ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Αντιμέτωπη με μια μεγάλη πρόκληση είναι φέτος η ελληνική οικονομία: Να πείσει τις αγορές πως έχει τη δυναμική να συγκλίνει ταχύτερα με τα επίπεδα αξιολόγησης του 2010 εκεί που ήταν προτού ξεσπάσει η δημοσιονομική κρίση.
Αυτή η διαδικασία θα απαιτήσει χρόνια.
Η φετινή χρονιά όμως, η τελευταία καθαρά μη προεκλογική που σημαίνει πως δεν υπάρχει το πολιτικό ρίσκο στο τραπέζι, είναι πολύ κρίσιμη για να κερδίσει η χώρα όσους περισσότερους πόντους μπορεί.
Αυτό σημαίνει πως τον Μάρτιο, οπότε και αρχίζουν οι διεθνείς οίκοι πιστοληπτικής αξιολόγησης να επικαιροποιούν τη στάση τους απέναντι στην Ελλάδα στις προγραμματισμένες ετήσιες τους αξιολογήσεις, ξεκινά ένα σπριντ 9 μηνών για να καταφέρει η χώρα, φυσικά και οι μεγάλες ελληνικές επιχειρήσεις – να βελτιώσουν όσο περισσότερο μπορούν τις αξιολογήσεις τους.
Το μεγάλο αυτό εγχείρημα έχει πρόσθετο βαθμό δυσκολίας καθώς θα κριθεί φέτος που είναι μια χρονιά αυξημένης αβεβαιότητας διεθνώς, σε γεωπολιτικό και πολιτικό επίπεδο, εν αναμονή της επίσημης μετάβασης εξουσίας στις ΗΠΑ (στις 20 Ιανουαρίου), των εκλογών στη Γερμανία αλλά και της συνεχιζόμενης πολιτικοοικονομικής κρίσης σε Γαλλία και Γερμανία. Αυτό το πλαίσιο από τη μια πλευρά καθιστά προσεκτικούς τους οίκους στις αξιολογήσεις, καθώς εντείνεται το risk aversion ευρύτερα.
Από την άλλη πλευρά μια οικονομία με τα χαρακτηριστικά της ελληνικής, δηλαδή με σταθερή οικονομική υπεραπόδοση, δημοσιονομική σύνεση και πολιτική σταθερότητα, σε ένα έντονα ασταθές διεθνές περιβάλλον μπορεί να «παλέψει» για μια βελτίωση της αξιολόγησης της.
Ωστόσο δεν παύει να είναι μια δύσκολη χρονιά για τους διεθνείς συσχετισμούς και το ευρύτερο πλαίσιο ίσως ερμηνεύει και ένα κλίμα διστακτικότητας από παράγοντες στην αγορά σχετικά με το εάν η χώρα θα καταφέρει να αποσπάσει άμεσα την επενδυτική βαθμίδα από τη Moody’s.
Δηλαδή στις 14 Μαρτίου που είναι η πρώτη αξιολόγηση για φέτος από το διεθνή οίκο, με κάποιους να θεωρούν πιθανότερο πως ίσως χρειαστεί να περιμένουμε τα…σπουδαία το φθινόπωρο και συγκεκριμένα στις 19 Σεπτεμβρίου για να πετύχει η χώρα και αυτό το ορόσημο.
Σε κάθε περίπτωση όλες οι προγραμματισμένες αξιολογήσεις φέτος έχουν την ειδική τους σημασία καθώς κάθε πόντο που θα κερδίζει η χώρα, σε ένα ευρύτερα ταραγμένο περιβάλλον, θα τη θωρακίζει περαιτέρω στις διακυμάνσεις των αγορών.
Τον Μάρτιο και συγκεκριμένα στις 3 Μαρτίου θα ξεκινήσει ο χορός των αξιολογήσεων από τον καναδικό οίκο DBRS, η οποία θα επαναξιολογήσει τη χώρα στις 5 Σεπτεμβρίου.
Στις 14 Μαρτίου θα έχουμε την πρώτη κρίσιμη αξιολόγηση από την επίμονα διστακτική Moody’s ενώ στις 18 Απριλίου, κοντά στις κοινοποιήσεις των δημοσιονομικών στοιχείων προς τη Eurostat (που πάλι αναμένεται να δείξουν υπεραπόδοση και το 2024) θα έχουμε μια σημαντική αξιολόγηση από τη Standard & Poor’s που η αλήθεια είναι πως παρά το ότι αποτελεί το δεύτερο μεγαλύτερο οίκο παγκοσμίως δεν έχει διστάσει να αποδώσει στη χώρα τα…δίκαια προχωρώντας σταθερά σε αναβαθμίσεις.
Και αυτό παρά την επίμονα διστακτική στάση της Moody’s.
Ο οίκος Fitch θα μιλήσει πρώτη φορά για την Ελλάδα στις 16 Μάϊου, κοντά δηλαδή χρονικά στο σημείο που θα τείνει να ολοκληρωθεί το – εμπροσθοβαρές όπως πάντα – δανειακό πρόγραμμα του δημοσίου για φέτος, ενώ την τελευταία της αξιολόγηση για το 2025 θα την κάνει στις 14 Νοεμβρίου, κοντά στην κατάθεση του τελικού σχεδίου του προϋπολογισμού του 2026.
Στις 17 Οκτωβρίου και μετά την κατάθεση του προσχεδίου του προϋπολογισμού θα έχουμε τη δεύτερη αξιολόγηση από την S&P.
Ο γερμανικός οίκος Scope Ratings, που έχει ήδη βελτιώσει την αξιολόγηση της χώρας από το πλαφόν της επενδυτικής βαθμίδας, θα αξιολογήσει 30 Μαΐου και στις 7 Νοεμβρίου.
Διαβάστε επίσης
Μητσοτάκης: Το 2024 ήταν μια χρονιά-ορόσημο για το ελληνικό επιχειρείν