Σε συνέχεια των τριών άρθρων για το τι θα πρέπει να περιμένουμε το 2022 ( 3/1 για την υποχώρηση της παγκοσμιοποίησης, 4/1 για την νέα συμβίωση του ιδιωτικού με το δημόσιο τομέα και 5/1 για τον «συνασπισμό δεδομένων») η στήλη εξετάζει σήμερα τις αλλαγές στην αγορά εργασίας και στην επιχειρηματική δομή.
Οι καταιγιστικές εξελίξεις στην αγορά εργασίας δεν ήταν τόσο απρόβλεπτες. Σειρά μελετών (όπως του McKinsey Global Institute), podcasts (όπως του LSE με θέμα The Future of Work) άρθρων (όπως του Project Syndicate και του Intelligence 2+) ορθά επισημαίνουν ότι ουσιαστικά η πανδημία επιτάχυνε εξελίξεις που είχαν ήδη δρομολογηθεί από τις αρχές του αιώνα. Η μεγάλη απρόβλεπτη διαφορά εντοπίζεται στο θέμα της φυσικής απόστασης που πρέπει να τηρείται για λόγους ασφάλειας. Είναι μία αλλαγή που κατά γενική ομολογία δεν θα αναιρεθεί ακόμη κι αν υπάρξει τέλος στην (σημερινή) πανδημία.
Οι παράγοντες που επηρέαζαν την αγορά εργασίας πριν την πανδημία ήταν ο αυτοματισμός, η αύξηση εισοδημάτων, οι δημογραφικές αλλαγές, η χρήση τεχνολογίας, η κλιματική αλλαγή, η επένδυση σε υποδομές και το επίπεδο εκπαίδευσης/παιδείας. Με την πανδημία επιταχύνθηκε η εισαγωγή αυτοματισμών, το ηλεκτρονικό εμπόριο, η εργασία από απόσταση και προστέθηκε η μείωση των επιχειρηματικών ταξιδιών (που αποτελούσαν βασική πηγή κερδών του τομέα των μεταφορών) και η επίπτωση της ανάγκης να μειωθεί η φυσική επαφή. Ειδικά στο ηλεκτρονικό εμπόριο, η αύξηση είναι από 2 έως 5 φορές, ενώ τα 2/3 όσων το χρησιμοποίησαν για πρώτη φορά
υποστηρίζουν ότι θα συνεχίσουν. Ως προς τα επιχειρηματικά ταξίδια, η μόνιμη μείωση τους εκτιμάται ότι θα φτάσει το 20%.
Αυτές οι αλλαγές εκτιμάται ότι θα αυξήσουν κατά 12%-25% τον αριθμό εργαζομένων που θα υποχρεωθούν να αναζητήσουν νέα δουλειά. Η έννοια της υποχρέωσης είναι απλή: η θέση εργασίας θα έχει καταργηθεί και μία ανάκαμψη της ζήτησης δεν θα την επαναφέρει. Πρόκειται για σημαντική αλλαγή σε σύγκριση με το παρελθόν, όπου οι θέσεις εργασίας «έκλειναν» και «άνοιγαν» ανάλογα με την μείωση ή αύξηση της ζήτησης.
Σ’ αυτήν την βάση, η αναζήτηση δεν μπορεί να ακολουθήσει πλέον την πεπατημένη της εγγραφής στον αρμόδιο οργανισμό και της αναμονής της ειδοποίησης ότι βρέθηκε η κατάλληλη θέση. Η απόκτηση νέων δεξιοτήτων είναι πλέον ένα αναγκαίο βήμα για να αποφευχθεί η προσθήκη στον κατάλογο των μόνιμα ανέργων – με τις όποιες κοινωνικές και πολιτικές επιπτώσεις. Η εικόνα έχει διαφοροποιηθεί με αναφορά και σ’ έναν πρόσθετο παράγοντα. Πριν την πανδημία, οι απώλειες στις θέσεις εργασίας επικεντρώνονταν κυρίως στις μεσαίες θέσεις στην βιομηχανία και στα γραφεία. Οι θέσεις με υψηλές και με χαμηλές αμοιβές συνέχισαν να αυξάνονται. Μετά την έλευση της πανδημίας, η αύξηση στις θέσεις εργασίας θα επικεντρωθεί κυρίως στις υψηλά αμειβόμενες δουλειές.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις για το σύνολο των κρατών-μελών του ΟΟΣΑ, πάνω από ½ των εργαζομένων που θα χάσουν την δουλειά τους θα χρειαστεί να μετεκπαιδευτεί ώστε να μεταβεί σε θέσεις με υψηλότερες απολαβές. Σε επίπεδο τομέων, εκτιμάται ότι θα υπάρξει έντονα αυξημένη ζήτηση στην υγεία (σε όλες τις εκφάνσεις της και σε όλα τα επίπεδα συμπεριλαμβανόμενης της «φροντίδας») και στους επαγγελματίες μάνατζερ, STEM (science, technology, engineering, mathematics), νομικούς καθώς και στους μάνατζερ στους τομείς του πολιτισμού. Μικρότερη θα είναι η αύξηση της ζήτησης στους τομείς των μεταφορών, της παιδείας και της συντήρησης και σχετικά σταθερή στους τομείς της προσφοράς υπηρεσιών προς την κοινότητα, της κατασκευής και των εγκαταστάσεων). Αντίθετα, σημαντικές θα είναι οι απώλειες στους τομείς της εξυπηρέτησης πολιτών και πωλήσεων, στα τρόφιμα (εστιατόρια κλπ.), στην παραγωγή και αποθήκευση και στις υπηρεσίες υποστήριξης γραφείου.
