Αντώνης Κεφαλάς
Η φράση «κλιματική αλλαγή» κατασκευάστηκε από τους λομπίστες των εταιρειών πετρελαίου και άνθρακα με στόχο να αποδυναμώσουν την πίεση για περιορισμούς στη χρήση των προϊόντων τους. Η λέξη «αλλαγή» παραπέμπει συνήθως σε θετικές εντυπώσεις – κι αυτός ήταν ο στόχος. Η κλιματική αλλαγή θα μπορούσε, ίσως, να είναι και θετική!
Δυστυχώς, καθημερινά οι ενδείξεις ότι αντιμετωπίζουμε κλιματική κρίση πληθαίνουν. Πολλοί επιστήμονες δεν αναφέρονται πλέον σε ενδείξεις αλλά σε αποδείξεις. Κι αν αρκετοί εξακολουθούν να αμφισβητούν τους λόγους για την κλιματική κρίση, σχεδόν κανείς δεν μπορεί πλέον να αμφισβητήσει ότι…ο καιρός αλλάζει.
Είναι ανθρώπινο να μην θέλουμε να πιστέψουμε στα χειρότερα. Να δούμε, για παράδειγμα, τις καταστροφές στην Θεσσαλία ως ένα μεμονωμένο γεγονός που δύσκολα και πάντως όχι σύντομα θα επαναληφθεί. Η απάντηση τότε είναι πως θα φροντίσουμε έτσι να μην γίνουν ξανά τα λάθη και οι λαμογιές του παρελθόντος: το χτίσιμο σπιτιών μέσα στην κοίτη ποταμού, η δαπάνη επιδοτήσεων για αλλότριους σκοπούς, η σπατάλη των επιχορηγήσεων για ίδιο όφελος και πολλά άλλα.
Πρόοδος θα είναι, δεν λέω. Το ερώτημα, όμως, εστιάζεται στο εξής απλό: αρκεί αυτή η πρόοδος για να αντιμετωπιστεί η κλιματική κρίση;
Με βάση τα στοιχεία του σχεδίου του προϋπολογισμού για το 2024 η απάντηση είναι αρνητική.
Η κυβέρνηση, βέβαια, έχει δείξει την απαραίτητη ευαισθησία και σχεδιάζει να διαθέσει τελικά πάνω από 2 δισ. ευρώ για την αποκατάσταση των ζημιών. Στον προϋπολογισμό δημοσίων επενδύσεων (ΠΔΕ), όμως, η εικόνα είναι κάπως θολή.
Υπάρχει καταρχάς το θέμα ότι ενώ στον προϋπολογισμό του 2023 προβλεπόντουσαν έργα του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΤΑΑ) ύψους 3,7 δισ., στον απολογισμό για το 2023 που δίνει το προσχέδιο το ποσό αυτό εμφανίζεται στα 2 δισ.—γεγονός που σημαίνει ότι η απορροφητικότητα είναι κατά πολύ μειωμένη.
Το ίδιο το ΠΔΕ εμφανίζεται σταθερό στα 8,5 δισ. – με μικρή μείωση της τάξης των 250 εκατ. από το 2023. Εύστοχα αναφέρεται ότι το ελληνικό σκέλος του ΠΔΕ αυξήθηκε από το 1,5 δις. σχεδόν στα 2 δισ. ακριβώς για την αντιμετώπιση των καταστροφών.
Στο πλαίσιο αυτό, εύλογα γεννάται η απορία: με τις παλιές (π.χ. Εύβοια), τις νέες (π.χ. Θεσσαλία) και τις επικείμενες τι κάνουμε; Διότι, στην καλύτερη περίπτωση το σχέδιο του προϋπολογισμού δείχνει ότι «κτίζουμε ξανά». Διόλου δεν δείχνει ότι θα «ξαναχτίσουμε καλύτερα».
Θα μπορούσε να υπάρξει η απάντηση ότι θα χρησιμοποιηθούν οι πόροι από το ΤΑΑ. Αλλά, τα επενδυτικά σχέδια του ΤΑΑ έγιναν πριν από 3 χρόνια, όταν το επείγον της κλιματικής κρίσης δεν είχε προκύψει όπως σήμερα. Επιπλέον, αν ο βαθμός απορρόφησης των πόρων του Ταμείου είναι μόλις 56%, τότε η έννοια του επείγοντος καταρρέει.
Θεωρώ ότι πριν προχωρήσει το υπουργείο οικονομικών στον σχεδιασμό του τελικού προϋπολογισμού για το 2024, θα ήταν σκόπιμο να επανεξετάσει την κατανομή των πόρων στο ΠΔΕ και, ταυτόχρονα, στο βαθμό του εφικτού την ανακατανομή των πόρων του ΤΑΑ.
Η χώρα μας δεν αποτελεί εξαίρεση του γεγονότος ότι έπεσε στην παγίδα να αντιμετωπίζει την κλιματική αλλαγή, πρώτον ως αλλαγή και όχι ως κρίση και, δεύτερον, ως θέμα μείωσης των εκπομπών και όχι συνολικά ως επαναπροσδιορισμό της σχέσης του ανθρώπου με την Φύση.
Όπως έδειξε η Θεσσαλία, η Φύση εκδικείται: η κοίτη πλάτους 80 μέτρων δεν γίνεται 20 χωρίς κόστος. Επειδή αυτές οι ανθρώπινες αυθαιρεσίες είναι πάμπολες, υψηλό, εξαιρετικά υψηλό, θα είναι και το κόστος που θα πληρώνουμε από εδώ και πέρα.
Ας το λάβει υπόψη του το υπουργείο και η κυβέρνηση στο σύνολο της. Αν δεν είναι ήδη αργά.
Διαβάστε επίσης:
H επικινδυνότητα του Κασσελακικού Τραμπισμού
Κασσελάκης: Στο Προεδρικό Μέγαρο για τη συνάντηση με την Κατερίνα Σακελλαροπούλου
Αυτοδιοικητικές εκλογές 2023