Σε κατάσταση συναγερμού βρίσκεται το οικονομικό επιτελείο, το οποίο ετοιμάζεται να καταθέσει… πολεμική αναθεώρηση του προϋπολογισμού τις επόμενες εβδομάδες.

Η υψηλός πληθωρισμός και εσχάτως ο πόλεμος στην Ουκρανία που έχει οδηγήσει τις τιμές της ενέργειας σε νέα ιστορικά ρεκόρ, έχουν ανατρέψει κάθε σχεδιασμός για την πορεία της ελληνικής οικονομίας.

Ωστόσο, στο Υπουργείο Οικονομικών έχει σημάνει «κόκκινος» συναγερμός και για έναν ακόμα λόγο: η χώρα κινδυνεύει με υπερπληθωρισμό που θα την αναγκάσει να δαπανήσει επιπλέον κονδύλια για να στηρίξει τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις. Αυτό όμως, θα οδηγήσει νομοτελειακά στη δημιουργία υψηλών ελλειμμάτων και κατ’ επέκταση νέα εκτόξευση του δημοσίου χρέους, που παραμένει το υψηλότερο σε ολόκληρη την ΕΕ.

Τα σενάρια για δημοσιονομική ευελιξία

Μπορεί μπροστά στο πολεμικό σκηνικό που έχει στηθεί – το οποίο θα έχει τεράστιες επιπτώσεις και στις οικονομίες – η Κομισιόν να αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο επέκτασης της δημοσιονομικής ευελιξίας και το 2023, ωστόσο αυτό δεν σημαίνει πως θα μπορέσει να εφαρμοστεί στην περίπτωση της Ελλάδας και μάλιστα «αβρόχοις ποσί».

Σε ένα τέτοιο σενάριο, θεωρητικά, το ελληνικό οικονομικό επιτελείο από τη στιγμή που δεν θα έχει την υποχρέωση επίτευξης πρωτογενούς πλεονάσματος το 2023 θα μπορούσε να δαπανήσει επιπλέον κονδύλια για τη στήριξη των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων. Δεν θα πρέπει να ξεχνά κανείς όμως, ότι η Ελλάδα με το δημόσιο χρέος των 341 δις ευρώ, προέρχεται από μια διετία – «φωτιά» με δημοσιονομικά ελλείμματα που ξεπερνούν τα 30 δις ευρώ.

Επισήμως, το Υπουργείο Οικονομικών σημειώνει πως για φέτος δεν πρόκειται να αλλάξει τον στόχο μείωσης των πρωτογενών ελλειμμάτων στο 1,4% του ΑΕΠ και το 2023 να επιστρέψει η χώρα σε πρωτογενή πλεονάσματα. Ωστόσο, με τα νέα δεδομένα του πολέμου στην Ουκρανία, αυτή η στρατηγική μάλλον θα «ναυαγήσει» και θα πρέπει να αναπροσαρμοστεί.

Σύμφωνα με τον Υπουργό Οικονομικών Χρήστο Σταϊκούρα όμως, το βασικό σενάριο που έχει ήδη στα χέρια του το οικονομικό επιτελείο κάνει λόγο για διατήρηση των διεθνών τιμών της ενέργειας σε επίπεδα ρεκόρ για ολόκληρο το 2022. Εφόσον επιβεβαιωθούν οι δυσμενείς εκτιμήσεις, ο κρατικός προϋπολογισμός θα κληθεί να εκταμιεύσει τεράστια ποσά για τις επιδοτήσεις σε ρεύμα και φυσικό αέριο, αφού έχουν ήδη εξαντληθεί οι διαθέσιμοι πόροι του Ταμείου Ενεργειακής Μετάβασης, οι οποίοι χρηματοδοτούν έως σήμερα τα μέτρα στήριξης της κυβέρνησης.

Με άλλα λόγια, η επιτακτική ανάγκη για νέες, αυξημένες επιδοτήσεις θα διογκώσουν το έλλειμμα του 2022, ενώ θα υπάρξουν επιπτώσεις (με το φαινόμενο του carry over) και στον προϋπολογισμό του 2023.

