Διακηρυγμένος στόχος της πολιτείας είναι η αυστηροποίηση των ποινών με την αύξηση του ανωτάτου ορίου της προσωρινής κάθειρξης από 15 σε 20 έτη ως δήθεν λύση στο πρόβλημα της εγκληματικότητας που απασχολεί την κοινωνία. Νομοθετικές παρεμβάσεις στην ίδια λογική της αυστηροποίησης είχαμε και με το ν. 4855/2021. Από τα επίσημα στατιστικά της ΕΛ.ΑΣ. προκύπτει ότι το 2021 (πριν την αύξηση των ποινών) είχαν βεβαιωθεί 191.224 εγκλήματα, ενώ το 2022 (μετά την αύξηση των ποινών) βεβαιώθηκαν 241.549 εγκλήματα, δηλ. η εγκληματικότητα αυξήθηκε σε ποσοστό που ξεπερνά το 25%. Ειδικά ως προς την βαριά εγκληματικότητα (κακουργήματα) διαπιστώνεται από τα ίδια στατιστικά στοιχεία ότι το 2021 είχαν βεβαιωθεί 8.561 κακουργήματα και το 2022 βεβαιώθηκαν 10.202 κακουργήματα, αύξηση που ξεπερνά το 20%. Μάλιστα, η ίδια αύξηση αυτή παρατηρείται σε όλες τις κατηγορίες εγκλημάτων, ακόμα και στα εγκλήματα για τα οποία ο Ν. 4855/2021 προέβλεψε αυξημένα όρια ποινών. Είναι εξάλλου χαρακτηριστικό ότι ενώ το 2021 αυξήθηκαν τα όρια ποινής για το κακούργημα του εμπρησμού και του εμπρησμού σε δάση, το καλοκαίρι του 2023 εκδηλώθηκαν οι μεγαλύτερες και πιο καταστροφικές πυρκαγιές των τελευταίων ετών, οι περισσότερες από τις οποίες αποδόθηκαν σε εμπρησμό. Ο μύθος της πάταξης της εγκληματικότητας μέσω της αύξησης των ποινών υποκρύπτει έλλειψη βούλησης για αντιμετώπιση των πραγματικών αιτίων που την γεννούν, προσφέρεται δε μόνο για πολιτική – επικοινωνιακή διαχείριση του ζητήματος της ασφάλειας.
Με το νομοσχέδιο περιορίζεται σημαντικά η ενδιάμεση διαδικασία των δικαστικών συμβουλίων και σε μια σειρά από σοβαρά αδικήματα η παραπομπή του κατηγορουμένου στο ακροατήριο θα γίνεται με απευθείας κλήση. Στόχος της νομοθετικής αυτής πρωτοβουλίας είναι, σύμφωνα με το Υπουργείο Δικαιοσύνης, η ταχύτερη εκδίκαση των υποθέσεων. Στην πράξη η αλλαγή αυτή θα επιφέρει το εντελώς αντίθετο αποτέλεσμα. Με τεκμηριωμένα στατιστικά στοιχεία από τα μεγαλύτερα Δικαστήρια της χώρας προκύπτει ότι οι μισές περίπου υποθέσεις που εισάγονται από την ανάκριση στο Δικαστικό Συμβούλιο δεν εισάγονται στο ακροατήριο για λόγους ουσίας ή για τυπικούς λόγους. Το Δικαστικό Συμβούλιο λειτουργούσε ως φίλτρο δικονομικών εγγυήσεων και προστασίας των δικαιωμάτων των διαδίκων. Με την συρρίκνωση των αρμοδιοτήτων του θα επέλθει διπλασιασμός των υποθέσεων που εισάγονται απευθείας στα ακροατήρια των δικαστηρίων και μάλιστα χωρίς την επεξεργασία των δικογραφιών από το Δικαστικό Συμβούλιο. Ακόμα μεγαλύτερες καθυστερήσεις δηλαδή στην απονομή της δικαιοσύνης και ελάχιστες εγγυήσεις για τον κατηγορούμενο.
