Μετά από αποχή ετών η Άννα Διαμαντοπούλου αποφάσισε να διεκδικήσει την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ. Όταν το άφησε ήταν κόμμα ηγεμονικό. Τώρα το ξαναβρίσκει ως κόμμα που δεν μπορεί καν να αναδειχθεί σε αξιωματική αντιπολίτευση. Ο δρόμος μπροστά της θα είναι μακρύς και δύσκολος, διότι το όραμα της είναι φιλόδοξο: η επαναφορά μίας ανανεωμένης σοσιαλδημοκρατίας, όπου η Ελλάδα θα δείξει τον δρόμο και για την Ευρώπη. Αυτά που η διακήρυξη της θέτει ως στόχους δεν επιτυγχάνονται σε εθνικό επίπεδο αν δεν υπάρξει ταυτόχρονα αλλαγή και στην Ευρωπαϊκή διακυβέρνηση. Κι αυτό ακριβώς επιδιώκει. Οι δεσμοί που έχει δημιουργήσει το ευρωπαϊκό εγχείρημα είναι άρρηκτοι—με την έννοια πως αν διαρραγούν, το ίδιο το επίτευγμα θα καταρρεύσει. Να τους αλλάξει θέλει, λοιπόν, όχι να τους κόψει.
Η συγκυρία είναι παράδοξη αλλά και σημαδιακή. Για την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ αυτή η εκλογή είναι και η έσχατη ευκαιρία του: ή θα αναδειχθεί σε κόμμα με ρεαλιστικές βλέψεις προς την εξουσία ή θα καταποντιστεί. Για την Ευρώπη, που βρίσκεται σε αναζήτηση της νέας ταυτότητας της, οι αποφάσεις της μπορεί εύκολα να την οδηγήσουν σε δίλημμα της μορφής «μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα», καθώς η γεωπολιτική σύγκρουση έχει αποκτήσει διαστάσεις που απαιτούν από την Ευρώπη κρίσιμες αποφάσεις που άπτονται της εθνικής κυριαρχίας των κρατών-μελών, κινδυνεύουν να αναβιώσουν παλιές φοβίες και υποψίες, ρισκάρουν να οδηγήσουν σε νέες συγκρούσεις και διασπάσεις.
Για το ΠΑΣΟΚ η πορεία μέχρι τον Οκτώβριο θα είναι μακρά και επώδυνη. Καθώς θα πρέπει να καλύψει ρήγματα μίας δεκαετίας. Για την Ευρώπη, η πορεία μέχρι τις εκλογές στις ΗΠΑ, που σε σημαντικό βαθμό θα επηρεάσουν τις αποφάσεις της, θα είναι ταραγμένη καθώς θα πρέπει να καλύψει ιστορικά ρήγματα.
Η διακήρυξη της Άννας Διαμαντοπούλου ήδη ξεχωρίζει από το εύρος των στόχων, την στενή συσχέτιση με τα ευρωπαϊκά δεδομένα, την καθαρή γλώσσα, τον μετριοπαθή τόνο. Η ίδια φέρει την σφραγίδα του εξευρωπαϊσμού και της πετυχημένης υπουργικής διαδρομής—με άλλα λόγια της κυβερνησιμότητας. Η μέχρι τώρα αποχή της από τα κομματική δρώμενα μπορεί να λειτουργήσει και θετικά και αρνητικά. Πολλά στελέχη του ευρύτερου περιβάλλοντος της δεν ήθελαν την απραξία και δικαιολογημένα, ιδεολογικά και πολιτικά, στράφηκαν στη Ν.Δ. του Κυριάκου Μητσοτάκη. Αν το έλλειμμα που άφησαν μπορεί να καλυφθεί ή όχι, ουδείς γνωρίζει σήμερα. Ο Οκτώβριος ίσως θα αποτελέσει μία πρώτη ένδειξη.
Η εκλογή της, αν εκλεγεί, δεν θα αφήσει αδιάφορη τη Ν.Δ. Εδώ και μία πενταετία η κυβέρνηση Μητσοτάκη παίζει χωρίς αντίπαλο. Οι όποιες απώλειες της (που πάντα υπερεκτιμούνται, όμως, από τους αντιπάλους συμπεριλαμβανομένης και της διακήρυξης Διαμαντοπούλου) προέρχονται από δικά της λάθη και όχι από τα λεγόμενα και τις πράξεις των αντιπάλων της. Με την Διαμαντοπούλου επικεφαλής του ΠΑΣΟΚ, και το γήπεδο και, ίσως, το παιγνίδι ενδέχεται να διαφοροποιηθούν. Χωρίς αμφιβολία, η κυβέρνηση Μητσοτάκη θα υποχρεωθεί από τώρα να επανεξετάσει τους στόχους της και τις μεθόδους της.
Στόχος της νέας υποψήφιας για την αρχηγία του ΠΑΣΟΚ είναι να προσφέρει στους πολίτες εναλλακτική πρόταση εξουσίας. Με ορίζοντα το 2027 και με δεδομένο ότι η Ν.Δ. θα κυνηγά τρίτη τετραετία (με την αναπόφευκτη φθορά) δεν θα έλεγε κανείς πως υπάρχει έλλειψη ρεαλισμού. Τα πάντα, βέβαια, θα εξαρτηθούν από την πρόταση. Δεν γνωρίζω αν η ίδια βλέπει τον εαυτό της ως διάδοχο του Giddens (ή ίσως και της Safik), αλλά ένα είναι σίγουρο: εύκολη αντίπαλος δεν θα είναι – ούτε στις εσωκομματικές διαδικασίες, ούτε στις εθνικές εκλογές, αν φτάσει μέχρι εκεί.
Διαβάστε επίσης