Άθικτο, στα προ-πανδημικά επίπεδα, παραμένει το μερίδιο της Ελλάδας στη μεσογειακή αγορά του τουρισμού, που φτάνει το 13%, στην τέταρτη θέση μετά την Ισπανία, την Τουρκία και την Ιταλία.

Όσον αφορά τις επιδόσεις των ανταγωνιστών σε ποσοστό επί των διανυκτερεύσεων αλλοδαπών σε ξενοδοχεία στο 12μηνο, ξεχωρίζει η Τουρκία, η οποία κυρίως μέσω ανταγωνιστικής τιμολογιακής πολιτικής έχει καταφέρει να αυξήσει το μερίδιο της στη μεσογειακή αγορά κατά 3 ποσοστιαίες μονάδες (22%, από 19% το 2019), και η ανερχόμενη γειτονική Αλβανία, η οποία αν και πολύ «μικρός» ακόμα παίκτης σε ποσοτικούς όρους,, διακρίνεται με ψηλούς ρυθμούς ανόδου (+24% σε σχέση με το 2019).

Σύμφωνα με στοιχεία της μελέτης που δημοσίευσε χθες η Διεύθυνση Οικονομικής Ανάλυσης της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος.

Η Ισπανία διατηρεί την κορυφαία θέση ανάμεσα στις αγορές της Μεσογείου με 32% μερίδιο και τρίτη, ακολουθώντας την Τουρκία έρχεται η ιταλική αγορά με 19%, ενώ την Ελλάδα ακολουθεί η Πορτογαλία με μερίδιο 6%.

Παράλληλα, η Ελλάδα – όπως και τα δύο μεσογειακά νησιά της Κύπρου και της Μάλτας – διατηρούν το πλεονέκτημα σε όρους διάρκειας παραμονής έναντι των λοιπών μεσογειακών προορισμών, εν μέρει λόγω υψηλής εξάρτησης από αεροπορικές αφίξεις. Στην Ελλάδα και τη Μάλτα οι αλλοδαποί τουρίστες διανυκτερεύουν 4,7 ημέρες και στην Κύπρο 5,9 ημέρες.

Ο άσσος στο μανίκι της Ελλάδας είναι οι ενισχυμένες αεροπορικές αφίξεις και οι ανεξάρτητοι τουρίστες, καθώς η επαναφορά στην κανονικότητα του οδικού μας τουρισμού είναι αργή και υπολείπεται σχεδόν -30% στο 12μηνο έναντι του 2019.

Ειδικότερα, οι διεθνείς πτήσεις κατά το πρώτο δίμηνο του φετινού καλοκαιριού εμφανίζονται 10% υψηλότερες έναντι του 2019 (έναντι 2% στη Μεσόγειο), με Τουρκία και Αλβανία να συνεχίζουν να αναδεικνύονται ως οι δυναμικότεροι ανταγωνιστές μας.

Παρόμοια εικόνα εξάγεται από τις κρατήσεις εκτός τουριστικών πρακτορείων, όπου πάλι η Ελλάδα προσελκύει υψηλό ενδιαφέρον (περίπου 10% παραπάνω έναντι 2019).

Η ζήτηση λειτούργησε ενισχυτικά για τις προσδοκίες των ελληνικών ξενοδοχείων, αν και μετά την υπέρμετρη αισιοδοξία της εαρινής περιόδου, οι Έλληνες ξενοδόχοι κατά το τελευταίο δίμηνο φαίνεται να έχουν πιο συντηρητικές προσδοκίες.

Μένουν λιγότερο, ξοδεύουν περισσότερα οι Αμερικανοί και Γάλλοι τουρίστες

Λοκομοτίβα της βαριάς βιομηχανίας παραμένουν οι παραδοσιακές αγορές, που αύξησαν τη συνεισφορά τους στο 42% των αφίξεων από 39% το 2019.

Την εαρινή περίοδο, οι αφίξεις από την Αμερική διπλασιάστηκαν σε σύγκριση με το 2022, ενώ η κατά κεφαλή δαπάνη είναι σχεδόν διπλάσια σε σύγκριση το σύνολο των ξένων τουριστών και διαμορφώνεται στα 1.000 ευρώ.

Ως θετικό σημάδι για την προσέλκυση τουριστών υψηλότερων εισοδημάτων την αύξηση της δαπάνης ανά άφιξη των Γάλλων τουριστών κατά 25% σε σύγκριση με το 2019. Αντιθέτως, η δεύτερη μεγαλύτερη αγορά, αυτή του Ηνωμένου Βασιλείου παρουσίασε σημάδια κόπωσης, τόσο σε όρους αφίξεων (-5% σε σχέση με το 2022), όσο και δαπάνης (-6% έναντι του 2019).

Οι «αντικαταστάτες» της Μυκόνου

Έως και 1 ποσοστιαία μονάδα μπορεί να αφαιρέσει από τις αφίξεις του 2023 η καταστροφική πυρκαγιά της Ρόδου και οι συνέπειές της, σύμφωνα με το απαισιόδοξο σενάριο της Εθνικής.

Πρέπει να σημειωθεί ότι με στοιχεία του 2022, η συνεισφορά της Ρόδου στον ελληνικό τουρισμό μεταφράζεται σε 16% των διανυκτερεύσεων αλλοδαπών, σε 17% των διαθέσιμων τετράστερων και πεντάστερων κλινών και σε 12% των διαθέσιμων κλινών.

Η μελέτη καταγράφει και τις νέες τάσεις που σχετίζονται με τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής και τις προτιμήσεις των τουριστών στη μετά-πανδημική περίοδο για λιγότερο κορεσμένους προορισμούς οδηγούν σε σταδιακή αναδιάταξη του τουριστικού χάρτη.

Σε αυτό το πλαίσιο, το θερινό τρίμηνο του 2023 εκτιμάται να καλύψει μικρότερο ποσοστό των ετήσιων αφίξεων (περίπου κατά 1%).

Τον Ιούνιο, οι συνολικές αεροπορικές αφίξεις αυξήθηκαν κατά 12% έναντι του 2022. Αν και τα «δυνατά χαρτιά» της Μυκόνου και της Σαντορίνης κατέγραψαν απώλειες της τάξης του 7%, οι βόρειοι προορισμοί της Καβάλας και της Μυτιλήνης είχαν άνοδο της τάξης του 20-25%.

Διαβάστε επίσης:

Ανοίγει ξανά σήμερα η πλατφόρμα KYC για αιτήσεις στο Ταμείο Ρευστότητας

Nτε λα Ρούμπια (HCOB): Άσχημα ξεκίνησε το β’ εξάμηνο για τις επιχειρήσεις της Ευρωζώνης

Εθνική Τράπεζα: Έσοδα 21 δισ. από τον τουρισμό το 2023