Με «δεμένα» χέρια

Αξίζει να σημειωθεί φυσικά, πως το οικονομικό επιτελείο καλείται να αντιμετωπίσει ήδη μια σειρά από προκλήσεις, όπως το ενδεχόμενο να μην επιτευχθεί φέτος ο στόχος των εσόδων από τον τουρισμό. Σε ένα τέτοιο δυσμενές σενάριο, θα δημιουργηθεί μια επιπλέον «τρύπα» στα κρατικά έσοδα, αφού καταγράφονται ήδη ακυρώσεις από Ρώσους και Ουκρανούς τουρίστες, που αποτελούν ένα σημαντικό κομμάτι της ελληνικής «βαριάς βιομηχανίας».

Επίσης, έχει ήδη παρατείνει το χρόνο εφαρμογής μιας σειράς από μέτρων, όπως η επιστροφή των Επιστρεπτέων Προκαταβολών, που αντί για τον Ιανουάριο του 2021, η καταβολή του θα ξεκινήσει από τον ερχόμενο Ιούνιο, με αποτέλεσμα να έχουν προϋπολογιστεί ήδη λιγότερα έσοδα.

Άλλωστε, αυτός φαίνεται να είναι και ο λόγος για τον οποίο το οικονομικό επιτελείο έχει αρνηθεί την ανακοίνωση μιας νέας ολιστικής ρύθμισης με 120 δόσεις για όλα τα χρέη την οποία ζητά η αγορά, αφού η τελευταία ρύθμιση με τα κορονοχρέη δεν τράβηξε το ενδιαφέρον των οφειλετών.

Τα μέτρα στήριξης και τα «μαζέματα»

Με έναν πόλεμο σε εξέλιξη, ουδείς μπορεί να προβλέψει και το τελικό κόστος των επιπτώσεων. Από τις έκτακτες τηλεδιασκέψεις που πραγματοποιούνται καθημερινά στο Υπουργείο Οικονομικών, όμως, προκύπτει πως το κόστος θα είναι ιδιαίτερα σημαντικό για την ελληνική οικονομία.

Πόσο μάλλον, όταν θα πρέπει να επιστρέψει στη λογική της σφιχτής δημοσιονομικής, αν όχι στο τέλος του τρέχοντος έτους, αλλά εντός του 2023 εφόσον επεκταθεί η ρήτρα διαφυγής.

Και παρότι η Ελλάδα θα έχει εξέλθει της ενισχυμένης εποπτείας, οι ευρωπαϊκοί θεσμοί αργά ή γρήγορα θα ανακοινώσουν το ποσοστό των πρωτογενών πλεονασμάτων που θα πρέπει να επιτύχει η Ελλάδα από το 2024, το οποίο σημαίνει ότι θα έχει «μαζέψει» τα τεράστια ελλείμματα που έχουν δημιουργήσει η πανδημία, η ενεργειακή κρίση και οι επιπτώσεις του πολέμου στην Ουκρανία.

Σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο θα στενέψει η «δεξαμενή» των μέτρων στήριξης και των φοροελαφρύνσεων, αφού ο κρατικός προϋπολογισμός δεν θα αντέξει απώλεια εσόδων. Αντιθέτως, δεν αποκλείεται να προχωρήσει σε επεκτατικά μέτρα, προκειμένου να επιστρέψει η οικονομία σε πρωτογενή πλεονάσματα, τα οποία θα πρέπει να διατηρήσει για μια σειρά ετών, προκειμένου να μειωθεί το τεράστιο δημόσιο χρέος.

Διαβάστε επίσης:

Σταϊκούρας: Έξι παρεμβάσεις για την αντιμετώπιση των συνεπειών της αύξησης των τιμών ενέργειας

Οικονόμου για ενεργειακή κρίση: Θα συνεχιστεί η στήριξη νοικοκυριών και επιχειρήσεων