Μια γρήγορη ματιά στον θαυμαστό κόσμο των social media, εκεί όπου τα πάντα αποθεώνονται και τα πάντα ταυτόχρονα κατακρεουργούνται, θα μας κάνει να καταλάβουμε πόσο βαθιά διχασμένη είναι η Ελλάδα.
Με αφορμή το θάνατο του Κώστα Σημίτη, ενός από τους μακροβιότερους πρωθυπουργούς της Μεταπολίτευσης, μιας πολιτικής προσωπικότητας από τις μεγαλύτερες των τελευταίων 60 ετών για διάφορους λόγους, βρήκαμε ξανά θέμα για να διχαστούμε.
Αραγε, όλες οι σημαντικές προσωπικότητες δεν χαρακτηρίζονται και από μεγάλες αντιφάσεις; Και στο κάτω – κάτω, αφού και ο Σημίτης μπόρεσε να διχάσει τόσο πολύ τους Ελληνες, μήπως μόνο και μόνο για το λόγο αυτό είναι ένας πολιτικός με τεράστιο εκτόπισμα;
Ενας πολιτικός από εκείνους που τουλάχιστον αξίζει να διχάζεσαι; Να συζητάς, να κρίνεις, να αξιολογείς, να διαγράφεις ή να αποθεώνεις;
Κατά τη γνώμη μου ακριβώς γι’ αυτό το λόγο ο Σημίτης ήταν σπουδαίος και μπαίνει επάξια στο κάδρο των τεράστιων πολιτικών προσωπικοτήτων της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας. Και η ίδια η ιστορία είναι αυτή που θα τον κρίνει με το πέρασμα των ετών.
Σίγουρα όχι τα ακροδεξιά κοράκια που κάνουν καριέρα εδώ και δεκαετίες πουλώντας «Ελλάδα».
Και σίγουρα όχι κάποια ακροαριστερά «τζουκμπόξ» που ανάλογα με το νόμισμα που τους ρίχνουν τα αφεντικά γίνονται τα βολικά στηρίγματα του συστήματος.
Τουλάχιστον ο Σημίτης ήταν πραγματικός αντιστασιακός την περίοδο της Χούντας κι όχι γιαλαντζί επαναστάτης.
Κι εξηγούμαι:
Οι ακροδεξιοί καταχάρηκαν με το θάνατο του Σημίτη. Από το πρωί τον έχουν «θάψει», πριν ακόμη ταφεί με τιμές πρωθυπουργού και με ό,τι αξίζει σε έναν άνθρωπο που κυβέρνησε τη χώρα.
Το χάρηκαν γιατί, λένε, πούλησε την Ελλάδα στην υπόθεση των Ιμίων, γιατί είπε ευχαριστώ στους Αμερικανούς διότι δεν έγινε πόλεμος.
Να φανταστώ βεβαίως ότι αν γινόταν πόλεμος θα έτρεχαν να κρυφτούν πίσω από χαρτιά Ι5, αλλά αυτό είναι μια άλλη συζήτηση.
Σαφώς κι έγιναν λάθη στην υπόθεση των Ιμίων, σαφώς και κάποιες επιλογές δεν άρεσαν τότε και τώρα. Όμως, οι «γκρίζες» ζώνες δεν δημιουργήθηκαν τότε. Κι εν πάση περιπτώσει, όλοι αυτοί που βρίζουν τον Σημίτη, δεν έχουν τίποτε άλλο από το να χαρακτηρίζουν εαυτούς «πατριώτες» και τους άλλους μειοδότες.
Τους βλέπουμε και τώρα με την περίπτωση Σαμαρά και τις εμμονές του.
Τον κατηγορούν γιατί, λένε, παρέδωσε τον Οτσαλάν στους Τούρκους, έναν Οτσαλάν που ακόμη και σήμερα δεν γνωρίζουμε τι ρόλο παίζει τελικά. Αν δηλαδή είναι ένας πραγματικός ηγέτης των Κούρδων ή πρόκειται για βολικό «εχθρό» της Τουρκίας.
Τον κατηγορούν επίσης για την υπόθεση του Χρηματιστηρίου. Και ίσως να έχουν δίκιο. Μια επίπλαστη οικονομική ανάπτυξη που οδήγησε σε έκρηξη του Χρηματιστηρίου και τελικά στο δράμα των χιλιάδων εγκλωβισμένων που έχασαν εκατομμύρια.
