• Άρθρα

    Οι Γερμανοί ξανάρχονται και ξαναχτυπούν

    Η ιδιοτελής εμμονή με τον πληθωρισμό και τα επιτόκια

    Αντώνης Κεφαλάς – Αρθρογράφος


    Τον Απρίλιο του 2021 το ερευνητικό ινστιτούτο CEPR δημοσίευσε άρθρο πέντε σημαντικών ακαδημαϊκών με επικεφαλής τον J.P. Krahmen και με τίτλο «Η Ευρωπαϊκή Οικονομική Πολιτική μετά τον Covid” ανανεώνοντας τον διάλογο για αλλαγές στα κριτήρια σύγκλισης του Μάαστριχτ –οπότε και του Συμφώνου Ανάπτυξης και Σταθερότητας.

    Το σημαντικό στοιχείο στο άρθρο αυτό ήταν η επισήμανση ότι οι εξελίξεις όπως του κορωνοϊού και της κλιματικής αλλαγής άλλαξαν την σημασία και ισορροπία αξιών που είχαν θεωρηθεί ως δεδομένες και αναντικατάστατες στα προηγούμενα χρόνια. Η Ε.Ε. όφειλε, λοιπόν, σε πρώτο να προσπαθήσει να επιλύσει διλήμματα της μορφής: Ανθεκτικότητα έναντι Αποδοτικότητας, Βιωσιμότητα έναντι Ανάπτυξης, Περιβάλλον έναντι Δημοσιονομικής Πειθαρχίας, Ευρωπαϊκή Ενοποίηση έναντι Αυτονομίας, Οικονομία έναντι Γεωπολιτικής, Αλλαγές Συμφωνιών έναντι, Εθνικής Κυριαρχίας.

    Το άρθρο αυτό αποκτά ιδιαίτερη σημασία καθώς, όπως η στήλη αυτή έγραψε χθες, στους επόμενους μήνες και με αφορμή την άνοδο του πληθωρισμού, η διαμάχη για την αναθεώρηση των κριτηρίων για το αποδεκτό μέγεθος των πρωτογενών ελλειμμάτων και του δημόσιου χρέους θα είναι σκληρή.

    Από την πλευρά της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) οι γραμμές φαίνεται να έχουν οριστεί. Η Christine Lagarde ξεκαθάρισε ότι κρίνει τις πληθωριστικές πιέσεις παροδικές. Και ο Klaus Regling του European Stability Mechanism δείχνει να συντάσσεται με την μελέτη συνεργατών του που προτείνει την αναθεώρηση των κριτηρίων. Με το θέμα αυτό μάλιστα η στήλη είχε ασχοληθεί στις 29/10 με τίτλο «Προμηνύεται σύγκρουση ΕΚΤ, ΕΜΣ και ΕΕ;».

    Στην αντίθετη πλευρά και με την προοπτική να παγιδεύσουν την Επιτροπή οι Otmar Issing (μέλος του ΔΣ της ΕΚΤ και resident του Center for Financial Studies at Goethe University, Frankfurt) και ο Hans-Werner Sinn, ομότιμος καθηγητής οικονομικών στο πανεπιστήμιο του Μονάχου, πρώην πρόεδρος του Ifo Institute for Economic Research και σύμβουλος του Γερμανικού υπουργείου οικονομικών) δημοσίευσαν συγχρόνως δύο άρθρα στο Project Syndicate προειδοποιώντας για τον πληθωρισμό και ουσιαστικά υποστηρίζοντας την …αγιότητα των συνθηκών. Δηλαδή, την επιστροφή στα σκληρά κριτήρια του 3% για το πρωτογενές έλλειμμα (εκτός κι αν η απόκλιση είναι εξαίρεση ή υπάρχει σαφής τάσης μείωσης του) και του 60% για τον λόγο χρέους προς ακαθάριστο εγχώριο προϊόν (ΑΕΠ (εκτός αν και εδώ υπάρχει πτωτική πορεία).