Μεταφέρεται σημαντική ύλη από τις πολυμελείς συνθέσεις στις μονομελείς. Καταργείται το 5μελές Εφετείο και αποδυναμώνεται το Τριμελές Εφετείο και το Τριμελές Πλημμελειοδικείο υπέρ των Μονομελών. Περιορίζεται η αρμοδιότητα των Μικτών Ορκωτών Δικαστηρίων κατά παράβαση της συνταγματικής αποστολής τους και του δικαιώματος των πολιτών να συμμετέχουν στην άσκηση όλων των εξουσιών σε ένα δημοκρατικό πολίτευμα. Αξίζει εδώ να τονιστεί ότι μονομελή δικαστήρια για την εκδίκαση κακουργηματικών υποθέσεων δεν λειτουργούν σε καμία χώρα της Ευρώπης με μοναδική εξαίρεση την Μάλτα. Οι κοινές αξίες, που υποτίθεται ότι μοιράζονται τα κράτη μέλη της ΕΕ και αποτελούν την βάση για την συνεργασία στον χώρο του ποινικού δικαίου, αφορούν πρωτίστως τον σεβασμό στα δικαιώματα του κατηγορουμένου, αλλά και τις εγγυήσεις ορθοκρισίας, που συνδέονται άμεσα με την συγκρότηση των δικαστηρίων. Το επιχείρημα που επιστρατεύεται και πάλι από το Υπουργείο είναι η επιτάχυνση του ρυθμού απονομής της δικαιοσύνης. Πέρα από τις συνταγματικές και θεωρητικές επιφυλάξεις ενός τέτοιου εγχειρήματος, ο στόχος αυτός είναι πρακτικά αδύνατος να επιτευχθεί. Η λειτουργία περισσότερων μονομελών συνθέσεων προϋποθέτει ανάλογη αύξηση αιθουσών, αριθμού εισαγγελέων και δικαστικών υπαλλήλων (γραμματέων), όροι οι οποίοι δεν συντρέχουν εν προκειμένω και είναι αδύνατο να βρεθεί λύση στο ορατό μέλλον.
Επαναφέρεται ο θεσμός της μετατροπής της ποινής φυλάκισης σε χρηματική ποινή. Πρόκειται για ένα μέτρο κοινωνικά άδικο, το οποίο θα οδηγεί στην φυλακή όσους δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα να πληρώσουν το ποσό της μετατροπής. Αλλά και όσοι έχουν την δυνατότητα αυτή δεν θα βιώνουν με τον ίδιο τρόπο την ποινή αυτή, αλλά μόνο ανάλογα με την οικονομική τους θέση. Παράλληλα, η επαναφορά του θεσμού αυτού δεν είναι συμβατή με την φιλοσοφία του νέου ΠΚ και το σύστημα ποινών που ισχύει σήμερα, καθώς στα περισσότερα πλημμελήματα, παράλληλα με την ποινή φυλάκισης, απειλείται και χρηματική ποινή. Αλλά ούτε και με τις εξαγγελίες για πραγματική έκτιση ποινών στην μικρή και μεσαία εγκληματικότητα συμβαδίζει η προτεινόμενη αυτή ρύθμιση. Εν τέλει πρόκειται για ένα εισπρακτικό μέτρο, που δεν συμβαδίζει με τις σύγχρονες αντιλήψεις για την αποτελεσματικότητα και τον τρόπο λειτουργίας των ποινικών κυρώσεων.
*Ο Χριστόφορος Σεβαστίδης είναι ΔΝ Εφέτης, μέλος του ΔΣ της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων
Διαβάστε επίσης:
Θρασύβουλος Κονταξής: Ποινικοί Κώδικες – Ανάγνωσμα για λαϊκή κατανάλωση
Πολυχρόνης Τσιρίδης: Θνησιγενείς οι παρεμβάσεις στους Ποινικούς Κώδικες