Christine Lagarde, επικεφαλής ΕΚΤ
Aν δεν παραταθεί το waiver θα επιδεινωθούν οι όροι δανεισμού τόσο για το Δημόσιο όσο και για τις μεγάλες ελληνικές επιχειρήσεις.
Μείζον θέμα, εξίσου αν όχι πιο σημαντικό από τις αγορές ομολόγων από την ΕΚΤ, θεωρούν πηγές στην αγορά τη διατήρηση της ειδικής εξαίρεσης (waiver) την οποία είχε παράσχει στην Ελλάδα η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) τον Απρίλιο του 2020, προκειμένου να γίνονται αποδεκτά ελληνικά ομόλογα ως ενέχυρο για τις πράξεις χρηματοδότησης από το Ευρωσύστημα.
Καθώς προσεγγίζουμε το Μάρτιο και την κρίσιμη συνεδρίαση του ΔΣ της ΕΚΤ στις 10 Μαρτίου «φουντώνει» ο θόρυβος γύρω από το πότε και εάν η ΕΚΤ θα καταστήσει σαφές πως θα σταθεί ευέλικτη και στο κρίσιμο θέμα του waiver, διατηρώντας αποδεκτή την ενεχυρίαση ελληνικών ομολογιακών τίτλων και πέραν του Ιουνίου του 2022 που λήγει η τρέχουσα παράταση παρακάμπτοντας το ότι η Ελλάδα είναι η μοναδική χώρα στην ευρωζώνη η οποία δεν έχει επενδυτική βαθμίδα.
Για αρκετούς στην αγορά η έλλειψη σαφήνειας (clarity) ως προς το συγκεκριμένο θέμα συντηρεί – αν όχι προκαλεί σε ένα βαθμό – τις ισχυρές πιέσεις που δέχεται η ελληνική αγορά χρέους, σε μια κρίσιμη περίοδο για την ελληνική οικονομία η οποία πασχίζει να διανύσει το τελευταίο μίλι προς την επενδυτική βαθμίδα.
Πρακτικά η διατήρηση της ειδικής εξαίρεσης (waiver) επιτρέπει στις ελληνικές τράπεζες να αντλούν φθηνό χρήμα από την ΕΚΤ ενισχύοντας την ήδη ισχυρή ρευστότητα που διαθέτουν, στηρίζοντας την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας και των ελληνικών επιχειρήσεων, σε μια περίοδο που η πιστωτική επέκταση είναι ζητούμενο με δεδομένη την ανάγκη μόχλευσης πόρων για την αξιοποίηση, στο μέγιστο, των πολύ υψηλών διαθέσιμων κοινοτικών πόρων. Mε την απόφαση της ΕΚΤ τον Απρίλιο του 2020 με την οποία η ΕΚΤ αποδέχεται τα ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου έδωσε ένα σημαντικό εργαλείο στις τράπεζες, οι οποίες δανείστηκαν από την ΕΚΤ περίπου 47 δισ. ευρώ.
Στην περίπτωση απουσίας του waiver ο δανεισμός με ενέχυρο τίτλους που δεν θα είναι επιλέξιμοι θα ξεκινά από δυσμενέστερη βάση και όχι το -0,50% μέσω των πράξεων μακροπρόθεσμης χρηματοδότησης (TLTRO–III) που σημαίνει πως οι τράπεζες δεν θα επωφελούνται το ίδιο και δεν θα μπορούν να συνεχίσουν να περνούν τόσο χαμηλό κόστος εν γένει στην οικονομία. Είναι δε αυτονόητο πως αντιστοίχως θα επιδεινώνονται και οι όροι δανεισμού για τις μεγάλες ελληνικές επιχειρήσεις όταν αυτές θα δοκιμάζουν τις αγορές ενώ χειρότεροι όροι πιστωτικής επέκτασης εκ των πραγμάτων ασκούν πιέσεις και στην προσπάθεια για βελτίωση της κερδοφορίας και των δεικτών.
