Και, σημαντικός άξονας του σχεδιασμού αυτού θα αποτελέσουν τα νέα, στοχευμένα προγράμματα κατάρτισης των εργαζομένων.
Στο συγκεκριμένο θέμα της κατάρτισης η κυβέρνηση έχει επιδείξει μέχρι σήμερα μία αδικαιολόγητη καθυστέρηση.
Από την στιγμή της διαπίστωσης ότι επικρατεί κατάσταση πανδημίας, ήταν σαφές ότι αυτό που δεν μπόρεσε για δεκαετίες τώρα να κάνει η χώρα, θα το έκανε ο κορονοϊός: την αναδιάρθρωση της παραγωγής.
Πάγια πολιτική όλων των ελληνικών κυβερνήσεων δεν ήταν η μείωση της ανεργίας –μολονότι αυτή ήταν η επαγγελία. Ήταν η προστασία των θέσεων εργασίας.
Εκ πρώτης όψεως φαίνεται σαν να είναι το ίδιο.
Η διαφορά είναι τεράστια.
Η προστασία των θέσεων εργασίας σημαίνει ότι συντηρείς στη ζωή επιχειρηματικά σχήματα, του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα, με διάφορα μέσα. Το κόστος τους το επωμίζεται η κοινωνία.
Κάποια στιγμή, όμως, αυτή η υποστήριξη υποχρεωτικά θα λήξει. Στο παρελθόν αυτό άρχισε να συμβαίνει όταν τα δημοσιονομικά πήραν τον κατήφορο. Σήμερα είναι ο κορωνοϊός. Αύριο θα είναι η τεχνολογία.
Σε βάθος χρόνου, δηλαδή, άμυνα αυτής της μορφής δεν υπάρχει.
Ο πολιτικός κόσμος, όμως, έχει εγκλωβιστεί σ’ αυτήν για κομματικούς λόγους. Η άνοδος της ανεργίας σημαίνει ένταση στην πολιτική αντιπαράθεση και απώλεια ψήφων.
Είναι μία βραχυχρόνια, μυωπική πολιτική. Διότι, το τέλος θα έρθει, αργά ή γρήγορα. Και τότε οι εργαζόμενοι θα βρεθούν στον δρόμο, θέλουν δεν θέλουν. Και θα παραμείνουν άνεργοι.
Τα σχετικά μεγέθη για τους μακροχρόνια άνεργους το αποδεικνύουν.
Στους σύγχρονους καιρούς μας, της πανδημίας και της τεχνολογίας, η ορθή πολιτική είναι η ταχεία, σοβαρή, στοχευμένη μετεκπαίδευση των εργαζομένων.
Το επιχειρηματικό σχήμα γνωρίζει πολύ καλά αν είναι βιώσιμο ή όχι. Αυτό ισχύει για το τραπεζικό σύστημα. Τέλος, είναι πολλές οι περιπτώσεις όπου οι εποπτικοί μηχανισμοί και η ίδια η κυβέρνηση επίσης γνωρίζουν.
Αλλά, κι αν δεν γνωρίζουν σε επίπεδο μικροοικονομίας, το γνωρίζουν με αναφορά στις ευρύτερες διαρθρωτικές αλλαγές που είναι πολύ συχνά άμεσα ορατές.
Είναι, επομένως, απλό – εφόσον υπάρχει η πολιτική βούληση – να έχει φροντίσει η πολιτεία σε συνεργασία με τον ιδιωτικό τομέα, να δημιουργήσει ένα ισχυρό πλέγμα απόκτησης νέων δεξιοτήτων, ώστε ο άνεργος να μπορεί να βρει ξανά δουλειά.
Στην διαδικασία αυτή πρέπει αν υπάρχει μία «γέφυρα» ανάμεσα στο επιχειρηματικό σχήμα και τον εργαζόμενο από την μία πλευρά και την αγορά εργασίας από την άλλη. Αυτόν τον ρόλο οφείλει να τον παίζει ένας οργανισμός με σύγχρονη δομή, ικανά στελέχη και οραματική διοίκηση.
Θεσμικά στην θέση αυτή βρίσκεται ο ΟΑΕΔ. Δυστυχώς, μέχρι σήμερα ο οργανισμός αυτός δεν εκπληρώνει την αποστολή του.
Πρέπει να αποδεχθούμε ότι ειδικά στην Ελλάδα η ανεργία θα αυξηθεί σημαντικά στο άμεσο μέλλον, κάτω από την τριπλή πίεση της απόσυρσης των μέτρων – οπότε τότε θα φανεί ότι πολλές επιχειρήσεις που σήμερα φυτοζωούν με τις επιδοτήσεις του Sure θα κλείσουν– της τεχνολογικής αλλαγής που επιφέρει η ψηφιοποίηση και η τεχνητή νοημοσύνη και της παράδοσης μας να συντηρούμε σε ζωή πεθαμένα σχήματα.
Θα χρειαστεί απαιτητικός και ρεαλιστικός σχεδιασμός και ποιοτικοί ανθρώπινοι πόροι για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα. Αυτό σημαίνει ένα σύστημα χωρίς επικαλύψεις αλλά και χωρίς κενά που θα αναλαμβάνει τον εργαζόμενο από την στιγμή που μπαίνει στην ανεργία, θα τον κατευθύνει στην κατάρτιση και θα τον βοηθά να βρει νέα δουλειά.
Η προσέγγιση οφείλει, δηλαδή, να είναι ολιστική. Διαφορετικά θα αποτύχει. Και από πλευράς ανθρωπιάς τέτοια αποτυχία δεν επιτρέπεται.
Ο Κωστής Χατζηδάκης έκανε δουλειά στο υπουργείο ενέργειας και περιβάλλοντος που χαρακτηρίζεται τολμηρή και αποτελεσματική. Δηλαδή, έλυσε δύσκολα και χρονίζοντα προβλήματα.
Το υπουργείο εργασίας του προσφέρει νέα ευκαιρία. Και είναι ευκαιρία που απαιτεί η πορεία της χώρας προς τον εκσυγχρονισμό. Διότι τώρα είναι μοναδική ευκαιρία να προχωρήσει, υποχρεωτικά, η αναδιάρθρωση του παραγωγικού ιστού της χώρας.
Ευκαιρία για «μ’ ένα σμπάρο, δύο τρυγόνια» κατά την λαϊκή θυμοσοφία.
Διαβάστε επίσης:
Επιδότηση των επιχειρήσεων για διατήρηση των θέσεων εργασίας έως το τέλος του 2021 ζητούν οι έμποροι
Κ. Χατζηδάκης προς ΕΣΕΕ: Στήριξη στην αγορά εργασίας μετά την πανδημία του κορωνοϊού