Περισπούδαστα άρθρα και ομιλίες για την πτώση του ευρώ σε σχέση με το δολάριο έχουν γεμίσει τις σελίδες και τις ιστοσελίδες. Αναρωτιέμαι γιατί τόση φασαρία για ένα προαναγγελθέν γεγονός; Εφόσον η κεντρική τράπεζα ων ΗΠΑ ακολουθεί μία σαφώς πιο επιθετική πολιτική αύξησης των επιτοκίων απ’ ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) και εφόσον το όπλο της ενέργειας θίγει την Ευρώπη πολύ περισσότερο απ’ ότι την Αμερική, το ευρώ τι θα έκανε έναντι του δολαρίου;
Θα υποστήριζα ότι ένα καλός, πρωτοετής φοιτητής στα οικονομικά σ ένα σχετικά καλό πανεπιστήμιο θα το είχε άνετα περιγράψει, απαντώντας μάλιστα σε ερώτημα ξαφνικού τεστ που θα είχε βάλει ο καθηγητής.
Να αποδεχτώ, βέβαια, ότι η δυσκολία – κατά άλλους η μαγκιά—θα ήταν να μπορεί κανείς να προβλέψει την έκταση της υποτίμησης του ευρώ (ή της ανατίμησης του δολαρίου). Κι αυτή μπορεί να έπιασε μερικούς traders σε συνάλλαγμα στην γωνία. Η ταχύτητα και έκταση ήταν αυτή που έτεινε να εκπλήξει.
Το ερώτημα τώρα είναι τι μπορούμε να περιμένουμε;
Οπωσδήποτε, το ακριβότερο για την Ευρώπη δολάριο θα ενισχύσει τις εισαγωγές στις ΗΠΑ (δηλαδή τις εξαγωγές της Ευρώπης). Τανάπαλι, ο Αμερικάνος τουρίστας θα βρει την Ευρώπη πιο φτηνή για την τσέπη του. Αυτές είναι οι απλές και φανερές επιπτώσεις, και έχουν την τάση να εξισορροπούν τις εξελίξεις ανάμεσα στους δύο μεγάλους παίκτες.
Με σχετική σιγουριά όμως, μπορεί να θεωρηθεί ότι η Ευρώπη βαδίζει με μάλλον ταχύ βήμα προς την ύφεση, καθώς το θέμα της ενέργειας δεν δείχνει να βρίσκει την πανευρωπαϊκή λύση που απαιτείται. Η παράδοση του θέματος στον κανιβαλισμό του κάθε κράτους ξεχωριστά θα δημιουργήσει σοβαρά προβλήματα πολιτικής σταθερότητα και κοινωνικής συνοχής στην Γηραιά Ήπειρο.
Στις ΗΠΑ, ο κίνδυνος είναι διαφορετικός. Οι κρατικές παρεμβάσεις με κύρια την μείωση του φόρου, φέρνουν μάλλον συγκράτηση του πληθωρισμού. Αν αυτή ενισχυθεί στο επόμενο δίμηνο, η γρήγορη αύξηση των επιτοκίων που σχεδιάζει η FED θα αρχίσει να είναι μάλλον εκτός τόπου και χρόνου.
Είναι, επίσης, έτσι μάλλον σίγουρο ότι η FED θα έχει δύσκολο δρόμο μπροστά της. Αν οι πληθωριστικές προσδοκίες δεν εκτιναχτούν, η εμμονή στην άνοδο των επιτοκίων θα ενισχύει το δολάριο αλλά ταυτόχρονα θα κινδυνεύει να ωθήσει την οικονομία είτε σε πολύ χαμηλούς ρυθμούς ανάπτυξης είτε σε ύφεση.
Με δεδομένη, λόγω ενέργειας και έλλειψης πολιτικής βούλησης, την ύφεση στην Ευρώπη ο θέμα, λοιπόν, είναι να μην συντονιστούν οι δύο παίκτες. Να μην αντιμετωπίσουν, δηλαδή, ταυτόχρονη ύφεση, διότι τότε η μία πλευρά θα τροφοδοτεί την άλλη, ενώ αν παραμείνουν σε «αντίθετα στρατόπεδα» όπως τώρα δείχνουν τα πράγματα, τότε οι αρνητικές επιπτώσεις μπορούν μερικώς να ελεγχθούν.
Σχηματικά, η ύφεση στην Ευρώπη μπορεί να μετριαστεί από την υψηλότερη ζήτηση των ΗΠΑ και ο πληθωρισμός στις ΗΠΑ μπορεί να μετριαστεί από το ισχυρότερο δολάριο.
Το πρόβλημα στην ιστορία αυτή είναι ότι με την κρατούσα οικονομική ιδεολογία, οι αγορές πάνε να λειτουργήσουν από μόνες τους σε μία προσπάθεια λεπτής ρύθμισης (fine tuning) όταν μοναδικό όπλο είναι το επιτόκιο. Στην λαμπρή εποχή των οικονομικών του Κeynes, το οπλοστάσιο ήταν γεμάτο με τους ενσωματωμένους σταθεροποιητές, με την ευελιξία της ευρύτερης δημοσιονομικής πολιτικής, με την χρήση του επιτοκίου κλπ. Τώρα;
Το εγχείρημα, λοιπόν, δύσκολα θα πετύχει. Η μερική λύση στο πρόβλημα περνά μόνο μέσα από την υιοθέτηση κοινής ευρωπαϊκής πολιτικής για την ενεργειακή κρίση. Όσο και να διαμαρτύρονται οι υπερασπιστές των ελεύθερων αγορών και της νομισματικής πειθαρχίας, η μόνη κοινωνικά αποδεκτή και πολιτικά σοφή λύση είναι ο έλεγχος της τιμής στον καταναλωτή και η επιδότηση του παρόχου για την διαφορά με την τιμή της αγοράς. Αυτό, και όπως έγραψε χθες, επενδύσεις, επενδύσεις, επενδύσεις για την πράσινη μετάβαση.
Το θέμα δεν είναι μόνο η ανθεκτικότητα της οικονομίας. Είναι και η ανθεκτικότητα της δημοκρατίας. Η απεξάρτηση από το Ρωσικό αέριο και πετρέλαιο έχει άμεσο κόστος αλλά πολύ μεγαλύτερα μεσοπρόθεσμα και μακρόχρονα οφέλη – και ως προς την κλιματική αλλαγή και ως προς την υπεράσπιση και εξέλιξη της δημοκρατίας.
Διαβάστε επίσης