Στους τομείς αυτούς θα υπάρξει αλλαγή στο μέγεθος από πλευράς απασχόλησης. Διαφορετική είναι η επίπτωση από την πλευρά της έκτασης της αλλαγής, δηλαδή της μόνιμης κατάργησης συγκεκριμένων θέσεων –του αποκαλούμενου displacement,. Μία σημαντική μελέτη της McKinsey ταυτοποιεί τους ακόλουθους τομείς: υγεία γενικά, ταξίδια, αναψυχή, πολιτισμός, παραγωγή σε κλειστούς χώρους, αποθήκευση, εκπαίδευση, μεταφορές, δουλειά γραφείου με υπολογιστές, συντήρηση. Οι εργασίες που μπορούν να γίνουν από απόσταση χωρίς να μειωθεί η παραγωγικότητα καλύπτουν περίπου το 25% του απασχολούμενου εργατικού δυναμικού. Η έκταση της αλλαγής γίνεται καλύτερα κατανοητή με την επισήμανση ότι αυτό αντιπροσωπεύει αύξηση κατά 4 έως 5 φορές σε σύγκριση με την περίοδο πριν την πανδημία. Η εξέλιξη αυτή ενδέχεται να συνοδευτεί με μετακίνηση πληθυσμού από τα
αστικά κέντρα στα περίχωρα, με αντίστοιχη μείωση των χώρων γραφείου στο κέντρο. Οι τομείς όπου θα επεκταθεί η ηλεκτρονική πρακτική περιλαμβάνουν την τηλεϊατρική και την τηλετραπεζική, ενώ μεγάλη θα είναι η αύξηση της χρήσης στις μεταφορές, στην αποθήκευση και στις παραδόσεις.
Οι αλλαγές στην αγορά εργασίας φυσικά συμβαδίζουν και αντανακλούν τις επιχειρηματικές εξελίξεις. Η αναμενόμενη εν πολλοίς εκτίμηση της μεγάλης πλειοψηφίας των μελετών θεωρεί ότι η αύξηση εσόδων και προστιθέμενης αξίας θα προέλθει κυρίως από την τεχνολογία και τις εταιρείες που δραστηριοποιούνται εκεί.
Συμπεριλαμβάνονται έτσι:
- Εταιρείες με έμφαση στην έρευνα και ανάπτυξη (Ε&Α) που κατέχουν μεγάλο αριθμό πνευματικών δικαιωμάτων και απολαμβάνουν υψηλά έσοδα από την εκμετάλλευση κεφαλαίου.
- Εταιρείες λογισμικού και εξοπλισμού υπολογιστών (παραγωγή και πώληση) καθώς και ΜΜΕ, ικανές να ανταγωνιστούν σε επίπεδο τιμών, με έμφαση στην Ε&Α και με υψηλή παραγωγικότητα.
- Εταιρείες που δραστηριοποιούνται στον ευρύτερο τομέα της υγείας, της παιδείας και της επιχειρηματικότητας, που απασχολούν άτομα με υψηλές ποιοτικές προδιαγραφές και που καταβάλλουν υψηλές αμοιβές.
- Εταιρείες που δραστηριοποιούνται στον χρηματοπιστωτικό τομέα (τράπεζες, ασφάλειες, ακίνητα, γη) που απολαμβάνουν την υψηλότερη απόδοση επί του επενδυμένου κεφαλαίου τους και προσφέρουν τους υψηλότερους μισθούς.
Τρία είναι τα κύρια συμπεράσματα που προκύπτουν:
Πρώτο, οι τάσεις αυτές ενισχύουν την εισοδηματική
–και κατά προέκταση όλες τις άλλες
– ανισότητες που σήμερα χαρακτηρίζουν το οικονομικό σύστημα.
Δεύτερο, απαιτείται η στενή συνεργασία του επιχειρηματικού κόσμου με το κράτος, προκειμένου να υπάρξει ενός ρεαλιστικός και αποτελεσματικός μηχανισμός για την απόκτηση δεξιοτήτων, την εκπαίδευση και μετεκπαίδευση. Διαφορετικά θα συνεχίσει η ανισορροπία μεταξύ προσφοράς και ζήτησης εργασίας, θα αυξηθούν οι μόνιμα άνεργοι
και θα ενταθούν οι πολιτικές και κοινωνικές εντάσεις. Το Pact for Skills της Ε.Ε. μπορεί να χρησιμεύει ως πρότυπο.
Τρίτον, είναι αναγκαίο να επεκταθεί η διαδικτυακή υποδομή, ώστε να μπορέσουν όλοι οι πολίτες να συμμετάσχουν στις τεχνολογικές εξελίξεις και να επωφεληθούν από αυτές.