Λογικό λοιπόν ότι συγκίνησε τόσο τον πρώην υπουργό Οικονομικών του μοιραίου 2015 Γιάνη Βαρουφάκη ώστε να γράψει για τους συγγραφείς του βιβλίου έναν παιάνα: Οι δύο κορυφαίοι οικονομολόγοι, νομπελίστες και καθηγητές του MIT, απέκτησαν παγκόσμια φήμη μελετώντας τους απανταχού φτωχούς.
Όπως ο επισήμανε ο Βαρουφάκης στο άρθρο του στον Guardian, οι συγγραφείς «εξετάζουν τα πιο κρίσιμα ζητήματα που αντιμετωπίζει η ανθρωπότητα (μετανάσταυεση, εμπόριο, η διόγκωση των ανισοτήτων, η κλιματική καταστροφή) συνδυάζοντας ταπεινοφροσύνη για όλα όσα η οικονομία δεν δύναται να μας πει και περηφάνια για τη συμβολή της στην περιορισμένη αντίληψή μας».
Όπως πολύ σωστά παρατηρεί, οι δύο νομπελίστες εφόρμησαν τους συλλογισμούς τους από την εξής αυτονόητη θέση: Κάπου πρέπει να έχουν παραστρατήσει ή κάπως μάλλον έχουν σφάλλει οι οικονομολόγοι ώστε να έχουν πλέον τόσο κακή φήμη.
Στα μάτια του κόσμου οι οικονομολόγοι και οι CEOs ισοσκελίζονται με το δημοκρατικό έλλειμμα που πλήττει τα σύγχρονα κράτη. Οι οικονομολόγοι (και διάφοροι νομπελίστες ανάμεσά τους) προσφέρουν τα θεωρητικά εργαλεία σε αυτό που ο Γουόρεν Μπάφετ χαρακτήρισε «όπλα μαζικής χρηματοπιστωτικής καταστροφής».
Η αδυναμία πρόβλεψης
Και το 2008, η Βασίλισσα Ελισάβετ σχημάτισε την εξής ρητορική ερώτηση: «Γιατί κανείς δεν κατάφερε να το προβλέψει;». Όπως επισημαίνει όμως και ο Τομά Πικετί σχολιάζοντας το βιβλίο των Μπάνερτζι και Ντουφλό, «δεν φορούν γραβάτα όλοι οι οικονομολόγοι, ούτε όλοι σκέφτονται σαν τραπεζίτες».
Ενώ οι ίδιοι οι συγγραφείς εξηγούνται: «Γράψαμε αυτό το βιβλίο για να διατηρήσουμε την ελπίδα. Για να αφηγηθούμε μια ιστορία σχετικά με το τι πήγε λάθος και γιατί, αλλά επίσης ως μια υπενθύμιση όλων όσα πήγαν καλά. Ένα βιβλίο τόσο για τα προβλήματα όσο και για το πώς μπορεί ο κόσμος να διορθωθεί ξανά, φτάνει να είμαστε ειλικρινείς στη διάγνωση. Ένα βιβλίο σχετικά με το σε τι απέτυχε η οικονομική πολιτική, πού μας τύφλωσε η ιδεολογία, πού χάσαμε το προφανές, αλλά επίσης ένα βιβλίο σχετικά με το πού και γιατί είναι χρήσιμα τα καλά Οικονομικά, ειδικά στον σημερινό κόσμο».
Όπως εξηγεί στον πρόλογό του ο Κώστας Αναγνωστόπουλος στον πρόλογο της ελληνικής έκδοσης (δική του μετάφραση), «η επιδίωξη του βιβλίου είναι διττή. Από τη μία εστιάζεται στα τεράσια και δισεπίλυτα ζητήματα που διχάζουν τις σημερινές κοινωνίες και, από την άλλη, φιλοδοξεί να καταδείξει “πού και γιατί είναι χρήσιμα τα καλά οικονομικά ειδικά στο σημερινό κόσμο”».
