Την Τρίτη 26η Οκτωβρίου, ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε θα αποχωρήσει από την προεδρία της Bundestag και θα πάρει θέση στα έδρανα του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος (CDU).

Έπειτα από 51 χρόνια, η… φαιά εξοχότης της γερμανικής πολιτικής θα γίνει «απλός» βουλευτής, καθώς το κόμμα του ηττήθηκε στις εκλογές του περασμένου μήνα. Ουδείς ωστόσο πιστεύει ότι ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε θα μπορούσε ποτέ να γίνει «απλώς» οτιδήποτε.

Στις τελευταίες εκλογές, ο κ. Σόιμπλε έκανε αυτό που κάνει για 49 χρόνια: εξελέγη με άνεση στην περιφέρεια του, το Όφενμπουργκ, με απευθείας εντολή, χωρίς δηλαδή να χρειαστεί τη λίστα του κόμματός του στο κρατίδιο της Βάδης-Βυρτεμβέργης. Αυτός είναι ο λόγος, είπε, που αποσύρθηκε μεν από τα κομματικά όργανα, αλλά αποφάσισε να μην ακολουθήσει το παράδειγμα της υπουργού Άμυνας Άνεγκρετ Κραμπ-Καρενμπάουερ και του υπουργού Οικονομίας Πέτερ Αλτμάιερ, που ανακοίνωσαν ότι δεν θα καταλάβουν τις έδρες τους, προκειμένου να κάνουν τόπο στη νεότερη γενιά Χριστιανοδημοκρατών.

Η αποχώρηση από την πρώτη γραμμή

Σε κάθε περίπτωση, ο grand seigneur της γερμανικής πολιτικής αποχωρεί στα 79 του χρόνια από την πρώτη γραμμή, έπειτα από 19 χρόνια σε υπουργεία, δύο χρόνια στην ηγεσία του CDU και εννέα στον ρόλο του επικεφαλής της Κοινοβουλευτικής Ομάδας. Ωστόσο, η καριέρα του κ. Σόιμπλε σημαδεύτηκε από τις θέσεις που δεν κέρδισε: αυτή του καγκελάριου και αυτή του ομοσπονδιακού προέδρου. Δύο φορές βρήκε μπροστά του την Άγγελα Μέρκελ — στην οποία μολαταύτα παρέμεινε πιστός ως το τέλος. «Όχι ευχάριστος, ούτε εύκολος· πιστός», όπως το θέτει.

Λίγο καιρό πριν από τις τελευταίες εκλογές, καθώς οι δημοσκοπήσεις έδειχναν τι έρχεται, ο ίδιος δήλωνε προετοιμασμένος.

«Έχω προετοιμαστεί, δεν είναι πρόβλημα για εμένα. Τελείωσε», έλεγε αναφερόμενος στο ενδεχόμενο να μην είναι εκ νέου πρόεδρος του κοινοβουλίου. Και τώρα; Τέλος εποχής; Πιθανόν, αφού ταυτόχρονα το κόμμα του αποκαθηλώνεται από την εξουσία, έπειτα από 16 χρόνια κυριαρχίας. Απόσυρση; Σε καμία περίπτωση. Άλλωστε ο ίδιος, στα 70ά του γενέθλια, δήλωνε για τον εαυτό του ότι είναι «η προσωποποίηση της μακροπρόθεσμης μνήμης της γερμανικής δημοκρατίας».

