• Άρθρα

    Ερωτήματα για την επενδυτική πολιτική του νέου μοντέλου επικουρικής κεφαλαιοποιητικής ασφάλισης (ΤΕΚΑ)

    • του οικονομολόγου Ηρακλή Ρούπα
    O οικονομολόγος Ηρακλής Ρούπας

    O οικονομολόγος Ηρακλής Ρούπας


    Η εκκίνηση του νέου «κεφαλαιοποιητικού»  στην Επικουρική ασφάλιση, αναδεικνύεται μέσα από το ΤΕΚΑ.

    Εγείρονται όμως συγκεκριμένα ερωτήματα καθώς δεν είναι ευκρινές με ποια δομή επενδυτικής πολιτικής και στρατηγικής θα πορεύεται το νέο ταμείο. Ειδικά όταν συζητάμε για υποχρεωτική ασφάλιση των νέων εργαζομένων με ταυτόχρονη προαιρετική συμμετοχή των ασφαλισμένων μέχρι τα 35. Εκτιμώ πως η εξαγγελλόμενη αρχή επενδυτικής λειτουργίας  ως η «αυτονόητη υποχρέωση προάσπισης των συμφερόντων των εργαζομένων» δεν καλύπτεται στον απαιτούμενο βαθμό.

    Το νομοθετικό πλαίσιο προσπαθεί να οριοθετήσει την αρχική βάση λειτουργίας.  Προκύπτει όμως, ένα ουσιώδες ζήτημα ως προς την διαδικασία επενδύσεων, καθώς και της ακολουθούμενης πολιτικής. Σε αυτή την φάση δεν γίνεται καμία αναφορά ως προς την λειτουργία των επενδυτικών επιλογών καθώς και της μεθοδολογίας λήψης αποφάσεων. Δεν έχει ανακοινωθεί ο κανονισμός λειτουργίας, ούτε ο τρόπος και η πολιτική δράσης παρά μόνον ένας μακροπρόθεσμος σχεδιασμός.

    Υπάρχει αναφορά σε μία επενδυτική διαδικασία που αναλύεται σε τρείς περιόδους. Δεν υπάρχει όμως καμία ανάλυση ως προς τα προϊόντα που θα είναι υπό εξέταση. Ούτε βέβαια αν θα γίνονται επενδύσεις στο ΧΑΑ σε μετοχές και ομολογίες εισηγμένων εταιριών. Με ποια κριτήρια και με βάση ποια αξιολόγηση; Όταν η κάθε διαδικασία επενδυτικής στρατηγικής εμπεριέχει κινητικότητα και αλλαγές επενδυτικών επιλογών, πως αυτό θα καταστεί δυνατόν σε ένα ανύπαρκτο σχεδόν και ρηχό χρηματιστήριο; Καλούνται δε να συμμετέχουν υποχρεωτικά οι νέοι ασφαλισμένοι σε ένα ταμείο του οποίου την στρατηγική δεν αναμένεται να γνωρίζουν άμεσα.

    Εάν για παράδειγμα επιλεγεί η στρατηγική επένδυσης στο ΧΑΑ σε «βαριά χαρτιά», καθώς αυτά μόνον έχουν σήμερα την απαιτούμενη εμπορευσιμότητα, αυτόματα, θα εξαιρεθούν μικρές αλλά δυναμικές εισηγμένες επιχειρήσεις που όμως δεν έχουν την δυνατότητα να καλύψουν τα κριτήρια εμπορευσιμότητας ή διασποράς. Ο λόγος είναι ότι σε ένα χρηματιστήριο που βρίσκεται εκτός επενδυτικής βαθμίδας, τα σοβαρά ξένα funds δεν έχουν την δυνατότητα να επενδύουν σε αυτής της μορφής τις επιχειρήσεις δημιουργώντας βάθος αγοράς.

    Για άλλη μία φορά η επενδυτική στόχευση του Ταμείου – όπως και της κυβέρνησης- κατευθύνεται προς τις μεγάλες επιχειρήσεις και τα μεγάλα σχήματα, εντείνοντας την στρεβλότητα ενός περιβάλλοντος το οποίο επί του παρόντος φαίνεται να βρίσκεται εκτός των προτεραιοτήτων του κυβερνητικού επιτελείου. Οι όποιες ενδείξεις ενδιαφέροντος για το ΧΑΑ εστιάζονται στην αλλαγή του προσώπου του Διευθύνοντος συμβούλου. Ακόμα όμως και σε αυτή την περίπτωση οι επιλογές που εμφανίζονται δύσκολα θα έχουν την αντίληψη του τι ακριβώς πρέπει να γίνει.

    Στην περίπτωση που η επενδυτική επιτροπή του Ταμείου δεν περιοριστεί στα «βαριά χαρτιά», τότε ναι μεν θα επενδύσει σε καλές, δυναμικές και μικρές εταιρίες, θα βρεθεί όμως εγκλωβισμένη όταν θα κρίνει πως πρέπει να ρευστοποιηθούν οι θέσεις αυτές. Κατά συνέπεια η εμφανιζόμενη συνολική προσέγγιση ως προς την δυνατότητα επενδυτικής στρατηγικής, δυστυχώς δημιουργεί πεδίο στρεβλότητας.

    Η παρούσα εικόνα του χρηματιστηρίου άλλωστε, αναδεικνύει μία αγορά που σε μεγάλο ποσοστό ελέγχεται ως επί το πλείστο από ξένα funds μέσου βεληνεκούς. Η επενδυτική φιλοσοφία των θεσμικών αυτών φορέων χαρακτηρίζεται ως κερδοσκοπική, καθώς η επενδυτική στρατηγική τους δεν χαρακτηρίζεται από μακροπρόθεσμες τοποθετήσεις.