Αν όμως οι οικονομλογόοι έχουν δαιμονοποιηθεί, δεν φταίει η ίδια η επιστήμη. Τα διάφορα υψηλόβαθμα στελέχη με MBA που εμφανίζονται σε τηλεοπτικές εκπομπές ή στα διάφορα έντυπα, υπερασπίζονται απερίφραστα και ωμά συμφέροντα κερδοφορίας της εταιρείας τους.
Από την άλλη, εμφανίζονται οι διάφορες ουτοπίες που διαλαλούν οι μακροσκελείς, μακροοικονομικές λύσεις από οικονομολόγους του αριστερού φάσματος. Σύντομα και αυτές προσκρούουν στη σύνθετη πραγματικότητα και αποδεικνύονται «κενολογίες» η μία μετά την άλλη.
Αντιδρώντας σε αυτήν τη θεωρητική φλυαρία και το ερευνητικό κενό, εμφανίστηκαν πάλι διάφοροι οικονομολόγοι που προτείνουν τη μαθηματικοποίηση της επιστήμης και την αναγωγή των λύσεων (τιμών και ποσοτήτων) σε καθαρά μαθηματικά ή φυσικομαθηματικά θεωρήματα. Με αποτέλεσμα, όπως το έθεσε ο νομπελίστας του 1988 Μορίς Αλαί, να απομακρυνθούν και αυτοί ακόμη περισσότερο από την πραγματικότητα.
Αυτές οι ακραίες οικονομικές τάσεις, υποστηρίζουν οι δύο καθηγητές, εμπόδισαν τους οικονομολόγους της παγκόσμιας κοινότητας να μαντέψουν τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2007-2008.
«Δεν μπορείς να ισχυρίζεσαι ότι τα οικονομικά είναι παρόμοια με τη φυσική και, ταυτόχρονα, όχι μόνον να αποτυγχάνεις σε τρέχουσες προβλέψεις (π.χ. αύξηση του ΑΕΠ ή επίπεδο της ανεργίας σε δύο χρόνια), αλλά να μην μπορείς καν να δεις τον επερχόμενο Αρμαγγεδώνα», επισημαίνει ορθώς και ο Κώστας Αναγνωστόπουλος προς επίρρωσιν της λογικής των δύο συγγραφέων.
Πολύ απλά: Εάν οι οικονομολόγοι προσβλέπουν σε σωστές οικονομικές προβλέψεις οφείλουν να συνυπολογίσουν τον σημαντικό παράγοντα ανθρώπινης αξιοπρέπειας (και το κόστος της ματαίωσης) στις στοχοθετήσεις των ανθρώπων. Άυλοι παράγοντες συναισθηματικής φύσεως παίζουν κυρίαρχο ρόλο στις ανθρώπινες αποφάσεις. Η οικονομία αποτελεί την κατεξοχήν ανθρωπιστική επιστήμη.
Όπως σημειώνουν οι συγγραφείς «η αποκατάσταση της ανθρώπινης αξιοπρέπειας στην κεντρική της θέση… πυροδοτεί μία βαθιά αναθεώρηση των οικονομικών προτεραιοτήτων και των τρόπων που οι κοινωνίες φροντίζουν για τα μέλη τους, ειδικά όσα βρίσκονται σε ανάγκη».
Συνάδελφοι καθηγητές στο ΜΙΤ, ο Αμπιτζίτ Μπάνερτζι και η Εστέρ Ντουφλό γράφουν με τρόπο αφηγηματικό που θα συναρπάσει και όσους δεν κατέχουν οικονομικές γνώσεις.
Ο μηχανικός και ο υδραυλικός
Τα συχνά λάθη οδήγησαν τους πολιτικους σε ισοπεδωτικές υπεραπλουστεύσεις και προκατειλημμένες υποθέσεις σχετικά με το τι επιθυμούν οι άνθρωποι και τι τους οφελεί πραγματικά.