Ταυτόχρονα, όπως εκτιμούν παράγοντες στην αγορά είναι πολύ σημαντικό για όποιον αποφασίζει να έχει για παράδειγμα long θέσεις σε ελληνικούς τίτλους να ξέρει ότι ανά πάσα στιγμή – εάν για παράδειγμα υλοποιηθεί ένα extraordinary σενάριο στην αγορά όπως ήταν το ξέσπασμα της πανδημικής κρίσης την άνοιξη του 2020 – να γνωρίζουν πως μπορούν ανά πάσα στιγμή να πάει στην ΕΚΤ και να έχει πρόσβαση σε φθηνή ρευστότητα με κόστος ίδιο με τους άλλους.
Όπως μάλιστα τονίζουν αναλυτές η νέα παράταση της ειδικής εξαίρεσης, πέραν του ότι πρακτικά θα διευκολύνει τη δυνατότητα των ελληνικών τραπεζών να χρηματοδοτήσουν φθηνά την ελληνική οικονομία θωρακίζοντας την ανάκαμψη, θα είναι και ένα πολύ ισχυρό σήμα προς τις αγορές πως η Ελλάδα πλέον, πρακτικά αντιμετωπίζεται από τους δικούς της εταίρους ως μια χώρα που προσεγγίζει με σταθερή προσήλωση την επενδυτική βαθμίδα. Δεν θα αντιμετωπίζεται δηλαδή με δυσπιστία ακόμη και από τους ίδιους τους εταίρους της όπως ήταν η πρακτική τα τελευταία χρόνια.
Επί του παρόντος επισήμως η ΕΚΤ δεν έχει πάρει ακόμη θέση. Σε πρόσφατο άρθρο του στην Καθημερινή ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας κ. Γιάννης Στουρνάρας είχε χαρακτηρίσει αυτονόητο το ότι όσο αγοράζονται ελληνικά ομόλογα κάτω από οποιοδήποτε πρόγραμμα, γίνονται αποδεκτά ως collateral. Φυσικά κάτι τέτοιο θα απαιτήσει και κάποια απόφαση από το δ.σ. της Κεντρικής Τράπεζας στη Φρανκφούρτη ενώ κάποιος θα μπορούσε να πει πως μια λογική χρονική διάρκεια της νέας παράτασης θα ήταν αντίστοιχη με το χρονικό διάστημα στο οποίο τα ελληνικά ομόλογα θα επεναπενδύονται, δηλαδή μέχρι το τέλος του 2024.
Θετική έκβαση προεξοφλεί το Bloomberg
Την Τετάρτη δημοσίευμα του Bloomberg ανέφερε πως η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα επεξεργάζεται σχέδιο βάσει του οποίου θα συνεχίζει να δέχεται τα ελληνικά ομόλογα ως collateral για συγκεκριμένη χρηματοδότηση, έως ότου λήξει η περίοδος επανεπένδυσης για το πανδημικό πρόγραμμα αγοράς ομολόγων.
Τελικές αποφάσεις δεν έχουν ακόμη ληφθεί, αλλά μια τέτοια απόφαση που θα απαιτούσε έγκριση του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΚΤ μπορεί να έρθει από τον επόμενο κιόλας μήνα, σύμφωνα με πηγή που επικαλείται το πρακτορείο σε καθεστώς ανωνυμίας, καθώς η τελική απόφαση δεν έχει ληφθεί.
Τα μέτρα χαλάρωσης για τις εξασφαλίσεις κατά τη διάρκεια της πανδημίας, συμπεριλαμβανομένων της επιλεξιμότητας των ελληνικών ομολόγων για τα αναχρηματοδοτικά εργαλεία, «θα επανεξεταστούν εν ευθέτω χρόνω πριν από τη λήξη τους, τον Ιούνιο του 2022», ανέφερε εκπρόσωπος της ΕΚΤ στο αμερικανικό πρακτορείο.