Χαράλαμπος Γκότσης. πρώην Πρόεδρος Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς
Η ενδιάμεση έκθεση της επιτροπής για την αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης που θα διατεθούν στη χώρα μας δόθηκε στη δημοσιότητα. Όπως ήταν αναμενόμενο, χωρίς ιδιαίτερες εκπλήξεις και ακόμη χωρίς ρηξικέλευθες προτάσεις.
Ένα σχέδιο ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας, στο οποίο θα πρέπει να ενταχθούν όλες οι επενδυτικές πρωτοβουλίες της επόμενης εξαετίας, οι οποίες απαιτείται να είναι συμβατές με τους τρεις βασικούς στόχους που έχει θέσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Να εξυπηρετούν ένα μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα, να έχουν περιβαλλοντολογική αναφορά και να συμβάλλουν στην ψηφιακή μετάβαση τόσο του δημοσίου όσο και του ιδιωτικού τομέα.
Σε εθνικό επίπεδο, οι βασικοί άξονες μιας τέτοιας σημαντικής προσπάθειας θα έπρεπε να κατατείνουν στη δημιουργία μιας κοινωνικά δίκαιης και οικονομικά ισχυρής Ελλάδας. Πολύ φοβούμαι ότι με το σχέδιο που παρουσιάστηκε δεν εξυπηρετείται ούτε το ένα ούτε το άλλο.
Για μεν το πρώτο, από την ουσία των προτάσεων, παρά τις όποιες βερμπαλιστικές αναφορές που γίνονται, προκύπτει ότι η όποια κοινωνική δικαιοσύνη δεν αποτελεί ανεξάρτητο επιδιωκόμενο στόχο, αλλά παράγωγο της αναπτυξιακής διαδικασίας νεοφιλελεύθερης κοπής, που είναι η βασική επιλογή της επιτροπής.
Αλλά και σε ό,τι αφορά τη δημιουργία μιας ισχυρής οικονομίας μέσω του προτεινόμενου προγράμματος, οι επιφυλάξεις είναι μεγάλες. Ο προσεκτικός μελετητής διαπιστώνει ότι πρόκειται για ένα πρόγραμμα που βρίσκεται στην ίδια κατεύθυνση με όλα τα άλλα που έχουν προταθεί και μερικώς εφαρμοστεί την τελευταία δεκαετία.
Ενσωματώνει προτάσεις και απόψεις που βρίσκονται σε όλες τις εκθέσεις και τα προγράμματα ξένων και εγχώριων οργανισμών για τη χώρα μας, όπως της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, του ΟΟΣΑ, της Παγκόσμιας Τράπεζας, του ΔΝΤ, του ΙΟΒΕ, της Τράπεζας της Ελλάδος καθώς και της McKinsey του 2011.
Οι περισσότερες δε των προτάσεων περιέχονται και στα προγράμματα προσαρμογής, κυρίως στο πρώτο μνημόνιο, τα οποία έστω και ελλιπώς εφαρμόστηκαν στη χώρα την τελευταία δεκαετία. Τα πενιχρά αποτελέσματα που παρήγαγε αυτή η πολιτική καταγράφονται στο σχέδιο της επιτροπής με κάθε λεπτομέρεια.
Εκεί περιγράφονται όλα τα προβλήματα που κληρονομήσαμε από την επιβληθείσα δημοσιονομική πολιτική και τα οποία καλούμαστε τώρα να αντιμετωπίσουμε. Το παράδοξο είναι, ότι παρά τη διαπιστωμένη αναποτελεσματικότητα αυτής της συγκεκριμένης οικονομικής πολιτικής, η επιτροπή προτείνει στην ουσία τη συνέχισή της.
Η πολιτική αυτή, δυστυχώς, όχι μόνο δεν έλυσε τα μεγάλα προβλήματα της ελληνικής οικονομίας, αλλά πολλά έχουν ακόμη και οξυνθεί.