«Αν οι οικονομολόγοι κατάφερναν να σκέφτονται σαν ταπεινόφρονες, ικανοί άνθρωποι στο ίδιο επίπεδο με τους οδοντιάτρους, αυτό θα ήταν θαυμάσιο», παρατηρούσε ο Τζον Μέιναρντ Κέινς στη Γενική Θεωρία. Στην ίδια γραμμή, ο Άλβιν Ροθ (Νόμπελ 2012) υπέδεξει τον παραλληλισμό με τη μηχανοτεχνία (engineering) ενώ οι Μπάνερτζι και Ντουφλό χρησιμοποιούν την παραλληλία με τους υδραυλικούς.
Ο Ροθ πίστευε ότι όπως οι μηχανικοί εκμεταλλεύονται ττα πορίσματα των φυσικών επιστημών για να σχεδιάσουν τεχνητά συστήματα έτσι και οι οικονομολόγοι μπορούν να χεδιάσουν αγορές, θεσμούς, κοινωνικές πολιτικές με ανάλογο τρόπο.
Είχε εξηγήσει ότι: «Ο σχεδιασμός των αγορών εμπεριέχει την υπευθυνότητα για τη λεπτομέρεια, την ανάγκη ενασχόλησης με όλες τις περιπλοκότητες της αγοράς, όχι μόνον με τα θεμελιώδη χαρακτηριστικά της. Οι σχεδιαστές επομένως, δεν μπορούν ν εργάζονται μόνον με απλά νοητηικά μοντέλα πυ χρησιμοποιούνται για τη θεωρητική γνώση της γενικής λειτουργίας τω αγορών. Απεναντίας, ο σχεδιασμός των αγορών καλεί για μια προσέγγιση της μηχανοτεχνίας». (Απο τον πρόλογο του Αναγνωστόπουλου στην ελληνική μετάφραση των εκδόσεων Επίκεντρο).
Οι Μπάνερτζι και Ντουφλό εξηγούν κατ΄αναλογία ότι ο υδραυλικός προχωράει ακόμη περισσότερο με την εγκατάσταση της μηχανής στον πραγματικό κόσμο. Ο μηχανικός γνωρίζει τα χαρακτηριστικά του περιβάλλοντος. Ο υδραυλικός φτιάχνει τη μηχανή και την προσαρμόζει με διάφορα μαστορέματα στις πολλές παραμέτρους που προκύπτουν όταν αυτή τεθεί σε λειτουργία.
Απέναντι στις λεπτομέρειες αυτές που διέπονται από αβεβαιότητα, η μέθοδος για να ελαχιστοποιήσει κανείς τις λάθος προβλέψεις παραμένει η κλασική δοκιμή και λάθος ή κοινώς trial and error.
Όπως σημειώνει ο Αναγνωστόπουλος «οι Μπάνερτζι και Ντουφλό κινήθηκαν με αυτές τις μεθοδολογικές αρχές -με προνομιούχο εργαλείο τις τυχαιοποιημένες ελεγχόμενες δοκιμές (randomised controlled trials)- προσπαθώντας να καταπολεμήσουν τη φτώχεια σε πολλές χώρες του κόσμου, έργο για το οποίο τιμήθηκαν με το Νόμπελ».
Πρέπει να παραμείνει ο κόσμος σε εγρήγορση απέναντι σε μονομερείς λογικές και εμμονές του τύπου «φταίει μόνο το κράτος» ή «για όλα φταίει η πολιτική»…
Όπως το διατύπωσε και το μαύρο πρόβατο της ελληνικής οικονομίας και πολιτικής Γιάνης Βαρουφάκης: «Σε κάθε σελίδα, δοκιμάζουν να ρίξουν πολυαναμενόνο φως στις διαστρεβλώσεις που τα κακά οικονομικά φέρνουν στο δημόσιο διάλογο ενώ μεθοδικά αποδομούν τις λανθασμένες υποθέσεις. Με τα δικά τους λόγια, ο ευγενής και επείγον σκοπός τους είναι “να υπογραμμίσουν ότι δεν υπάρχουν ατσαλένιοι οικονομικοί κανόνες που παρεμποδίζουν το χτίσιμο ενός πιο ανθρώπινου κόσμου”».
