Σε πρώτη ανάλυση και με βάση τις πληροφορίες που υπάρχουν, η Επιτροπή δείλιασε να αντιμετωπίσει το βασικό πρόβλημα: την εφαρμογή μίας ενιαίας οικονομικής πολιτικής με αναφορά σε τρεις δείκτες που έχουν κυριολεκτικά βγει από το καπέλο του ταχυδακτυλουργού: τον ζουρλομανδύα του πληθωρισμού που πρέπει να είναι 2%, του πρωτογενές ελλείμματος που οφείλει να είναι στο 3% του ΑΕΠ και του δημόσιου χρέους που δεν πρέπει να υπερβαίνει το 60% του ΑΕΠ—κι αν το υπερβαίνει το κράτος-μέλος να λαμβάνει μέτρα που το θέτουν σε καθοδική πορεία.
Αποφεύγοντας την σύγκρουση με το «ιερό δισκοπότηρο» της τρέχουσας οικονομικής ορθοδοξίας, η Επιτροπή προτείνει δύο φαινομενικά αντικρουόμενα βήματα: περισσότερη ελευθερία στο κάθε κράτος-μέλος να καθορίσει τις προτεραιότητες του και περισσότερο έλεγχο από την Επιτροπή ως προς την τήρηση του προγράμματος. Στην ουσία δεν πρόκειται για «μαστίγιο και καρότο» όπως μερικοί βιάστηκαν να χαρακτηρίσουν την πρόταση, αλλά για μεγαλύτερο έλεγχο πάντα με βάση τα ανωτέρω απαράβατα όρια.
Κατά μία έννοια η Επιτροπή (δηλαδή οι υπηρεσίες της) δείχνει να έχει πάρει το μάθημα της από την ελληνική εμπειρία και δέχεται ότι η δημοσιονομική προσαρμογή δεν χρειάζεται να είναι υποχρεωτικά σκληρή – έρχοντας έτσι σε αντίθεση με την ορθοδοξία του ΔΝΤ—αλλά μπορεί να γίνεται πιο σταδιακά εφόσον συνοδεύεται από τις απαραίτητες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Δέχεται, λοιπόν, ως ορθή την κριτική που της ασκήθηκε με αναφορά στα ελληνικά μνημόνια. Κριτική που της έγινε από την πρώτη στιγμή. Τα μνημόνια, μνημόνια, όμως.
Είναι ωραία τα λόγια για διαφάνεια, ολιστικά μακροχρόνια (τετραετή) προγράμματα, εθνική ιδιοκτησία των προγραμμάτων κοκ., αλλά δεν κρύβουν την ουσία: πρόκειται για μία προσπάθεια να παραμείνει ανέπαφος ο σκληρός πυρήνας της οικονομικής πολιτικής, που απλά συγκαλύπτεται με την αναφορά στην ελαστικότητα ως προς τις εθνικές ιδιαιτερότητες και συνθήκες. Αλλά, ακόμη κι αυτή, εξουδετερώνεται από την αναφορά στην επιβολή αυστηρών πλέον κυρώσεων αν δεν ακολουθείται το πρόγραμμα.
Πρακτικά, η Επιτροπή αυξάνει την διείσδυση της στην εθνική οικονομική πολιτική (σε ότι έχει απομείνει από αυτήν) όχι μόνο διότι αυξάνει την επίβλεψη/παρακολούθηση του κάθε προγράμματος αλλά και επειδή το όποιο εθνικό πρόγραμμα θα πρέπει να συμφωνείται με την Επιτροπή.
Με απλά λόγια, η Επιτροπή λέγει: σε βάζω υποχρεωτικά στο κελί με διαστάσεις 2Χ3Χ60 και θα σε παρακολουθώ να βλέπω τι κάνεις, αλλά υπόσχομαι ότι θα είμαι ελαστική ως προς την καθημερινή σου ρουτίνα. Να την συμφωνήσουμε όμως.
Παραπλανητικά, επίσης, τονίζεται η σημασία που αποδίδεται στις πρωτογενείς δαπάνες, αφήνοντας να εννοηθεί ότι το κράτος-μέλος θα έχει περισσότερη ελευθερία στις επενδυτικές δαπάνες. Λαμβάνοντας υπόψη, όμως, ότι το πρόβλημα ήταν πάντα ακριβώς σ’ αυτές τις δαπάνες και ότι ο συνδυασμός ΕΣΠΑ και Ταμείου Ανάκαμψης καθορίζει σε μεγάλο βαθμό τις επενδυτικές δαπάνες έτσι κι αλλιώς, μιλάμε και πάλι για μία δήθεν μεγαλύτερη ελαστικότητα.
Αν εξαιρεθεί η προσπάθεια ωραιοποίησης της αδυναμίας να υιοθετηθεί ριζική τομή στην οικονομική πολιτική, το μόνο πραγματικό στοιχείο που πρόσφερε η Επιτροπή ήταν να πει ότι δέχεται επίσημα αυτό που δεχόταν ανεπίσημα όλα τα χρόνια: η ετήσια μείωση του χρέους κατά το 1/20 της υπέρβασης πάνω από το 60%, δεν είναι υποχρεωτική.
Ώδινεν όρος και έτεκεν μυν.
Διαβάστε επίσης
Πολιτικοί και οικονομολόγοι σε αδιέξοδο
ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ
- Μπρατάκος: Στο ΕΒΕΑ στηρίζουμε δράσεις που φέρνουν πιο κοντά τις επιχειρήσεις Ελλάδας και Αιγύπτου
- Κωνσταντινούπολη: Σπουδαστές της Σχολής Ικάρων άνοιξαν ελληνική σημαία κοντά στην Αγιά Σοφιά και συνελήφθησαν
- Ο ρόλος του παιδογυναικολόγου στην σεξουαλική διαπαιδαγώγηση
- Επίσημα στη Νότιγχαμ Φόρεστ η Λίνα Σουλούκου: «Τιμή να επιστρέφω στην οικογένεια Μαρινάκη»