Η άποψη της Citi είναι ότι οι εκλογές της ΕΕ έφεραν την αναμενόμενη μετατόπιση προς τα δεξιά, αλλά η πιο σημαντική εξέλιξη μπορεί να είναι η σοβαρή αποδυνάμωση των ηγετών της Γαλλίας και της Γερμανίας στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Το θετικό θα μπορούσε να είναι ένα «άνοιγμα» για τον Μάριο Ντράγκι ως πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και διαμορφωτή της ατζέντας.

«Οι Συντηρητικοί και οι Σοσιαλδημοκράτες παρέμειναν περίπου σταθεροί σε σχέση με το 2019, πράγμα που σημαίνει ότι παρά τις αναμενόμενες μεγάλες απώλειες της φιλελεύθερης ομάδας Renew, τα κεντρώα κόμματα διατήρησαν σχεδόν το 60% των εδρών.

Η ακροδεξιά σημείωσε κέρδη και θα μπορούσε ακόμη και να εδραιώσει την επιρροή της εάν ενωθεί. Όπως αναμενόταν, οι Πράσινοι κατέγραψαν τις μεγαλύτερες απώλειες και έπεσαν από την τέταρτη στην έκτη θέση. Η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν πιθανότατα θα παραμείνει στη θέση της.

Το βασικό ερώτημα και η πιθανή χρυσή τομή του εκλογικού αποτελέσματος για τον ρόλο της Ευρώπης στον κόσμο είναι ένα πιθανό άνοιγμα για τον Μάριο Ντράγκι ως πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και, συνεπώς, ως ρυθμιστή της ατζέντας», εξηγεί η Citi.

Αναφορικά με τα εθνικά αποτελέσματα, Μακρόν και Σολτς είναι σοβαρά αποδυναμωμένοι. Ο πρόεδρος της Γαλλίας προκήρυξε αιφνιδιαστικά πρόωρες βουλευτικές εκλογές με κίνδυνο να χάσει τον έλεγχο του εθνικού κοινοβουλίου, ενώ ο συνασπισμός του Γερμανού καγκελάριου σημείωσε επίσης σοβαρές απώλειες και ενδέχεται να διαλυθεί. Ενώ στη Γερμανία, ο συντηρητικός Φρίντριχ Μερτς είναι πλέον εν αναμονή Καγκελάριος και θα μπορούσε να ενισχύσει περαιτέρω τη Δεξιά, η αβεβαιότητα στη Γαλλία θα μπορούσε να υπονομεύσει ευρύτερα τις θέσεις των ομοσπονδιακών της ΕΕ.

«Ο Μακρόν ζήτησε πρόωρες βουλευτικές εκλογές, οι οποίες θα διεξαχθούν σε δύο γύρους στις 30 Ιουνίου και στις 7 Ιουλίου. Αυτό συμβαίνει μετά την υστέρηση του κόμματός του με 15% στις εκλογές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (ΕΚ), με το Εθνικό Συναγερμό (RN) της Λε Πεν να κερδίζει 32%. Παρόλο που αυτό ήταν σε γενικές γραμμές σύμφωνο με τις προσδοκίες, ο Μακρόν πιθανόν να ελπίζει να κερδίσει πίσω κάποια δυναμική και να ελπίζει ότι ένα αξιοσημείωτο μέρος των αποτελεσμάτων του ΕΚ ήταν ψήφος διαμαρτυρίας και επίσης να ενθαρρύνει άλλα κεντρώα κόμματα να βοηθήσουν να συσπειρωθούν για να περιορίσουν το “ρεύμα” της Λε Πεν. Η άλλη του ελπίδα θα είναι ότι αν το RN έχει μεγαλύτερο ρόλο στην κυβέρνηση, η απήχησή του μπορεί να μειωθεί πριν από τις επόμενες προεδρικές εκλογές του 2027», καταλήγει η Citi.

H Deutsche Bank βγάζει δύο κύρια συμπεράσματα από τα αποτελέσματα των εκλογών: 1) η κεντρώα πλειοψηφία στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο διατηρείται, καθώς η ακροδεξιά δεν υπερέβη τις επιδόσεις της και 2) ο μεγαλύτερος αντίκτυπος θα μπορούσε να είναι σε εθνικό επίπεδο με τον Μακρόν να προκηρύσσει βουλευτικές εκλογές.

«Τα κεντρώα κόμματα κατάφεραν να εξασφαλίσουν την πλειοψηφία στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Ενώ η ακροδεξιά σημείωσε κέρδη, οι φόβοι για ένα λαϊκιστικό σοκ σε επίπεδο ΕΕ φαίνεται ότι ήταν πρόωροι. Αυτό ισχύει πολύ περισσότερο, καθώς τα δεξιά κόμματα δεν αποτελούν ένα συνεκτικό μπλοκ.

Παρ’ όλα αυτά, ενώ οι εκλογές δεν προκάλεσαν σεισμικό σοκ στην πολιτική σε επίπεδο ΕΕ, είναι πιθανό να αλλάξουν την κατεύθυνση της πολιτικής για τα επόμενα πέντε χρόνια.