Το δημόσιο καθώς και το ιδιωτικό χρέος, οι επενδύσεις και η αποταμίευση, η ενσωμάτωση των νέων τεχνολογιών στα παραγόμενα προϊόντα, το ποσοστό του πληθυσμού που απειλείται από φτώχεια, η συμμετοχή του συντελεστή εργασίας στη διανομή του προϊόντος μετά από αλλεπάλληλες μειώσεις μισθών, η κατάσταση των τραπεζών και άλλα πολύ σοβαρά προβλήματα έχουν πάρει ήδη μόνιμο χαρακτήρα και αγγίζουν τον πυρήνα μιας οικονομίας που μαστίζεται από ανεπανόρθωτες βλάβες.
Σημειωτέον, ότι αυτές οι εκτιμήσεις έχουν «τρέξει» χωρίς να ληφθούν υπόψη οι νέες απώλειες που προέκυψαν και θα προκύψουν από την υγειονομική κρίση.
Στο πρόγραμμα τίθεται ως βασική επιδίωξη η αύξηση της παραγωγικότητας της ελληνικής οικονομίας, μέσα από τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων.
Στόχος η αύξηση των διεθνώς εμπορεύσιμων αγαθών και υπηρεσιών που θα συμβάλουν στη μεγαλύτερη συμμετοχή των εξαγωγών στον σχηματισμό του ΑΕΠ.
Λαμβάνοντας δε υπόψη ότι οι περισσότερες ελληνικές εξαγωγές χαρακτηρίζονται από χαμηλή τεχνολογική ενσωμάτωση, θα επιδιωχθεί η συμμετοχή νέων τεχνολογιών και καινοτομίας στα παραγόμενα και προσφερόμενα προϊόντα.
Η μαγική φόρμουλα για να το επιτύχουμε κατά το πρόγραμμα είναι η στήριξη των μεγάλων επιχειρήσεων, οι οποίες είναι σε θέση να αντιμετωπίσουν τον ανταγωνισμό και να αυξήσουν τις εξαγωγές. Συνεπώς θα πρέπει να υπάρξει μια περαιτέρω συγκέντρωση με την εξαφάνιση πολλών ακόμη μικρών επιχειρήσεων.
Τεχνηέντως αναφέρονται μαζί με τις μεγάλες και οι μεσαίες ως φορείς προόδου, κάτι που είναι μεν σωστό, μόνο που τα προβλήματα των μεσαίων επιχειρήσεων βρίσκονται πιο κοντά στις μικρές επιχειρήσεις παρά στις μεγάλες. Η άποψη αυτή είναι το λιγότερο προβληματική, αφού δεν λαμβάνει σημαντικά χαρακτηριστικά της ελληνικής οικονομίας, τα οποία στο παρελθόν στήριξαν την παραγωγή και τα εισοδήματα.
Η σημαντική θέση που έχει η μικρομεσαία επιχείρηση στην Ελλάδα, τόσο σε ό,τι αφορά στη συμβολή της στο παραγόμενο προϊόν όσο και στην απασχόληση, είναι γνωστή. Με τα θετικά της και τα αρνητικά της, όπως είναι η πιθανή εκτεταμένη φοροδιαφυγή. Όμως θα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε κάτι. Δεν σχεδιάζουμε εξ υπαρχής ένα παραγωγικό υπόδειγμα, ώστε να επιλέξουμε τις άριστες λύσεις.
Είμαστε υποχρεωμένοι να λάβουμε ως δεδομένο τόσο το μέγεθος και το πλήθος των μικρομεσαίων επιχειρήσεων όσο και την κυριαρχία των τομέων του τουρισμού, της ναυτιλίας, της ενέργειας, των μεταφορών, της αγροδιατροφικής αλυσίδας, όπου αποδεδειγμένα διαθέτουμε ισχυρό συγκριτικό ή και απόλυτο πλεονέκτημα. Εδώ ακριβώς είναι αναγκαία η παρέμβαση του κράτους μέσω του προγράμματος.