    Κατά συνέπεια, με δεδομένο ότι εξαιτίας της εκτός «επενδυτικής βαθμίδας» αξιολόγησης του χρηματιστηρίου, σοβαροί επενδυτικοί φορείς του εξωτερικού δεν έχουν την στρατηγική επιλογή – εκ του κανονισμού τους- συμμετοχής στο ΧΑΑ, γίνεται αντιληπτό πως τόσο το χρηματιστήριο, όσο και κατ΄επέκταση το ΤΕΚΑ θα είναι «έρμαια» των επενδυτικών τους επιλογών μόνον

    επιθετικών funds. Όσο για ελληνικές επενδυτικές εταιρίες, ή ακόμα και για εγχώριους επενδυτές που θα ήταν δυνατόν να στηρίξουν την πορεία του ΧΑΑ, καλόν θα ήταν να δεχθούμε πως η περίπτωση «συνδρομής» στην διαδικασία λειτουργίας του ΤΕΚΑ, μάλλον ως ουτοπική θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί στην παρούσα φάση.

    Προσπαθώ να αντιληφθώ τι εννοείται όταν γίνεται αναφορά στο κείμενο για το ΤΕΚΑ, πως «σημαντικό τμήμα των εισφορών των εργαζομένων θα επενδυθεί στην ελληνική οικονομία». Πως θα αξιολογηθεί αυτό όταν τα παραδείγματα τέτοιων επιλογών δυστυχώς διαχρονικά δεν αναδεικνύουν θετικά αποτελέσματα; Ας μην ξεχνάμε τις αρνητικές επιπτώσεις των μονοδιάστατων και ίσως αντικανονικών επιλογών των τραπεζών προ κρίσης να επενδύουν σε ομόλογα και γραμμάτια του δημοσίου που τελικά «κουρεύτηκαν».

    Φαίνεται πως το ΤΕΚΑ, από την πρώτη μέρα της δημιουργίας του, βρίσκεται δεσμευμένο, τόσο ως προς τις επενδυτικές επιλογές του, όσο και ως προς την ευελιξία δυναμικής διαχείρισης των επενδύσεων του. Επιπρόσθετα, ως θεσμικός επενδυτής, είναι αναγκαίο να έχει την απαιτούμενη οργάνωση  με τμήματα αναλύσεων και εξειδικευμένο στελεχιακό δυναμικό με εύρος γνώσεων τόσο των διεθνών κεφαλαιαγορών, όσο και των επενδυτικών εργαλείων για μία πλήρως ανεξαρτητοποιημένη πολιτική επενδύσεων.  Αν όμως ο βασικός σχεδιασμός λειτουργίας του ταμείου εμπεριέχει την δυσανάλογη επιλογή εξωτερικών συνεργατών στην διαχείριση των επενδύσεων, τότε δυστυχώς ανακύπτει μία σειρά θεμάτων αυτονομίας του ταμείου που κινδυνεύει να αλλοιώσουν τον εθνικό του ρόλο.

    Η μη επακριβώς προσδιορισμένη πολιτική λειτουργίας του ΤΕΚΑ εγείρει επιπρόσθετα ερωτήματα. Εκτός αν η μοναδική προτεινόμενη λύση που αναβάλλεται για το καλοκαίρι του 22 εστιάζεται στην επιλογή εξωτερικών διαχειριστών. Θα ήθελα πολύ να γνωρίζω όμως, με βάση ποια κριτήρια αξιολόγησης των αποδόσεων των πιθανών διαχειριστών αυτοί θα επιλεγούν να διαχειριστούν τις μελλοντικές συντάξεις των νέων ασφαλισμένων;  Πόσο βάσιμος είναι ο σχεδιασμός που ορίζει πως το 2024 θα συγκροτηθεί η διεύθυνση επενδύσεων του ΤΕΚΑ ενώ το …2027 θα συγκροτηθεί το μητρώο διαχειριστών;

    Μπορεί σε κάποιες τοποθετήσεις του ο υφυπουργός  Εργασίας κύριος Τσακλόγλου να κάνει αναφορά στο ΙΚΑ ως παράδειγμα επιτυχημένης διαχείρισης. Θα πρέπει όμως, να ανατρέξει στα ιστορικά δεδομένα για να αναγνωρίσει πως η επιτυχημένη επενδυτική πολιτική δεν βασίσθηκε σε έναν μακροπρόθεσμο σχεδιασμό, αλλά κυρίως στην συγκυρία και την ανάληψη του ρίσκου επένδυσης σε «κουρεμένα» ομόλογα του Ελληνικού δημοσίου.

    Το παρόν άρθρο δεν στοχεύει στην άσκηση κριτικής στον νεοσύστατο θεσμό. Όταν όμως συζητάμε για τις συντάξεις των νέων ασφαλισμένων και το ΤΕΚΑ εγγυάται ένα ελάχιστο ποσό επικουρικής σύνταξης με βάση και την εγγύηση του κράτους για το ύψος των εισφορών που θα έχει καταβάλλει ο ασφαλισμένος, είμαστε υποχρεωμένοι να αναλύουμε με προσοχή κάθε πτυχή του εγχειρήματος. Ο τρόπος δράσης ως προς την επενδυτική διαδικασία δεν θα πρέπει να αφήνει ερωτήματα αναπάντητα.



    ΣΧΟΛΙΑ