    Σε δοκίμιο εργασίας που μόλις δημοσιεύτηκε (Η αναθεώρηση του Ευρωπαϊκού Δημοσιονομικού Πλαισίου: επισκόπηση της συζήτησης και μια μετριοπαθής πρόταση) οι Γιώργος Ιωαννίδης και Παναγιώτα Κολιούση του Ελληνικού Δημοσιονομικού Συμβουλίου δείχνουν με σαφήνεια την καθαρή τρέλα της συγκεκριμένης διαδικασίας για την αντιμετώπιση των «υπερβολικών ελλειμμάτων». Η χώρα μας, π.χ., θα χρειαζόταν 53 χρόνια για να πέσει το χρέος κάτω από το 70% του ΑΕΠ, και μάλιστα με τις μη ρεαλιστικές προϋποθέσεις για ανάπτυξη 5% το χρόνο, επιτόκιο σταθερό στο 3,5%, πληθωρισμό 2% και με βάση του σημερινό δημοσιονομικό πλαίσιο.

    Στο άρθρο τους οι Ιωαννίδης και Κολιούση παρουσιάζουν προτάσεις μεταρρύθμισης όπως του Γαλλικού Συμβουλίου Οικονομικής Ανάπτυξης και του Ευρωπαϊκού Δημοσιονομικού Συμβουλίου. Το πρόβλημα είναι ότι και στις δύο προτάσεις το 60% του λόγου χρέους προς ΑΕΠ παραμένει απαράβατος όρος. Η μεταρρύθμιση, λοιπόν, είναι χωρίς δόντια κι αυτό προκύπτει από το γεγονός ότι ακόμη η πρόταση της μελέτης του ΕΜΣ να αυξηθεί το όριο στο 100%, δε είναι ρεαλιστική με τις σημερινές συνθήκες.

    Μία άλλη πρόταση «7+7» (επτά Γάλλων και επτά Γερμανών οικονομολόγων) προτείνει να εγκαταλειφθεί η αναφορά στο διαρθρωτικό έλλειμμα και η πορεία μείωσης του χρέους να κρίνεται με βάση την πορεία της δημόσιας δαπάνης—οπότε μία χώρα με υψηλό χρέος θα ήταν υποχρεωμένη να αυξάνει τις δαπάνες με ρυθμό χαμηλότερο από τον μακροχρόνιο ρυθμό ανάπτυξης.

    Σημαντική και ρεαλιστική κρίνεται η πρόταση οικονομολόγων με επικεφαλής τον Olivier Blanchard (πρώην επικεφαλής οικονομολόγος του ΔΝΤ, ομότιμος καθηγητής του ΜΙΤ και μάλιστα στην έδρα R.Solow και νυν στο ερευνητικό ινστιτούτο PIIE) που υποστηρίζουν την αποκήρυξη των ενιαίων για όλους ποσοτικών κανόνων και την υιοθέτηση για την κάθε χώρα ξεχωριστά ποιοτικών κανόνων, Η ανάλυση βιωσιμότητας του χρέους να γίνεται με βάση τις πιθανότητες ((stochastic debt sustainability analysis) και ο έλεγχος της συμμόρφωσης να πραγματοποιείται με βάση τα πραγματικά στοιχεία (ex post) και όχι προκαταβολικά (ex ante).

    Οι Ιωαννίδης και Κολιούση παρουσιάζουν δική τους, μετριοπαθή όπως την χαρακτηρίζουν, πρόταση που συνδέει την ταχύτητα προσαρμογής του χρέους (μείωση κατά το 1/20 του ποσού πάνω από το 60%) με τον πραγματικό ρυθμό ανάπτυξης. Προσδιορίζουν έτσι, ένα «δημοσιονομικό μονοπάτι»– όπως το αποκαλούν όπου:

    • Αν ο ρυθμός ανάπτυξης (σε πραγματικούς όρους) είναι από 0,5% έως 1,49%, το κράτος είναι υποχρεωμένο να διατηρεί σταθερή την σχέση χρέους προς ΑΕΠ.
    • Αν είναι μεταξύ 1,5% και 2,49%, πρέπει να μειώνεται κατά το μισό του ρυθμού ανάπτυξης
    • Αν υπερβαίνει το 2,5%, κατά 0,7 του ρυθμού ανάπτυξης.