Να ενισχυθούν οι υφιστάμενες επιχειρήσεις για να εκσυγχρονίσουν την παραγωγή τους, να οργανώσουν τις αλυσίδες διάθεσης των προϊόντων και να εισάγουν καινοτόμες μεθόδους σε όλες τις δραστηριότητες σε συνεργασία με τα πανεπιστημιακά και ερευνητικά ιδρύματα της χώρας, ώστε να διασφαλιστεί η διάχυση των αποτελεσμάτων σε όλες τις επιχειρήσεις του κλάδου.
Πάνω απ’ όλα όμως θα πρέπει να διατεθούν σημαντικά κονδύλια για έρευνα και ανάπτυξη, αλλά και για την αξιοποίηση των ευρημάτων με την ενίσχυση των νεοφυών επιχειρήσεων του τεχνολογικού τομέα, κυρίως στο στάδιο της εισαγωγής τους στην αγορά. Ο ρόλος του κράτους εδώ είναι καταλυτικός.
Ακόμη και στις ΗΠΑ, στη μητρόπολη του καπιταλισμού, η συμμετοχή του κράτους στη δημιουργία καινοτόμων, δυναμικών επιχειρήσεων με κεφαλαιοποίηση που αυτή τη στιγμή αγγίζει ακόμη και το 1 τρισ. δολάρια, όπως η Google, η Amazon, η Apple ή η Facebook, όχι μόνο κατά την εκκίνηση αλλά και σήμερα είναι σημαντική.
Χωρίς να παρεμβαίνει άμεσα στη λειτουργία τους, στηρίζει κατά περίπτωση προσπάθειες που θεωρεί ότι προάγουν την επιστήμη, την καινοτομία, την παραγωγή και την πρόοδο. Η αμερικανική κυβέρνηση είναι εκείνη που χρηματοδότησε την έρευνα που ενσωματώνει την εξυπνάδα στο γνωστό μας iPhone.
Η υπηρεσία Darpa του αμερικανικού υπουργείου Άμυνας χρηματοδότησε την ανάπτυξη του Internet, μέσω του οποίου είμαστε πλέον όλοι οι πολίτες του κόσμου συνδεδεμένοι. Επίσης, το γεγονός ότι μέσω της εφαρμογής GPS στο κινητό μας μπορούμε να βρούμε τον ακριβή τόπο που κάθε στιγμή βρισκόμαστε, το οφείλουμε στο διαστημικό πρόγραμμα Navstar.
Είναι καιρός, λοιπόν, απαλλαγμένοι από ιδεοληπτικές αγκυλώσεις, να επενδύσουμε στο μέλλον. Να επιλέξουμε τομείς όπου δραστηριοποιούνται μικρομεσαίες εταιρείες που μπορούν να αναπτυχθούν σε εθνικούς πρωταθλητές παγκοσμίως.
Να ενισχύσουμε προσπάθειες νέων επιστημόνων αλλά και ερευνητικών ινστιτούτων που ασχολούνται με την τεχνολογική έρευνα, τη βιοτεχνολογία, τη νανοτεχνολογία, την τεχνητή νοημοσύνη και κάθε άλλη ερευνητική δραστηριότητα που έχει προοπτική να δημιουργήσει αξία για την πατρίδα μας.
Μέχρι πρότινος κάθε ιδέα για τέτοιου είδους, πέρα από το πλαίσιο, προτάσεις, προσέκρουαν στην έλλειψη πόρων.
Τώρα όμως έχουμε τους πόρους, έχουμε το ανθρώπινο δυναμικό, αν όχι στην Ελλάδα, στο εξωτερικό, ικανό να σχεδιάσει και να υλοποιήσει κάθε νέα πρόταση που θα συμβάλει στη δημιουργία της οικονομικά ισχυρής Ελλάδας με κοινωνική δικαιοσύνη που οραματιζόμαστε. Ας το τολμήσουμε!