ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Η επανεμφάνιση τους θα πρέπει να θεωρείται προσωρινή καθώς σε σημαντικό βαθμό συνδέεται αφενός με τη δημοσιονομική επέκταση λόγω των έκτακτων μέτρων της πανδημίας αφετέρου με την έκρηξη των τιμών ενέργειας που έλαβαν χώρα την ίδια περίοδο, σημειώνει η Τράπεζα της Ελλάδος στο πλαίσιο της Ετήσιας Έκθεσης του Διοικητή που δόθηκε χθες στη δημοσιότητα.
Όπως όμως προειδοποιεί οι ποιοτικές διαφορές που διαχωρίζουν την αύξηση των ελλειμμάτων στην περίοδο 2007 – 2008, η οποία εν τέλει οδήγησε στο εκρηκτικό 2010, από την άνοδο του 2022 δεν πρέπει να δημιουργούν εφησυχασμό και απαιτούνται…χθες μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις προκειμένου να στεγανοποιηθεί πλήρως η απειλή.
Ειδικότερα σύμφωνα με την ΤτΕ:
– Ιστορικά η ελληνική οικονομία χαρακτηρίζεται από υψηλά ελλείμματα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών (ΙΤΣ). Ωστόσο, την προηγούμενη δεκαετία καταγράφηκαν σταδιακή βελτίωση της ανταγωνιστικότητας και ενίσχυση της εξωστρέφειας της οικονομίας, που συνέβαλαν στον περιορισμό του ελλείμματος του ΙΤΣ, από επίπεδα κοντά στο 15% του ΑΕΠ το 2007-2008 σε 1,5% στο τέλος του 2019. Όμως, το ξέσπασμα της πανδημίας το 2020 και στη συνέχεια o πόλεμος Ρωσίας-Ουκρανίας ανέκοψαν την πορεία βελτίωσης, με αποτέλεσμα το έλλειμμα του ΙΤΣ να ανέλθει σε επίπεδα άνω του 6% την περίοδο 2020-2021 και να ξεπεράσει το 10% το 2022, λόγω και της αύξησης των τιμών της ενέργειας. Το 2023 καταγράφηκε σημαντική συρρίκνωση του ελλείμματος του ΙΤΣ, το οποίο διαμορφώθηκε σε 6,3% του ΑΕΠ, και αναμένεται περαιτέρω βελτίωση τα επόμενα έτη.
– Η επανεμφάνιση των δίδυμων ελλειμμάτων αρχικά λόγω της εκδήλωσης της πανδημίας COVID-19 και στη συνέχεια λόγω του πολέμου Ρωσίας-Ουκρανίας θα πρέπει ‒ σύμφωνα με πρόσφατα δημοσιευμένα στοιχεία ‒ να θεωρείται προσωρινή, καθώς σε σημαντικό βαθμό συνδέεται αφενός με τη δημοσιονομική επέκταση λόγω της πανδημίας και αφετέρου με τις εξελίξεις στις τιμές της ενέργειας που έλαβαν χώρα την ίδια περίοδο. Το συμπέρασμα αυτό επιβεβαιώνεται και από την εμπειρική ανάλυση, η οποία ανέδειξε επίσης ότι από μόνη της η άρση των έκτακτων δημοσιονομικών παρεμβάσεων εντός του 2022 και του 2023 και η αποκατάσταση της δημοσιονομικής ισορροπίας στο εξής θα έχουν περιορισμένη συμβολή στην περαιτέρω βελτίωση του ΙΤΣ, υποθέτοντας ότι οι λοιποί προσδιοριστικοί παράγοντες παραμένουν αμετάβλητοι (ceteris paribus).
– Η αύξηση του ελλείμματος του ΙΤΣ το 2022 δημιούργησε ανησυχία για πιθανή επιστροφή της χώρας σε καταστάσεις ανάλογες με εκείνες της περιόδου 2007-2008 που οδήγησαν στην κρίση του 2010. Ωστόσο, μια σειρά από χαρακτηριστικά αναδεικνύουν τις διαφορές της παρούσας συγκυρίας με την περίοδο εκείνη, όπως η μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος, η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας σε όρους τιμών και κόστους από το 2010 και η αύξηση του μεριδίου των εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών στο ΑΕΠ.
– Οι παραπάνω όμως ποιοτικές διαφορές μεταξύ του 2007-2008 και του 2022 δεν πρέπει να δημιουργούν εφησυχασμό. H περαιτέρω βελτίωση του ΙΤΣ απαιτεί την επιτάχυνση των διαρθρωτικών αλλαγών με στόχο την περαιτέρω ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και της εξωστρέφειας της οικονομίας, καθώς και της θέσης των ελληνικών αγαθών και υπηρεσιών στις ξένες αγορές. Προς την κατεύθυνση αυτή σημαντικό ρόλο αναμένεται να διαδραματίσουν η αποτελεσματική και έγκαιρη αξιοποίηση των πόρων του NGEU, καθώς και η προώθηση των μεταρρυθμίσεων που τίθενται ως ορόσημα για τις εκταμιεύσεις των πόρων αυτών.
– Τέλος, οι απαιτούμενες επενδύσεις – τόσο του δημόσιου όσο και του ιδιωτικού τομέα – θα διευκολυνθούν και από την επανάκτηση πιστοληπτικής αξιολόγησης της Ελλάδος στην επενδυτική κατηγορία, η οποία αναμένεται να διατηρήσει το κόστος δανεισμού σε χαμηλότερα επίπεδα.
Διαβάστε επίσης:
Ανάλυση ΤτΕ: Οι αγορές αναβάθμισαν τη χώρα πριν από τους οίκους
Στουρνάρας: Το δημόσιο κέρδισε 3,5 δισ. από την στήριξη των τραπεζών
ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ
- ΕΛ.ΑΣ: Στην δημοσιότητα τα στοιχεία των 13 μελών σπείρας που λήστευε σπίτια στην Αττική
- Πετρέλαιο: Κέρδη άνω του 6% για το WTI στην εβδομάδα
- Σερβία: 10.000 νοικοκυριά χωρίς ρεύμα λόγω κακοκαιρίας – Προβλήματα και με τις πτήσεις
- Τουρκία: Δύο αντιπολιτευόμενοι δήμαρχοι καταδικάστηκαν για “τρομοκρατία” και καθαιρέθηκαν