Με το που έσβησαν τα φώτα  στη Βουλή μετά την “σφοδρή μετωπική σύγκρουση” που είχαν οι κ. Μητσοτάκης-Τσίπρας, οι πιο παλιοί κοινοβουλευτικοί έφευγαν  σκεπτικοί και με μια πικρή γεύση για τα όσα συνέβησαν, αλλά κυρίως για τα όσα αναμένεται να συμβούν το επόμενο διάστημα μέχρι να πάμε σε εκλογές.

Όσοι έτρεφαν προσδοκίες ότι από τη συζήτηση αυτή θα έβγαινε κάτι ουσιαστικό, ότι θα γινόμασταν σοφότεροι γύρω από τις υποκλοπές, απλώς απογοητεύτηκαν.

1

Μια από τα ίδια … Υπονοούμενα, βαριές κουβέντες και δεικτικά σχόλια όλα στο βωμό των εντυπώσεων. Το ίδιο και χειρότερο ήταν το κλίμα στην κοινοβουλευτική αρένα με τους βουλευτές να παίρνουν τη σκυτάλη από τους αρχηγούς τους και μόνο που δεν πιάστηκαν στα χέρια.

Μπορεί οι “ατάκες” και τα “τσιτάτα” των δυο πολιτικών αρχηγών να μονοπώλησαν και πάλι την δημοσιογραφική καταγραφή, αυτή τη φορά όμως το περιεχόμενο της συζήτησης σε ένα μεγάλο μέρος του κινήθηκε σε λεπτές εθνικές ισορροπίες. Και δεν αναφέρομαι στην ΕΥΠ.

Είναι ίσως η πρώτη φορά στα χρονικά της μεταπολίτευσης που ακούστηκε τόσες πολλές φορές και με τέτοια ένταση, το όνομα του Αρχηγού ΓΕΕΘΑ  μέσα στη Βουλή. Είναι κάτι που δεν συνηθίζεται. Πόσω μάλλον, όταν η  αφορμή ήταν το έως τώρα αναπόδεικτο δημοσίευμα, που έκανε λόγο για  υποκλοπή των τηλεφωνικών  συνδιαλέξεων του κ. Φλώρου. Και σε αυτό το σημείο πάμε στα πολύ σοβαρά.

Σε μια χώρα σαν τη δικιά μας που τα τελευταία χρόνια  οι ελληνοτουρκικές σχέσεις είναι κάτι παραπάνω από ηλεκτρισμένες και με τον Ερντογάν να μας βγάζει κάθε τόσο τη γλώσσα και να μας απειλεί ότι θα  “έρθει ξαφνικά μια νύχτα”, εμείς μέσα στον ναό της Δημοκρατίας και σε κοινή θέα “βγάζουμε στη σέντρα” τον Αρχηγό του Στρατού.  Είναι τουλάχιστον πολιτικά παράδοξο, ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης να αφήνει ηχηρά υπονοούμενα και να εγκαλεί δημοσίως και πιεστικά τον Πρωθυπουργό για να απαντήσει με ένα “να” ή ένα “όχι”, για το εάν παρακολουθούσε τον  Αρχηγό του Στρατού.

Σε κάθε περίπτωση το μήνυμα είναι λάθος. Καλό θα ήταν από εδώ και στο εξής να επικρατήσουν οι ψύχραιμες απόψεις από τη κάθε πλευρά και να αφήσουν έξω από την “πολιτική πριονοκορδέλα” το στράτευμα και τους θεσμούς γενικότερα. Και ας μην ξεχνούν ότι δεν είναι μόνο ο απρόβλεπτος γείτονας αλλά είναι και η ακροδεξιά που ως άλλη “υγρασία” αναζητεί “ρωγμές” για να απλωθεί και πάλι στο πολιτικό οικοδόμημα.