Επί παραδείγματι, δεδομένα και μελέτες για τη μετανάστευση δείχνουν ότι οι άνθρωποι δεν μετακινούνται τόσο όσο θεωρεί η κοινή γνώμη στις δημοκρατίες της Δύσης: Ποσοστιαία, στο 3% του παγκόσμιου πληθυσμού, η μετανάστευση βρίσκεται στα επίπεδα του 1960.
Οι περισσότεροι άνθρωποι δεν επιθυμούν να μετακινηθούν ή μάλλον να ξεριζωθούν για να ακολουθήσουν μια μακρινή οικονομική ευκαιρία.
Και οι μετανάστες στην πραγματικότητα δεν ανταγωνίζονται τους γηγενείς εργαζόμενους: Το έχουν αποδείξει τα δεδομένα ύστερα από την άρση των περιορισμών ανάμεσα στη Σοβιετική Ρωσία και το Ισραήλ ή το Μαϊάμι και την Κούβα. Επιπλέον, η απελευθέρωση του εμπορίου πλήττει τα πιο φτωχά στρώματα σε χώρες όπως οι ΗΠΑ και η Ινδία (χώρα προέλευσης του Μπάνερτζι).
Στο δεύτερο μέρος του βιβλίου τους, οι Μπάνερτζι και Ντουφλό εξετάζουν εξίσου καίρια ζητήματα για τα οποία επίσης δεν υπάρχει ομοφωνία ανάμεσα στους οικονομολόγους.
Σχολιάζουν αντιφατικά δεδομένα γύρω από τη φορολογική πολιτική διοξειδίου του άνθρακα για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής, γύρω από το πώς η φορολόγηση των υπερπλουσίων μπορεί να κλείσει την ψαλίδα της ανισότητας, το πώς μπορεί να διορθωθεί το δημοκρατικό έλειμμα που πλήττει τις δημοκρατίες της Δύσης.
Στην Αμερική, οι Μπάνερτζι Ντουφλό ίσως θεωρούνται κομμουνιστές και οπωσδήποτε radicals -ριζοσπάστες. Ωστόσο, αυτό δεν τους εμποδίζει να κατέχουν από το 1999 την έδρα Οικονομικών στο κορυφαίο Τεχνολογικό Ινστιτούτο της Μασαχουσέτης (MIT).
Παράλληλα η Ντουφλό κατέχει την έδρα Οικονομικών Φτώχεια και δημόσια πολιτική του Collège de France στο Παρίσι (έχει πτυχίο Ιστορίας και Οικονομικών από την περίφημη École Normale Supérieure (ENS) του Παρισιού.
Όχι όμως αρκετά ανατρεπτικοί για τον Βαρουφάκη; «Ενώ βρίσκονται στο πλευρό προοδευτικών όπως ο Μπέρνι Σάντερς, η Ελίζαμπεθ Γουόρεν και η Αλεχάντρα Οκάσιο Κόρτεζ, η δική τους στάση παραμένει μέινστριμ (mainstream)» ή κεντρώα, σημειώνει στο άρθρο του.
Και συνεχίζει: «Υποστηρίζουν προγράμματα που βοηθούν τα θύματα της παγκοσμιοποίησης (για παράδειγμα, πληρώνοντας εταιρείες σε υποβαθμισμένες περιοχές ώστε να κρατήσουν τους εργαζόμενούς τους). Θέλουν τα κράτη στις αναπτυσσόμενες χώρες να ωθήσουν τους ανθρώπους να μετακινηθούν ώστε να βρουν καλύτερες δουλειές αλλά και να υποστηρίξουν όσους θέλουν να παραμείνουν στο χωριό να φροντίσουν τους ηλικιωμένους». Πιστεύουν στη μικροσκοπική εικόνα, εκεί όπου το κράτος μπορεί πραγματικά να βοηθήσει.
