Στην Ελλάδα τουλάχιστον — όπως και στην συντριπτική πλειοψηφία των δημοκρατικών καθεστώτων της Δύσης– οι ψηφοφόροι εκλέγουν τον πρωθυπουργό. Αυτό είναι μία μη αναμενόμενη εξέλιξη της φιλελεύθερης δημοκρατίας, όπου η εκτελεστική εξουσία έχει απομείωση την ισχύ της νομοθετικής και, επιπλέον, η ίδια η εκτελεστική εξουσία έχει γίνει πρωθυπουργοκεντρική.
Δεν είναι της παρούσης να εξετάσουμε τα αίτια της συγκεκριμένης εξέλιξης—ας αρκεστούμε στην διαπίστωση – είτε μας αρέσει είτε όχι.
Με ποια πολιτική λογική, λοιπόν, ο αρχηγός ενός κόμματος της μειοψηφίας μπορεί να καθορίσει το πρόσωπο του πρωθυπουργού προκειμένου να δεχτεί – αν προκύψει το αίτημα – να συμμετάσχει σε μία συμμαχική κυβέρνηση;
Μία ερμηνεία είναι πως δεν υπάρχει πολιτική λογική αλλά μόνο ψυχολογικό πρόβλημα που μπορεί να είναι άκρατη εμπάθεια απέναντι στον αρχηγό του άλλου κόμματος ή, ακόμη χειρότερο ίσως, μία μεγαλομανία εκτός ορίων.
Στην πολιτική επιστήμη, πάντως, αυτή η στάση του κ. Ανδρουλάκη δεν έχει ούτε θεωρητική ούτε πρακτική βάση. Στο πρόσφατο ελληνικό παρελθόν, μάλιστα, συνειδητά, με την θέληση τους, εν δυνάμει πρωθυπουργοί έκαναν πίσω – προσωρινά, με αναφορά σε συγκεκριμένα χρονικά περιθώρια και για λόγους τακτικής που συνδέονταν με την ιδιαιτερότητα των εξελίξεων εκείνης της περιόδου.
Όλα αυτά, εξάλλου, είναι θνησιγενή πολιτικά σχήματα και υιοθετούνται με πλήρη επίγνωση ως προς τον βραχύβιο χαρακτήρα τους.
Τώρα, αν ο αρχηγός του δεύτερου στην τάξη κόμματος έχει χάσει σειρά εκλογικών αναμετρήσεων, η άρνηση υπηρέτησης υπό αυτόν μπορεί κάπως – επαναλαμβάνω κάπως—να δικαιολογηθεί. Πως μπορεί, όμως, ο νέος αρχηγός του ΠΑΣΟΚ να αρνηθεί το δικαίωμα της πρωθυπουργίας στον αρχηγό ενός κόμματος που έχει κατάγει μόνο εκλογικές νίκες;
Με δυσκολία θα μπορούσε κανείς να συνεχίσει την συζήτηση στην βάση της άρνησης, αν ο αρχηγός του ΠΑΣΟΚ μπορούσε να κατονομάσει το πολιτικό –ή άλλο—πρόσωπο που θεωρεί πως θα όφειλε να αναλάβει την πρωθυπουργία σε μία συμμαχική κυβέρνηση. Ο κ. Ανδρουλάκης, όμως, φαίνεται πως αρέσκεται στο μυστήριο – μάλλον πως τείνει προς την μυστικοπάθεια. Η πρόταση του, λοιπόν, ως προς το πρόσωπο που θα του είναι προσωπικά αποδεκτό ως πρωθυπουργός θα αποκαλυφθεί μετά τον πρώτο γύρο των εκλογών! Έτσι αποφάσισε και έτσι διέταξε.
Τολμώ να πω ότι ο αυταρχισμός διακρίνει τον αρχηγό του ΠΑΣΟΚ και συμβαδίζει με την υπέρμετρη αυτοεκτίμηση που τον χαρακτηρίζει. Κύριε Ανδρουλάκη, είναι αναφαίρετο δικαίωμα σας να αρνηθείτε την συμμετοχή της σε μία κυβέρνηση. Δεν είναι, όμως, δημοκρατικό σας δικαίωμα να θέλετε μυστικά να επιβάλλετε αλλαγή ηγεσίας σε ένα κόμμα που δεν είναι το δικό σας και να υπεξαιρείτε έτσι την σαφή απόφαση των πολιτών. Όσοι αύριο ψηφίσουν Ν.Δ. ψηφίζουν άμεσα και με σαφήνεια τον Κυριάκο Μητσοτάκη για πρωθυπουργό. Το ίδιο ακριβώς ισχύει και στην περίπτωση του ΣΥΡΙΖΑ και του Αλέξη Τσίπρα. Από πού αντλείται το δημοκρατικό δικαίωμα κ. Ανδρουλάκη να θέλετε να αναιρέσετε την ισχύ της ψήφου των πολιτών;»
Η προσέγγιση είναι, δυστυχώς, καθαρά εκβιαστική και θέτει ερωτήματα τόσο για την πολιτική ωριμότητα του αρχηγού του ΠΑΣΟΚ όσο και για τα πολιτικά του πιστεύω. Πολύ απλά, ο κ. Ανδρουλάκης λέει «αν δεν μπορείς Ν.Δ. (ή ΣΥΡΙΖΑ) να φτιάξεις αυτοδύναμη κυβέρνηση και ζητάς την στήριξη μου, τότε σε αντάλλαγμα, θα σου πως εγώ ποιος θα κυβερνήσει την χώρα. Δεν στο λέω μάλιστα από πριν για το γνωρίζεις και να κρίνεις. Θα στο πω όταν εγώ εκτιμήσω πως είναι η κατάλληλη στιγμή.»
Με άλλα λόγια, το μήνυμα του αρχηγού του ΠΑΣΟΚ προς τους πολίτες-ψηφοφόρους είναι απλό: δεν με ενδιαφέρει η κρίση σας, την υπακοή σας θέλω».
Φοβάμαι πως με τις εμμονές του ο κ. Ανδρουλάκης σε πολιτικό επίπεδο δεν αυτοπυροβολείται διαδοχικά, αλλά έχει την απίθανη πρωτοτυπία να αυτοκτονεί σταδιακά.
Διαβάστε επίσης
Ο νέος διπολισμός: μη αντιστρέψιμη πλέον η διαμάχη ΗΠΑ- Κίνας