Και το πρώτο ερώτημα που γεννιέται είναι απλό: Εάν επικρατεί αυτή η κατάσταση μόνο με  το “άρωμα των εκλογών”, όταν αυτές θα είναι στη τελική ευθεία που θα πάμε;

Η ακραία πόλωση και η σκανδαλολογία  όπως όλα δείχνουν  θα είναι τα βασικά συστατικά της προεκλογικής εκστρατείας. Τα “κομματικά μαλλιοτραβήγματα” θα είναι στην ημερήσια διάταξη μέχρι να φτάσουμε στην πρώτη Κυριακή των εκλογών. Σύμφωνα με τους κανόνες της απλής αναλογικής  η αυτοδυναμία για το πρώτο κόμμα είναι άπιαστο όνειρο.  Όχι όμως και η επίτευξη μιας ισχυρής κυβέρνησης συνεργασίας. Αυτό είναι άλλωστε και η ουσία αυτού του εκλογικού συστήματος.  Και εδώ τίθεται το δεύτερο ερώτημα.

Γιατί να ρισκάρουμε μια περίοδο ακυβερνησίας της χώρας μέσα σε ένα τόσο ρευστό διεθνές περιβάλλον;  Το επιχείρημα ότι δεν έχουμε κουλτούρα συνεργασιών έχει καταρριφθεί εδώ και καιρό. Κανείς δεν περίμενε πότε ότι θα βρεθούν στη ίδια κυβερνητική πτέρυγα ΝΔ και ΠΑΣΟΚ  δίνοντας το “φιλί της ζωής στην χώρα” ή  η Αριστερά (ΣΥΡΙΖΑ) με την Δεξιά του Πάνου Καμμένου (ΑΝ.ΕΛ) που ουσιαστικά άνοιξε τη πόρτα για τη έξοδο της χώρας από τα μνημόνια. Αν θέλουμε πράγματι να θεωρούμαστε ως χώρα ενεργό κομμάτι ενός πολιτικά πολιτισμένου ευρωπαϊκού σύμπαντος θα πρέπει να συμπεριφερόμαστε ανάλογα και όχι ως “γαλατικό χωριό”.

Ούτως ή άλλως, διαφωνίες υπάρχουν και στις καλύτερες οικογένειες και με καλή διάθεση όλα βρίσκονται. Αν κοιτάξουμε γύρω μας, στην Ευρωπαϊκή οικογένεια οι Κυβερνητικοί συνασπισμοί τείνουν να γίνουν ο κανόνας.

Το ζητούμενο σε κάθε περίπτωση είναι η πολιτική σταθερότητα της χώρας και κανείς δεν έχει το δικαίωμα και κυρίως την εντολή να προχωρήσει σε πειραματισμούς μετά τις περιπέτειες που έχουμε περάσει.  Αν δε το έχουν πάρει ακόμη είδηση, η σιωπή της κοινωνίας δεν σημαίνει υποταγή, ούτε αδιαφορία.  Η σκέψη και μόνο για νέους εφιάλτες μετά από όσα έχουμε περάσει θα πρέπει όχι απλώς να φέρει τους πολιτικούς ταγούς μας ενώπιον των ευθυνών τους αλλά μπροστά στην  σκληρή πραγματικότητα.    Διαφορετικά η “πύλη του χάους” είναι “ένα τσιγάρο δρόμος”.

Το ζητούμενο λοιπόν είναι η πολιτική ωριμότητα και όχι το κομματικό συμφέρον. Είναι ίσως  και μια ευκαιρία να  αλλάξουμε σελίδα και γιατί όχι να βάλουμε ένα φρένο στη διαχρονικότητα του Εμμανουή Ροϊδη  για τα όσα εύστοχα σημείωνε για τη φυλή μας :

Ως οι Ινδοί εις φυλάς, ούτω και οι Έλληνες διαιρούνται εις τρεις κατηγορίας: 

α) Εις συμπολιτευομένους, ήτοι έχοντας κοχλιάριον να βυθίζωσιν εις την χύτραν του προϋπολογισμού.
β) Εις αντιπολιτευομένους, ήτοι μη έχοντας κοχλιάριον και ζητούντας εν παντί τρόπω να λάβωσιν τοιούτον.
γ) Εις εργαζομένους, ήτοι ούτε έχοντας κοχλιάριον ούτε ζητούντας, αλλ’ επιφορισμένους να γεμίζωσι την χύτραν διά του ιδρώτος των».

Διαβάστε επίσης

Βουλή: Στα «άκρα» η κόντρα Μητσοτάκη-Τσίπρα – Σύγκρουση για το αν παρακολουθούταν ο Κ. Φλώρος

Βουλή: Στα «κάγκελα» η Φωτεινή Πιπιλή