Νέα αξιολόγηση πριν από τη λήξη της ενισχυμένης μεταμνημονιακής εποπτείας

Δέκα χρόνια σχεδόν μετά την πρώτη αξιολόγηση από την τρόικα -που το 2015 μετονομάστηκε σε «θεσμούς»- η Ελλάδα εισέρχεται στην τελική ευθεία για μια από τις τελευταίες αξιολογήσεις στο πλαίσιο της ενισχυμένης μεταμνημονιακής εποπτείας, η οποία τυπικά ολοκληρώνεται τον Ιούνιο.

Στις 10 Ιανουαρίου τα τεχνικά κλιμάκια πιάνουν δουλειά για να προετοιμάσουν την 13η αξιολόγηση εν αναμονή των συζητήσεων που θα γίνουν σε επίπεδο επικεφαλής στις 25 Ιανουαρίου, εξ αποστάσεως λόγω της έξαρσης της «Ο».

Αυτή η αξιολόγηση δεν συνδέεται με την εκταμίευση κάποιας δόσης, έχει όμως ιδιαίτερη βαρύτητα με δεδομένο πως θα κλειδώσει ο οδικός χάρτης των εκκρεμοτήτων μέχρι την έξοδο της χώρας από το καθεστώς ενισχυμένης μεταμνημονιακής εποπτείας, που τυπικά αναμένεται τον Ιούνιο.

Η ολοκλήρωση αυτού του πλαισίου θα σηματοδοτήσει σε πολιτικό επίπεδο το τέλος μιας εποχής, ωστόσο και κατόπιν αυτού του οροσήμου η μεταρρυθμιστική πορεία της χώρας θα βρίσκεται στο μικροσκόπιο.

Όχι μόνο από τους πιστωτές μας, τα υπόλοιπα κράτη μέλη της ευρωζώνης στα οποία οφείλουμε το μεγαλύτερο μέρος του χρέους μας που θα παρακολουθούν τις οικονομικές και μεταρρυθμιστικές εξελίξεις στη χώρα στο πλαίσιο πλέον της τακτικής μεταμνημονιακής εποπτείας.

Θα παρακολουθούνται κυρίως από τις αγορές που για τους επόμενους 12-18 μήνες μετά τη λήξη της ενισχυμένης μεταμνημονιακής εποπτείας, θα είναι σε κατάσταση «υψηλού συναγερμού» για να πιστοποιούν την αναπτυξιακή δυναμική της χώρας αλλά κυρίως την επιμονή στις μεταρρυθμίσεις που έχει ανάγκη η χώρα η οποία επιδιώκει μετ’ επιτάσεως να αποφύγει λάθη και καθυστερήσεις προκειμένου να ανακτήσει την επενδυτική βαθμίδα μέσα στο 2023.

Σύμφωνα με στελέχη κοντά στις διαβουλεύσεις, οι εκκρεμείς υποθέσεις του Ν. Κατσέλη, τα ληξιπρόθεσμα του Κράτους προς ιδιώτες (μια κόκκινη κάρτα, διαχρονικά για τους πιστωτές που ασκούν ιδιαίτερες πιέσεις ειδικά στο πεδίο των συντάξεων αλλά και στη χορήγηση της ρευστότητας στις επιχειρήσεις που χρωστά το Δημόσιο), και μια σειρά μεταρρυθμίσεων που θεωρούνται κλειδιά για την μεσοπρόθεσμη αναπτυξιακή δυναμική της οικονομίας, όπως η επιτάχυνση στην απονομή δικαιοσύνης είναι ψηλά στην ατζέντα των συζητήσεων με τους θεσμούς.

Πέραν των μεταρρυθμίσεων επί τάπητος θα τεθούν τα πιο επικαιροποιημένα στοιχεία για την πορεία της ανάπτυξης αλλά και για την ταμειακή διαχείριση του δημοσίου υπό το πρίσμα των πιέσεων της Όμικρον στην οικονομία, αλλά και η πορεία των τιμών καθώς οι ανατιμήσεις ασκούν πιέσεις στα ελληνικά νοικοκυριά, ενδεχομένως και στη δυνατότητα τους να ανταποκρίνονται ομαλά σε μια σωρεία υποχρεώσεων φορολογικών, ασφαλιστικών εισφορών κ.α.

Στις συζητήσεις θα διαμορφωθεί παράλληλα και ο οδικός χάρτης για τα επόμενα βήματα προς τη λήξη της ενισχυμένης μεταμνημονιακής εποπτείας, και πως αυτή θα οργανωθεί, καθώς και στο πλαίσιο που θα ισχύσει τους μήνες μέχρις ότου η χώρα ανακτήσει την επενδυτική βαθμίδα.

Πρέπει να σημειωθεί επίσης πως μέχρι τα τέλη Ιανουαρίου το δημόσιο αναμένεται να ολοκληρώσει και τυπικά την πρόωρη αποπληρωμή 1,7 δισ. ευρώ προς το ΔΝΤ ενώ μέχρι τα τέλη Μαρτίου αναμένεται να ολοκληρωθεί αντίστοιχα η πρόωρη αποπληρωμή 5,2 δις. ευρώ προς τους Ευρωπαίους.

Και οι δύο κινήσεις εκτιμάται πως θα αποτελέσουν ένα ισχυρό σήμα προς τις αγορές πως η Ελλάδα αποπληρώνει, ακέραια και νωρίτερα, οφειλές της και έχει κλείσει οριστικά έναν πολυετή κύκλο αναξιοπιστίας απέναντι στις διεθνείς αγορές.

Διαβάστε ακόμη: