Πυκνώνουν οι διεργασίες για να ολοκληρωθεί επιτυχώς, ει δυνατόν έως τις 15 Δεκεμβρίου 2023 η πρόωρη αποπληρωμή σχεδόν 5,3 δισ. ευρώ παλαιού χρέους από το πρώτο μνημόνιο, στο πλαίσιο των διμερών πακέτων που είχαν τότε συμφωνηθεί με τις χώρες της ευρωζώνης.

Η πρωτοβουλία της Αθήνας κουμπώνει στην ευρύτερη «επιχείρηση» που βρίσκεται σε εξέλιξη για την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας από όσο περισσότερους, επιλέξιμους από την ΕΚΤ, οίκους γίνεται και μάλιστα το συντομότερο δυνατόν.

Δεν είναι τυχαίο άλλωστε πως αυτή η πρωτοβουλία βρίσκεται σε εξέλιξη αυτό το φθινόπωρο και εν αναμονή τεσσάρων σημαντικών αξιολογήσεων: Της DBRS στις 8 Σεπτεμβρίου, της Moody’s στις 15 Σεπτεμβρίου, της S&P στις 20 Οκτωβρίου και της Fitch την 1η Δεκεμβρίου.

Αν και το ελληνικό αίτημα εκτός απροόπτου δεν αναμένεται να συζητηθεί επισήμως στο προσεχές Eurogroup στις 15 Σεπτεμβρίου, εντούτοις οι διεργασίες εντείνονται στο παρασκήνιο με την Αθήνα να επειγεται προκειμένου να επιταχυνθεί η τυπική χρονοβόρα διαδικασία των εγκρίσεων και να καταστεί δυνατή η αποπληρωμή τον Δεκέμβριο.

Η κίνηση που έχει εξαγγελθεί από την κυβέρνηση θα ανεβάσει στα 13 δισ. ευρώ τον λογαριασμό που έχει ήδη αποπληρωθεί από αυτό το πρώτο πακέτο ενώ η χώρα έχει ήδη εξοφλήσει τα 28 δισ. του ΔΝΤ.

Η απόφαση αυτή, η οποία περνά αναγκαστικά από τις… «συμπληγάδες» της ευρωπαϊκής – και ειδικά της γερμανικής – γραφειοκρατίας των τεχνοκρατών δεν φαίνεται πως συναντά αντιστάσεις με τα έως τώρα δεδομένα.

Όπως όμως είχε γίνει και στην προηγούμενη αντίστοιχη αποπληρωμή, η διαδικασία «ξεσκονίζεται» από όλους τους εμπλεκόμενους φορείς προτού πάρει «υπογραφές» από το Eurogroup, κατόπιν θετικής εισήγησης του ESM που είναι ο βασικός πιστωτής της χώρας και θα πρέπει να συναινέσει και να αιτιολογήσει την ανάγκη της πρόωρης αποπληρωμής, αλλά και από ορισμένα κοινοβούλια ευρωπαϊκών χωρών, όπως η Γερμανία, η Ολλανδία, η Αυστρία.

Υπό αυτό το πρίσμα η Ελλάδα έχει κάθε όφελος να “πιέσει” στις άτυπες διαβουλεύσεις που γίνονται σε τεχνικό επίπεδο προκειμένου τα διαδικαστικά να σταθούν αιτία καθυστερήσεων.

Ουδείς αμφιβάλλει ουσιαστικά πως η κίνηση θα υλοποιηθεί είναι όμως πρόσθετη αξία αν η χώρα την έχει ήδη στα χέρια της σε μια περίοδο όπου επιδιώκει να πυροδοτήσει όσο περισσότερες αναβαθμίσεις μπορεί.

Με την ολοκλήρωση της επαναγοράς, τα χρωστούμενα της Ελλάδας στους Ευρωπαίους θα είναι μικρότερα κατά περίπου 13 δισ. ευρώ καθώς έχουν ήδη αποπληρωθεί 8 δις. ευρώ στο πλαίσιο του GLF.

Σημειώνεται επίσης πως η χώρα έχει ήδη εξοφλήσει από τον Απρίλιο του 2022 το ΔΝΤ, το οποίο της παρείχε 28 δισ. ευρώ μεταξύ 2010 και 2014, δύο χρόνια πριν από τον προγραμματισμό.

Με την ολοκλήρωση της νέας αποπληρωμής εκτιμάται πως θα προκύψει ελάφρυνση περίπου 40 εκατ. στον προϋπολογισμό.

Το μεγάλο όφελος όμως δεν είναι το ταμειακό. Είναι κυρίως το μήνυμα που θέλει να περάσει η Αθήνα πως όχι απλά αποπληρώνει αλλά και νωρίτερα τα δάνεια της, διατηρεί το χρέος σε πτωτική τροχιά βελτιώνοντας διαρκώς το προφίλ εξυπηρέτησης του με ομαλοποίηση των ετήσιων πληρωμών, θωρακίζοντας το αφήγημα υπέρ της ανάκτησης της επενδυτικής βαθμίδας.

Διαβάστε επίσης:

Τι γυρεύει η Moody’s στην Αθήνα – Ελπίδες για αναβάθμιση τον Σεπτέμβριο

Όλα για την επενδυτική βαθμίδα – Μονόδρομος τα υψηλά πλεονάσματα

Διπλή αναβάθμιση σε 45 μέρες – Το μεγάλο στοίχημα του φθινοπώρου