Όμως, όσο κατηγορεί κάποιος την κυβέρνηση γιατί δεν έκανε κάτι για να προστατέψει τους «επενδυτές», άλλο τόσο πρέπει να κατηγορήσουν και όλοι εκείνοι οι «επενδυτές» τους εαυτούς τους που πίστεψαν ότι το ΧΑ είναι ένα κτίριο που μοιράζει τζάμπα χρήμα.
Ας μην ξεχνάμε όλους εκείνους που δεν είχαν την παραμικρή ιδέα από μετοχές, αλλά έγιναν εν μια νυκτί «ειδικοί».
Οι ακροαριστεροί τον κατηγορούν από την άλλη για… νεοφιλελευθερισμό, τον χαρακτηρίζουν «δεξιό» γιατί δεν μοίραζε αφειδώς χρήμα, όπως ο προκάτοχός του, Ανδρέας Παπανδρέου.
«Λογιστάκο» τον λένε γιατί έκανε σκληρή οικονομική διαχείριση, κι όχι παροχές με δανεικά που οδήγησαν σε χρεοκοπία την Ελλάδα.
Τον κατηγορούν μέχρι και γιατί επί δικής του κυβέρνησης εξαρθρώθηκε η «17 Νοέμβρη», το ελληνικό αίσχος της Μεταπολίτευσης.
Ολοι αυτοί βεβαίως ξεχνούν ότι ο Σημίτης με τον εκσυγχρονισμό του έβαλε τις βάσεις για να γίνει η Ελλάδα μια κανονική ευρωπαϊκή χώρα.
Ξεχνούν τα σπουδαία έργα που άλλαξαν την εικόνα της χώρας, χάρη στην ορθή διαχείριση των κοινοτικών κονδυλίων που χάρη στον Σημίτη δεν έγιναν… πιάτα και λουλούδια στην Εθνική οδό.
Ξεχνούν την είσοδο της Ελλάδας στη σκληρή ζώνη του ευρώ, ένας σταθμός στην πορεία της χώρας στην ευρωπαϊκή οικογένεια, που βεβαίως ορισμένοι «βλαμμένοι» που τους γνωρίσαμε και το 2015, δεν θέλουν.
Ξεχνούν την είσοδο της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ενωση, χωρίς να έχει λυθεί το Κυπριακό.
Ξεχνούν τις μεγάλες μεταρρυθμίσεις που έγιναν και τις προσπάθειες που έμειναν μισές, όπως το Ασφαλιστικό. Υπάρχουν πολλά που έκανε αυτός ο σκληρός «λογιστάκος», που ποτέ δεν έθελξε τον ελληνικό λαό όπως ο Ανδρέας, αλλά και που ποτέ δεν επέτρεψε τον λαϊκισμό να γίνει κυρίαρχη πολιτική επιλογή.
Ναι, υπάρχουν και πολλά που δεν έκανε. Όπως το να αφήσει τη διαφθορά να σκεπάσει το πολιτικό σύστημα. Και ορθώς κατηγορείται ως «τροχονόμος» της διαπλοκής με δικούς του ανθρώπους, στενούς του συνεργάτες να γίνονται πρωτοσέλιδα για δωροδοκίες, μίζες, απίθανες ιστορίες διαφθοράς.
Ας κριθεί, λοιπόν, ο Κώστας Σημίτης με νηφαλιότητα. Ας επικριθεί για τα λάθη του, αλλά και ας αποθεωθεί για τα όσα σημαντικά έκανε για την πατρίδα.
Μου μένει επίσης το γεγονός ότι εγκατέλειψε την πολιτική ήσυχα, όπως έζησε. Χωρίς να θρέψει το Βυζάντιο, χωρίς να παρεμβαίνει στα πολιτικά και Πασοκικά ζητήματα προκαλώντας αναταράξεις.
Ηταν ένας πολιτικός γίγας ανάμεσα σε πολλούς άλλους νάνους της πολιτικής.
Και θα κριθεί αφού πρώτα συγκριθεί με τους προηγούμενους και τους επόμενους. Με το τι πρόσφερε ο καθένας τους, με το τι μένει στην Ελλάδα.
Ο Κώστας Σημίτης έζησε αθόρυβα, κυβέρνησε χωρίς κραυγές, έφυγε από την πολιτική χωρίς πάταγο και προσωπικές εμμονές, πέθανε ήσυχα…