Με πολύ προσοχή το οικονομικό επιτελείο και ο, επιφορτισμένος με τις εκδόσεις ομολόγων του ελληνικού δημοσίου ΟΔΔΗΧ, χαράσσουν στρατηγική για το 2022, έτος καθοριστικής σημασίας για την αναβάθμιση της ελληνικής αγοράς χρέους και της οικονομίας, συνολικά.

Είναι προφανές πως όσο ταχύτερα καταφέρει το δημόσιο να ανακτήσει επενδυτική βαθμίδα, μετά από σχεδόν 12 χρόνια, τόσο πιο γρήγορα θα ξεκινήσει να επιταχύνεται η ροή καλύτερης ποιότητας επενδυτικών κεφαλαίων στη χώρα.

Κοινώς να περάσουμε σε…άλλη πίστα με ότι αυτό σημαίνει για την μεσομακροπρόθεσμη προοπτική της οικονομίας.

Μετά την επιτυχημένη διπλή, ομολογιακή, έκδοση του δημοσίου στις αρχές Σεπτεμβρίου, που υλοποιήθηκε κυρίως για λόγους στρατηγικής και όχι για ταμειακούς λόγους αφού αφενός είχε ολοκληρωθεί το δανειακό πρόγραμμα αφετέρου τα ταμειακά διαθέσιμα κινούνται ήδη, σύμφωνα με πληροφορίες πέριξ των 40 δισ. ευρώ, ουδείς μπορεί να αποκλείσει μια ακόμη έκδοση μέχρι τα τέλη του έτους.

Πέραν όμως αυτού, που ως γνωστό ούτε διαρρέεται, ούτε επιβεβαιώνεται πριν ξεκινήσει επισήμως η διαδικασία, σύμφωνα με πληροφορίες θα μπορούσε έως το τέλος του έτους να δούμε κινήσεις εξόφλησης χρέους που οφείλει η χώρα στον επίσημο τομέα από την εποχή των μνημονίων.

Πρακτικά μιλούμε για μια δεξαμενή με το υπόλοιπο των δανείων σχεδόν 1,8 δισ. ευρώ προς το ΔΝΤ – με τα οποία εξοφλείται το Ταμείο – και τα υπόλοιπα του πρώτου πακέτου, σχεδόν 2,7 δισ. ευρώ.

Πρόκειται για ακριβότερα δάνεια που θα μπορούσαν να χρηματοδοτηθούν με χαμηλότερο κόστος.

Ωστόσο δεν έχει ακόμη «κλειδώσει» το ποια δάνεια, σε τι ύψος θα εξοφληθούν και πότε, κάτι που θα ξεκαθαρίσει σε απόλυτη συνεννόηση πάντα με τον επίσημο τομέα μέχρι τα τέλη του έτους.

Σε κάθε σενάριο εφόσον κάποια τέτοια κίνηση προχωρήσει σε όποιο βαθμό αποφασιστεί, θα είναι ένα ακόμη σινιάλο στις αγορές πως η Ελλάδα, έχει αφήσει πίσω προ πολλού την κρίση αξιοπιστίας που την στιγμάτισε ως εκδότη ομολόγων, αποπληρώνει τους πιστωτές της και ολοκληρώνει και ουσιαστικά, την εποχή των μνημονίων και – σταδιακά – της ενισχυμένης εποπτείας.

Πράσινα ομόλογα; Τόσο όσο

Την ίδια στιγμή οι τεχνοκράτες στο οικονομικό επιτελείο παρακολουθούν προσεκτικά την, διεθνή, κινητικότητα για τα πράσινα ομόλογα.

Όπως εκτιμούν αρμόδιες πηγές το ελληνικό, πράσινο, ομόλογο του δημοσίου, δύσκολα θα πάρει σάρκα και οστά πριν από το δεύτερο εξάμηνο του 2022 όχι λόγω έλλειψης ζήτησης, αλλά κυρίως λόγω του ότι η είσοδος στην συγκεκριμένη αγορά δεν θα πρέπει να αφήνει τίποτα στην τύχη.