    Πρόκειται, πράγματι, για μία μετριοπαθή πρόταση, που προφανώς επιδιώκει να ξεπεράσει τις αντιδράσεις των «γερακιών». Για το μέλλον της Ευρώπης, πάντως, το κρίσιμο ερώτημα είναι αν η πρόταση είναι αρκούντως ρεαλιστική με βάση τα σημερινά δεδομένα της πανδημίας, της κλιματικής αλλαγής και των ανισοτήτων. Διότι, αν δεν αντιμετωπιστούν αυτά τα προβλήματα πραγματικά θα είναι άσχετο να συζητάμε για… μέτρα και σταθμά!

    Από πολιτικής πλευράς το παιγνίδι θα κριθεί μεταξύ άλλων (αλλά σε μεγάλο βαθμό) από το θέμα του πληθωρισμού. Στο θέμα αυτό είναι αξιοπρόσεκτο άρθρο των Tobias Adrian και Gita Gopinath του ΔΝΤ, που ξεκάθαρα υποστηρίζει ότι οι τωρινές πληθωριστικές πιέσεις δεν είναι νομισματικές. Αντί να εξετάζουν τις τρέχουσες εξελίξεις, εκτιμούν τον ετήσιο συσσωρευμένο σκληρό πυρήνα του πληθωρισμού (annual cumulative inflation) χωρίς δηλαδή τα τρόφιμα και την ενέργεια και δείχνουν ότι:

    • Στις ΗΠΑ και στο Η.Β. ξεπερνά τον στόχο της κεντρικής τράπεζας κατά 1,5 και 0,5 μονάδα αντίστοιχα.
    • Στον Καναδά συμπίπτουν
    • Στις Αυστραλία, Κορέα, Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία και γενικά στην ευρωζώνη είναι κάτω από τον στόχο.

    Η χθεσινή (2/12) στήλη παρουσίασε τα αίτια του πληθωρισμού – και κανένα δεν μπορεί να ανταποκριθεί σε αλλαγή του επιτοκίου. Το ανωτέρω άρθρο το επιβεβαιώνει.

    Είναι γενική πλέον η άποψη ότι οι πληθωριστικές πιέσεις θα διατηρηθούν τουλάχιστον μέχρι το τέλος του πρώτου εξαμήνου του 2022. Δεν πρέπει να χρησιμοποιηθούν ούτε για να επιβληθεί αύξηση των επιτοκίων ούτε για να αναβληθεί η αναθεώρηση των ηλίθιων κανόνων του Συμφώνου Ανάπτυξης και Σταθερότητας. Αντίθετα, ως χειρότερο σενάριο θα πρέπει να ληφθεί η μερική χρονική επέκταση μέχρι το τέλος του 2022) της νομισματικής χαλαρότητας μέσω του PEPP και η αναβολή της αναθεώρησης. Ως καλύτερο η περαιτέρω επέκταση του PEPP και η αναθεώρηση με βάση τις προτάσεις Blanchard.

    Την 1/12 η στήλη υποστήριξε ότι η αύξηση των επιτοκίων, το κλείσιμο της θύρας του PEPP και η μη αναθεώρηση θα οδηγήσουν στην επανεμφάνιση του στασιμοπληθωρισμού. Η στήλη εμμένει στην θέση της.

    Διαβάστε επίσης

    Τα σημεία «πνιγμού» και ο πληθωρισμός



    ΣΧΟΛΙΑ