοια η έκταση του δανεισμού μέσα στο σύστημα, που δεν υπάρχει κράτος, κυβέρνηση, επιχείρηση που να μπορεί να αντισταθεί. Μετά την κρίση του 2008/9 έγινε προσπάθεια να υπάρξει κάποιος έλεγχος αλλά αυτός έχει αποτύχει. Το δεν σύστημα κατάφερε ακόμη και να αποδυναμώσει με επίσημες νομοθετικές τροποποιήσεις τους εποπτικούς κανόνες που είχαν επιβληθεί με το Frank-Dodd Act.
Στην ουσία το σύστημα βασίζεται στην αρχή του Too Big to Fail – πολύ μεγάλος για να αποτύχει. Είναι τέτοιες οι διασυνδέσεις μεταξύ της επενδυτικής και της εμπορικής πρακτικής και είναι τόσο μεγάλα τα ποσά που δεν εμφανίζονται καν στους ισολογισμούς των τραπεζών που αν χρεοκοπήσει ένας, πέφτουν όλοι. Αυτή η λογική, που εξάλλου επιβεβαιώθηκε με την εμπειρία της Lehman Brothers έχει δώσει στο χρηματοπιστωτικό την ασυλία να κάνει ότι θέλει.
Το περίφημο shadow banking system (τραπεζικό σύστημα που λειτουργεί στο σκότος) είναι μία πραγματικότητα, μία πληθώρα σχημάτων που λειτουργούν έξω από το παραδοσιακό τραπεζικό σύστημα και που φέρει μάλιστα την ονομασία market-based finance (χρηματοδότηση με βάση την αγορά). Στην ουσία πρόκειται για μία ανεξέλεγκτη αγορά, εκατοντάδων τρισεκατομμυρίων που ασχολούνται με την χρηματοδότηση.
Τεράστια μεγέθη, πολύπλοκες και πολλαπλές διασυνδέσεις, τεράστια ταχύτητα αντιδράσεων, απουσία ελέγχου και ασυλία αν οι κίνδυνοι που αναλαμβάνονται αποδειχθούν υψηλοί και λαθεμένοι.
Αυτό το τέρας αντιμετώπισε η Truss και, φυσικά, κατατρόμαξε. Τώρα μάχεται να αποφύγει την οικονομική κατάρρευση και την προσωπική της πολιτική καταστροφή. Έχει περάσει πολύ νερό κάτω στο αυλάκι από το 1957 όταν ο πρωθυπουργός Harold Μacmillan δήλωνε στους Άγγλους «you never had it so good» (δεν ήσασταν ποτέ καλύτερα).
Διαβάστε επίσης:
Τζέρεμι Χαντ: Παρουσιάζει το νέο δημοσιονομικό σχέδιο της Βρετανίας
Μόσιαλος για Βρετανούς Συντηρητικούς: «Αλλάζουν κάθε μήνα υπουργό Οικονομικών!»
Λιζ Τρας: Eγκαταλείπει το σχέδιο για μείωση του φορολογικού συντελεστή των επιχειρήσεων