Για την Ελλάδα βέβαια – και όχι μόνο –, ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε υπήρξε μάλλον η προσωποποίηση της δημοσιονομικής πειθαρχίας, της λιτότητας, αν όχι της αλαζονείας, και πολύ λίγοι στον ευρωπαϊκό Νότο θα ήταν διατεθειμένοι να του αναγνωρίσουν ως ελαφρυντικό το… ευγενές κίνητρο που επικαλείτο: τη σωτηρία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ό,τι κι αν πιστεύει κανείς για τον απερχόμενο πρόεδρο της Μπούντεσταγκ, είναι σαφές πως πρόκειται για πολιτικό προσηλωμένο στο καθήκον, με τεράστια ψυχικά αποθέματα. Η καριέρα του δεν διακόπηκε όταν ψυχασθενής τον πυροβόλησε, κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας, το 1990, καταδικάζοντάς τον σε μια ζωή στην αναπηρική καρέκλα. Από αυτή την καρέκλα, ο κ. Σόιμπλε διαχειρίστηκε την επανένωση της Γερμανίας, ανέλαβε υπουργικά χαρτοφυλάκια, έφθασε να γίνει ακόμη και αρχηγός του κόμματός του. Προτού ο Χέλμουτ Κολ ανακαλύψει το «κοριτσάκι» του στην Άγγελα Μέρκελ, όλοι μιλούσαν για τον πρίγκιπα διάδοχό του, τον νομικό από τη Βάδη-Βυρτεμβέργη. Αλλά την πορεία του ανέκοψε το 2000 μια φιλόδοξη Ανατολικογερμανίδα.

Σήμερα, 51 χρόνια μετά την ένταξή του στη Νεολαία του CDU, ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε θεωρεί ότι έχει πλέον κερδίσει το δικαίωμα να εκφράζεται ελεύθερα. Είτε για τα ελαττώματα της Ευρώπης – της λείπουν κατ’ αυτόν «τα εργαλεία για την εμβάθυνση, όπως η κοινή οικονομική και δημοσιονομική πολιτική και οι περιοριστικοί μηχανισμοί αποτροπής των υπερβολικών δαπανών» – είτε για την Κίνα, που «πρέπει να τηρήσει τις διεθνείς συμφωνίες» ή για τις ΗΠΑ, που γι’ αυτόν χρειάζεται να επιδιώξουν «περισσότερη συνεργασία με την Ευρώπη, αλλά όταν έχουν δίκιο, έχουν δίκιο».

Ίσως στο εξωτερικό να είναι δύσκολο να διακρίνει κανείς στον κ. Σόιμπλε άλλη πλευρά πέρα από αυτή του σκληρού οπαδού της δημοσιονομικής πειθαρχίας ή του άκαμπτου ιδεολόγου. Όμως στη Γερμανία είναι περιζήτητος – κι ενίοτε απολαυστικός – σε φιλοσοφικές συζητήσεις, ενώ κατάφερε να παραμείνει ειλικρινής, αν μη τι άλλο με τον εαυτό του: στήριξε την πολιτική της κυρίας Μέρκελ για το προσφυγικό το 2015, υπογράμμισε ότι «ο κόσμος δικαίως φοβάται την ισλαμιστική τρομοκρατία, αλλά όχι το Ισλάμ», ήταν μεταξύ των προσκεκλημένων για την επαναλειτουργία της μεγαλύτερης συναγωγής στο Βερολίνο το 2007. Ως υπουργός Εσωτερικών, υπήρξε από τους αυστηρότερους διώκτες οργανώσεων που αρνούνταν το Ολοκαύτωμα· ως μέλος της ηγεσίας του CDU, τασσόταν για χρόνια υπέρ της αναθεώρησης της πολύ αυστηρής θέσης του κόμματος για τον γάμο ατόμων του ίδιου φύλου. Ως υπουργός Οικονομικών, πέτυχε να ισοσκελίσει τον γερμανικό προϋπολογισμό έπειτα από δεκαετίες· ως πρόεδρος της Μπούντεσταγκ, έδωσε φωνή και κύρος σ’ ένα τιμητικό, αλλά εν πολλοίς, ώσπου να το αναλάβει, διακοσμητικό αξίωμα.

Το τέλος της καριέρας του είναι πια, αναπόφευκτα, κοντά. Όπως και όποτε και αν επιλέξει ο ίδιος να την ολοκληρώσει, το ισοζύγιο θα είναι μάλλον θετικό. Παιδί του πολέμου, ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, όπως άλλοτε ο Χέλμουτ Κολ, έβλεπε τη σωτηρία της χώρας του στην Ευρώπη. Και αυτή την Ευρώπη πιστεύει πάντα ότι υπερασπίζεται. Είτε από την πρώτη, είτε από την τελευταία σειρά.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