Σε αυτό το πλαίσιο, παρασκηνιακά και σε τεχνικό επίπεδο, η ζύμωση είναι διαρκής με τις αγορές προς αυτή την κατεύθυνση, στη σκιά και των εξαγγελιών από την πλευρά της Κομισιόν που μπαίνει στην τελική ευθεία για την έκδοση των πρώτων πράσινων ομολόγων που θα χρηματοδοτήσουν το Ταμείο Ανάκαμψης με 250 δισ. ευρώ.

Όπως άλλωστε χαρακτηριστικά επισημαίνουν πηγές στην αγορά, είναι οι μεγάλοι παίκτες, με τα μεγάλα εκδοτικά προγράμματα που θα κτίσουν και τη νέα αυτή αγορά πανευρωπαϊκά, προκειμένου σταδιακά να πάρουν θέση, με όσο πιο ευνοϊκούς όρους γίνεται και μικρότεροι παίκτες.

Προς αυτή την κατεύθυνση, εκτιμάται πως προτού βγει στην αγορά το πράσινο ομόλογο, θα ήταν χρήσιμο να έχει ολοκληρωθεί το μεγαλύτερο μέρος του δανειακού προγράμματος του ελληνικού δημοσίου και της επόμενης χρονιάς, προκειμένου να έχουν «ρυθμιστεί» ακόμη καλύτερα τα επίπεδα ρευστότητας στην αγορά αλλά και άλλα τεχνικά χαρακτηριστικά που έχουν να κάνουν με την καμπύλη.

Υπενθυμίζεται πως παραδοσιακά τα δανειακά προγράμματα του δημοσίου είναι εμπροσθοβαρή, δηλαδή ολοκληρώνονται στο μεγαλύτερο μέρος τους στο πρώτο εξάμηνο του έτους.

Επιπλέον η έκδοση ενός πράσινου ομολόγου, του πρώτου πράσινου ομολόγου για την Ελλάδα, δεν θα πρέπει να αποτελέσει ένα «πυροτέχνημα».

Είναι προς το συμφέρον όλων να γίνει μια καλή αρχή σε μια αγορά που θα βρίσκεται εδώ για τα επόμενα, πολλά χρόνια και η Ελλάδα να κτίσει σταδιακά θέσεις με τρόπο και εύρος που θα μπορεί να συντηρηθεί μεσοπρόθεσμα, παρά τις δημοσιονομικές απαιτήσεις που τυχόν προκύψουν σε σχέση με τα πρωτογενή πλεονάσματα της χώρας.

Είναι επίσης μια σημαντική παράμετρος οι εκδόσεις να είναι αξιόπιστες.

Αυτό σημαίνει πως τα έργα που θα συνδεθούν με αυτές, αφενός να είναι επαρκή σε μέγεθος, αξία και ωριμότητα κάτι που δεν είναι ένα απλό project με δεδομένο τον πακτωλό χρημάτων που θα διατεθούν από τα κοινοτικά κονδύλια για πράσινη ανάπτυξη τα επόμενα χρόνια…

Είναι όμως σημαντικό τα έργα που θα υποσχεθούμε, ως χώρα, στους επενδυτές πως θα υλοποιήσουμε μέσω της συγκεκριμένης χρηματοδότησης να υλοποιηθούν, για λόγους αξιοπιστίας έναντι των επενδυτών που θα μας εμπιστευθούν.

Η εμπιστοσύνη των επενδυτών και η αξιοπιστία είναι άλλωστε ένα πολύ ακριβό αγαθό, όπως έχει διαπιστώσει άλλωστε η Ελλάδα με τον πλέον δύσκολο τρόπο τα τελευταία χρόνια….

Διαβάστε επίσης:

ΕΕ: Συζητήσεις για την αποφυγή κατάρρευσης της οικονομίας εν μέσω πανδημίας

Υπουργείο Οικονομικών: 7η πληρωμή για τους πυρόπληκτους – Πιστώθηκαν 1,64 εκατ. ευρώ