Το πολιτικό παιγνίδι έχει φτάσει στα όρια του εξευτελισμού. Γράφοντας χθες, επισήμανα, όπως και πολλοί άλλοι παρατηρητές της πολιτικής ζωής, ότι μεταξύ της θετικής ατζέντας του Κυριάκου Μητσοτάκη και της αρνητικής του Αλέξη Τσίπρα, οι πολίτες επέλεξαν με συντριπτική πλειοψηφία την πρώτη.
Επισήμανα, επίσης, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι εγκλωβισμένος στην αρνητική ατζέντα και με αυτήν είναι υποχρεωμένος να πάει στις επόμενες εκλογές. Μια αλλαγή, εξάλλου, πρώτον δεν είναι βέβαιο πως θα γινόταν δεκτή από τα συλλογικά όργανα και, δεύτερον, δεν θα ήταν πιστευτή.
Δεν πέρασαν ούτε 24 ώρες και η εύκολη αυτή πρόβλεψη επιβεβαιώθηκε. Με τις τοποθετήσεις των στελεχών του, συμπεριλαμβανομένου και του αρχηγού του, ο ΣΥΡΙΖΑ ξεδίπλωσε ως σημαία της πολιτικής του στον δρόμο προς τις εκλογές της 25ης Ιουνίου, που έχει ως στόχο να μην δοθεί ισχυρή εντολή στον Μητσοτάκη, ώστε να… αποφευχθούν φαινόμενα αλαζονείας.
Ουσιαστικά, πρόκειται για μία απελπισμένη προσπάθεια να μην πάρει η Ν.Δ. ισχυρή πλειοψηφία, ώστε να μην έχει το έρεισμα να προχωρήσει στις σημαντικές μεταρρυθμίσεις που έχει ανάγκη ο τόπος προκειμένου να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις του ψηφιακού κόσμου που νομοτελειακά αναδύεται. Μεταρρυθμίσεις που ο Μητσοτάκης έχει επισημάνει με αναφορά στο τρίπτυχο παιδεία-υγεία-δικαιοσύνη.
Ταυτόχρονα, μολονότι γνώρισε την μεγαλύτερη ήττα που έχει υποστεί κόμμα της αντιπολίτευσης στην μεταπολίτευση, με περίσσιο θράσος ο Αλέξης Τσίπρας δήλωσε πως λυπάται τους πολίτες που επέλεξαν το πρόγραμμα του Μητσοτάκη, γιατί θα…υποφέρουν στα χέρια του.
Το 80% του ελληνικού λαού απέρριψε τον Τσίπρα και την ομάδα του και αυτός προειδοποιεί για τα… δεινά που θα ακολουθήσουν.
Θράσος, έπαρση, αμηχανία μαζί.
Είναι μία καθαρά αρνητική στάση – απόρροια αφενός των ιστορικών καταβολών και των πρακτικών εμπειριών του ΣΥΡΙΖΑ, αφετέρου της αδυναμίας να αρθρώσει έστω και τώρα ένα θετικό, ελκυστικό, εναλλακτικό λόγο.
Αυτή η δυνατότητα, βέβαια, θα απαιτούσε την προΰπαρξη αυτοκριτικής. Αν και κόμμα που όφειλε να έχει εντρυφήσει στην διαλεκτική, ο ΣΥΡΙΖΑ πολύ απέχει από αυτήν. Την ήττα του την απέδωσε στο ΠΑΣΟΚ – που μερικώς είναι όντως σωστό. Παρέβλεψε, όμως, ότι η μεγαλύτερη μετακίνηση ψηφοφόρων έγινε από τον ίδιο προς τη Ν.Δ.
Τα γράμματα στον τοίχο είναι σαφή: ο ΣΥΡΙΖΑ κινδυνεύει να επανέλθει στην προ του 2012 εποχή.
Αυτό δεν σημαίνει ότι το ΠΑΣΟΚ (που βολικά πλέον έχασε το πρόσθετο συνθετικό του ΚΙΝΑΛ—φαντάζομαι ότι σύντομα αυτό θα γίνει και επίσημα) ακολουθεί θετική πορεία.
Θετικό, καταρχάς, ήταν και το γεγονός ότι, την στιγμή της νίκης, ο αρχηγός του ουσιαστικά απέφυγε άμεση αναφορά στις υποκλοπές. Ίσως να έχει συνειδητοποιήσει ότι αυτό το θέμα πρέπει πλέον να φύγει από την προεκλογική αρένα κι αν πράγματι ενδιαφέρεται για την χώρα να αφήσει να αντιμετωπιστεί θεσμικά.
Αντίθετα, ενώ ως ένα βαθμό, είναι θεμιτή η φιλοδοξία να πάρει τη θέση του ΣΥΡΙΖΑ ως αξιωματική αντιπολίτευση, θα έθετα το ερώτημα αν αυτή είναι η κατάλληλη χρονική στιγμή; Είναι σαφές ότι το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ θεωρεί πως έχει ρεύμα και επιχειρεί να το εκμεταλλευτεί. Είναι σαφές ότι βλέποντας τον ΣΥΡΙΖΑ να κλυδωνίζεται βιάζεται να καλύψει τα κενά ως προς τους ψηφοφόρους που θα μπορεί να προκύψουν. Πρόκειται, όμως, για έναν πολιτικό στόχο που τούτη την στιγμή αφορά το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ και όχι τον ελληνικό λαό.
Αν το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ θέλει να ξεφύγει από τις εικονικές λεωφόρους καταστροφής στις οποίες ζούσε ο ΣΥΡΙΖΑ, οφείλει να προβάλει το πρόγραμμα του και με αυτό να ζητήσει την ενίσχυση της δύναμης του. Πανάξια άτομα ασχολήθηκαν με αυτό, έχει ουσιαστικές, ρεαλιστικές, σύγχρονες προτάσεις. Δυστυχώς, στην προεκλογική μάχη θάφτηκε κάτω από τις υποκλοπές και το αμίμητο «ούτε Μητσοτάκης, ούτε Τσίπρας».
Αξιωματική αντιπολίτευση δεν σημαίνει παίρνω την θέση του ΣΥΡΙΖΑ, Σημαίνει έχω πρόγραμμα και λόγο που συνθέτουν εναλλακτική προς την κρατούσα πρόταση εξουσίας. Αν το ΠΑΣΟΚ θέλει πράγματι να εμφανιστεί με εικόνα του πάλε ποτέ ισχυρού εαυτού του, ας ανακαλέσει ότι ανέδειξε και φιλοξένησε πολιτικούς όπως ο Ραγκούσης και η Ξενογιαννακοπούλου που στην συνέχεια έγιναν πιο ΣΥΡΙΖΑ από τον ΣΥΡΙΖΑ , ας κατανοήσει τι σηματοδοτούν αυτές οι επιλογές και μετακινήσεις μέσα στο νέο πολιτικό σκηνικό που δημιουργήθηκε κι ας αποφασίσει να μιλά θετικά για το τι θέλει να κάνει. Ας σταματήσει να ετεροπροσδιορίζεται κι ας αρχίσει να αυτοπροσδιορίζεται με αναφορά στο πρόγραμμα του.
Όσο για τις νέες εκλογές; Το μόνο ερώτημα είναι αν ο Μητσοτάκης θα πάρει πάνω από 41% ή λίγο κάτω από 40%;
Διαβάστε επίσης
Η σφαγή ΣΥΡΙΖΑ – ΠΑΣΟΚ θα σφραγίσει την επόμενη τετραετία