Γίνεται όμως οι επιταγές αυτού του βιβλίου να οδηγήσουν σε έναν πραγματικά πιο ανθρώπινο κόσμο αναρωτιέται ο Γιάνης Βαρουφάκης. Οι συγγραφείς πιστεύουν σε έναν “αναγεννησιακό εγωισμό” των πλουσίων που θα τους βοηθήσει να αντιληφθούν ότι τους συμφέρει η πιο διαμοιραστική οικονομία.
Αυτή τη θέση όμως ο Βαρουφάκης τη θεωρεί μη πειστική. Αναφέρει τα λόγια του φίλου του και φιλόσοφου Σλάβοζ Ζίζεκ που κάποτε υποστήριξε πως ακόμη και τα πιο λαμπρά μυαλά θα προτιμούσαν να οραματιστούν το τέλος του κόσμου από την πτώση του καπιταλισμού…
Και καταλήγει ότι η κύρια αξία του βιβλίου έγκειται στο να «αποδεικνύει τόσο τις ιδιοφυείς γνώσεις που μπορεί να προσφέρουν τα μέιντστριμ οικονομικά όσο και τα όριά τους, που ένας προοδευτικός διεθνισμός έχει χρέος να υπερβεί»…
Οι Μπάνερτζι – Ντουφλό ίδρυσαν και διευθύνουν το Eργαστήριο κατά της φτώχειας J-PAL. Οι έρευνές τους εστιάζονται στην κατανόηση της οικονομικής ζωής των φτωχών, υπό το πρίσμα του σχεδιασμού και της αξιολόγησης των κοινωνικών πολιτικών και των προγραμμάτων στους τομείς της υγείας, της παιδείας, της χρηματοοικονομικής ένταξης, του περιβάλλοντος και της διακυβέρνησης.
Το 2019 το ζευγάρι κέρδισε (από κοινού με τον οικονομολόγο Μάικλ Κρέμερ) το Βραβείο Νόμπελ Οικονομικών Επιστημών της Σουηδικής Βασιλικής Ακαδημίας των Επιστημών για την «πειραματική προσέγγιση στην αντιμετώπιση της παγκόσμιας φτώχειας».
Με αφορμή την κυκλοφορία του βιβλίου τους και κατόπιν κοινής πρωτοβουλίας του Γαλλικού Ινστιτούτου Ελλάδος και των εκδόσεων Επίκεντρο, η Εστέρ Ντουφλό προσφάτως μίλησε στο ελληνικό κοινό. Το θέμα της, οι ερευνητικές προκλήσεις στα Οικονομικά της Ανάπτυξης και τη συμβολή τους στη δημόσια πολιτική. Επίσης, πώς αξιόπιστα εμπειρικά δεδομένα στοιχειοθετούν το όραμά της για έναν πιο ισορροπημένο κόσμο.
Πληροφορίες
Καλά οικονομικά για δύσκολους καιρούς
Καλύτερες απαντήσεις στα μεγαλύτερα προβλήματά μας
Συγγραφέας: Abhijit Banerjee – Esther Duflo
Επίκεντρο, 2021
Σελ. 424
τιμή 16,20
ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ
- Goldman Sachs: Αγοράστε χρυσό – Τιμή στόχος τα 3.000 δολάρια ανά ουγγιά στο τέλος του 2025
- Μαίρη Τζαχάρη: Δωρεά $50 εκατομμυρίων της ομογενούς στο ΜΕΤ της Νέας Υόρκης
- Prosperty – Ελληνικό Κτηματολόγιο: Στρατηγική συνεργασία για την ψηφιακή αναβάθμιση της αγοράς ακινήτων
- Τα ορατά και μη ορατά της τέχνης – Έκθεση Νάκη Παναγιωτίδη στο Ίδρυμα Β&Ε Γουλανδρή