Ο μεγαλύτερος αντίκτυπος του εκλογικού αποτελέσματος θα μπορούσε να είναι σε εθνικό επίπεδο με τον πρόεδρο Μακρόν να ανακοινώνει τη διάλυση του γαλλικού κοινοβουλίου μετά την ήττα του κόμματός του της Αναγέννησης. Οι πρόωρες εκλογές έχουν προκηρυχθεί για τις 30 Ιουνίου. Η εσωτερική κυβερνητική σταθερότητα σε άλλες μεγάλες οικονομίες της ευρωζώνης δεν αναμένεται να επηρεαστεί από τις εκλογές (παρά την εκλογική ήττα του SPD του Scholz)», εξηγεί η DB.

Η ΕΕ πιθανότατα θα συνεχίσει να έχει μια κεντρώα πολιτική πορεία, καθώς τα κεντρώα κόμματα διατήρησαν την πλειοψηφία τους. Αυτό σημαίνει ότι η νομοθετική διαδικασία της ΕΕ σχετικά με τις μελλοντικές πολιτικές προτεραιότητες (ολοκλήρωση της άμυνας, ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας) είναι απίθανο να παρεμποδιστεί κατά την επόμενη 5ετή νομοθετική θητεία. Ωστόσο, η μετατόπιση προς τα δεξιά στο ΕΚ (όλα τα δεξιά κόμματα κέρδισαν το 22% των συνολικών ψήφων) είναι πιθανό να έχει κάποιο αντίκτυπο στη συζήτηση για την πολιτική και θα μπορούσε να επηρεάσει τη μορφή της νέας νομοθεσίας σε τομείς πολιτικής όπως η μετανάστευση και η Πράσινη Συμφωνία. Η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν θα είναι η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, αλλά η ψηφοφορία για την κοινοβουλευτική επιβεβαίωση θα μπορούσε να παραμείνει δύσκολη. Οι ηγέτες της ΕΕ είναι πιθανό να τη διορίσουν επίσημα στις 27 – 28 Ιουνίου, επειδή η πλειονότητα των ηγετών της ΕΕ προέρχεται από την ομάδα του κόμματός της.

Τέλος, η Capital Economics εκτιμά ότι η υποστήριξη των κεντρώων διατηρήθηκε αρκετά καλά στις ευρωπαϊκές εκλογές, αλλά αυτό επισκιάστηκε από την εκτίναξη των ψήφων υπέρ της ακροδεξιάς στη Γαλλία και την αιφνιδιαστική απόφαση του προέδρου Μακρόν να προκηρύξει πρόωρες εκλογές.

Τα προσωρινά αποτελέσματα των ευρωεκλογών στην ΕΕ σημαίνουν ότι ο κεντρώος συνασπισμός που κυριάρχησε στο προηγούμενο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα διατηρήσει την πλειοψηφία του. Το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα (ΕΛΚ), οι Σοσιαλιστές και Δημοκράτες (S&D) και το Renew κέρδισαν το 56% των εδρών μεταξύ τους, από 59% στο προηγούμενο κοινοβούλιο. Η ακροδεξιά σημείωσε κέρδη σε πολλές χώρες και η υποστήριξη προς τους Πράσινους μειώθηκε, αλλά αυτό δεν θα αλλάξει τη μεγάλη εικόνα για τη χάραξη της ευρωπαϊκής πολιτικής.

Μετά τα αποτελέσματα ο Πρόεδρος της Γαλλίας Μακρόν ανακοίνωσε ότι θα προκηρύξει βουλευτικές εκλογές στις 30 Ιουνίου και στις 7 Ιουλίου, προφανώς με την ελπίδα να αποδείξει ότι μεγάλο μέρος της υποστήριξης του RN στις ευρωεκλογές ήταν σε μεγάλο βαθμό ψήφος διαμαρτυρίας.

«Αν και ο Μακρόν θα παραμείνει πρόεδρος μέχρι το 2027, οι εκλογές μπορεί να τον αναγκάσουν να διορίσει πρωθυπουργό από άλλο κόμμα. Το RN κέρδισε 18,7% υποστήριξη στις βουλευτικές εκλογές του 2022 και οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι δεν θα κερδίσει την πλειοψηφία φέτος, οπότε δεν είναι τελειωμένη υπόθεση ότι ο επόμενος πρωθυπουργός θα είναι ο Τζόρνταν Μπαρντέλα του RN.

Κρίνοντας από προηγούμενα παραδείγματα “συγκατοίκησης” στην κυβέρνηση, αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε παράλυση της πολιτικής ή και σε εσωτερική πολιτική που θα ασκείται από το κόμμα του πρωθυπουργού, ενώ ο πρόεδρος θα επικεντρώνεται στις εξωτερικές υποθέσεις. Αν κερδίσει η Μαρίν Λε Πεν, η γαλλική πολιτική θα μπορούσε να μετατοπιστεί πιο αποφασιστικά προς μια πιο ευρωσκεπτικιστική και λαϊκιστική κατεύθυνση, αν και η Λε Πεν μπορεί να κινηθεί σε μια πιο μετριοπαθή θέση αναφορικά με τη δημοσιονομική πολιτική και την πολιτική της ΕΕ, συγκρίσιμη με εκείνη της Μελόνι στην Ιταλία.

Διαβάστε επίσης:

Ανασχηματισμός προ των πυλών; – Η ακύρωση του ταξιδιού στην Ιορδανία, η τηλεοπτική συνέντευξη και το υπουργικό συμβούλιο

Γαλλία: Το πολιτικό χάος βουλιάζει τις τραπεζικές μετοχές

Bloomberg: Πώς οι χώρες της κρίσης Eλλάδα, Ισπανία, Πορτογαλία πέρασαν στην αντεπίθεση