ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Η κυβέρνηση με το Ν. 5163/2024 κύρωσε την Ευρωπαϊκή οδηγία 2022/2041 που αφορά στους επαρκείς κατώτατους μισθούς και στη δημιουργία νέου μηχανισμού διαμόρφωσης κατώτατου μισθού στην Ελλάδα.
Η κοινοτική αυτή οδηγία προσβλήθηκε δικαστικά από τη Δανία, με την υποστήριξη της Σουηδίας, ώστε να ακυρωθεί και να μην ισχύει στα κράτη μέλη.
Το ζήτημα παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον, διότι υπέρ της κατάργησης της Ευρωπαϊκής οδηγίας είναι η θέση του Γενικού Εισαγγελέα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Παρακάτω παραθέτω το σκεπτικό της πρότασης του Γενικού Εισαγγελέα. Είναι προφανές ότι τυχόν ακύρωση της κοινοτικής οδηγίας θα επιφέρει νομοθετικές μεταβολές στον πρόσφατο Νόμο που ψήφισε η ελληνική Βουλή.
Το ρυθμιστικό πλαίσιο
Το άρθρο 153 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ) ρυθμίζει τις αρμοδιότητες της Ένωσης σε θέματα κοινωνικής πολιτικής, καθορίζοντας τα όρια και τις προϋποθέσεις για την υιοθέτηση μέτρων που αφορούν ένα σύνολο θεμάτων που αναφέρονται ρητά. Παρά το γεγονός ότι στην παράγραφο 1, εδάφιο β), προβλέπεται η δυνατότητα υιοθέτησης μέτρων που αφορούν τις «συνθήκες εργασίας», η παράγραφος 5 εξαιρεί ρητά ορισμένα θέματα από την αρμοδιότητα της Ένωσης, όπως οι αμοιβές και το δικαίωμα συνδικαλιστικής οργάνωσης. Το άρθρο αυτό καθορίζει, συγκεκριμένα, ότι: «Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζονται στις αμοιβές, στο δικαίωμα συνδικαλιστικής οργάνωσης, στο δικαίωμα απεργίας ή στο δικαίωμα κλείσιμο της επιχείρησης».
Η αίτηση ακύρωσης
Η προσφυγή της Δανίας βασίζεται σε δύο κύριους λόγους. Ο πρώτος λόγος αφορά το γεγονός ότι, νομοθετώντας σχετικά με τις αμοιβές και το δικαίωμα συνδικαλιστικής οργάνωσης, η υιοθέτηση της οδηγίας υπερβαίνει τις αρμοδιότητες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς παραβιάζει το άρθρο 153, παράγραφος 5, ΣΛΕΕ. Συγκεκριμένα, ενώ το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο είναι αρμόδια για την υιοθέτηση οδηγιών που καθορίζουν ελάχιστες απαιτήσεις όσον αφορά τις «συνθήκες εργασίας» (σύμφωνα με το άρθρο 153, παράγραφος 2, εδάφιο β), ΣΛΕΕ, σε συνδυασμό με το άρθρο 153, παράγραφος 1, εδάφιο β), ΣΛΕΕ), δεν μπορούν να νομοθετούν στους τομείς των αμοιβών ή του δικαιώματος συνδικαλιστικής οργάνωσης (εκτός από άλλες θεματικές που αναφέρονται ρητά).
Δεύτερον, η δανέζικη κυβέρνηση υποστηρίζει ότι, ακόμα και αν υποτεθεί ότι η οδηγία δεν εμπίπτει στο πεδίο των εξαιρέσεων που αφορούν τις αμοιβές και το δικαίωμα συνδικαλιστικής οργάνωσης σύμφωνα με το άρθρο 153, παράγραφος 5, ΣΛΕΕ, το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο δεν ακολούθησαν έγκυρη διαδικασία. Συγκεκριμένα, η δανέζικη κυβέρνηση παρατηρεί ότι η οδηγία επιδιώκει δύο διακριτούς στόχους: να ρυθμίσει τις «συνθήκες εργασίας» (άρθρο 153, παράγραφος 1, εδάφιο β), ΣΛΕΕ) και την «εκπροσώπηση και συλλογική υπεράσπιση των συμφερόντων των εργαζομένων (…)» (άρθρο 153, παράγραφος 1, εδάφιο στ), ΣΛΕΕ). Ωστόσο, οι διαδικασίες λήψης αποφάσεων για την υιοθέτηση νομικών πράξεων βάσει αυτών των δύο νομικών βάσεων έχουν διαφορετικές προϋποθέσεις. Ειδικότερα, σε μία περίπτωση (άρθρο 153, παράγραφος 1, εδάφιο στ), ΣΛΕΕ) απαιτείται ομόφωνη απόφαση στο Συμβούλιο. Αντίθετα, για την έγκριση της οδηγίας χρησιμοποιήθηκε η διαδικασία (σύμφωνα με το άρθρο 153, παράγραφος 1, εδάφιο β), ΣΛΕΕ), για την οποία δεν απαιτείται ομοφωνία. Μάλιστα, η οδηγία εγκρίθηκε με την αρνητική ψήφο της Δανίας και της Σουηδίας και την αποχή της Ουγγαρίας.
Τα επιχειρηματικά σφάλματα του ευρωπαϊκού νομοθέτη
Ο Γενικός Εισαγγελέας υπογραμμίζει ότι ο ευρωπαϊκός νομοθέτης εν γνώσει του, υιοθετώντας την οδηγία, επρόκειτο να κινηθεί σε αβέβαιο έδαφος σχετικά με την εξαίρεση από τις αρμοδιότητες της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε θέματα αμοιβών (όπως προβλέπεται στο άρθρο 153, παράγραφος 5, ΣΛΕΕ). Ωστόσο, θεωρεί ότι η ερμηνεία της εξαίρεσης των αμοιβών που υιοθέτησε ο νομοθέτης, και στην οποία βασίζεται η οδηγία, στηρίζεται σε τρία λανθασμένα επιχειρήματα.
- Η εξαίρεση της «αμοιβής» περιορίζεται στην εναρμόνιση του επιπέδου των μισθών. Ο Γενικός Εισαγγελέας τονίζει ότι το άρθρο 153, παράγραφος 5, ΣΛΕΕ, χρησιμοποιεί μια ευρεία έννοια της «αμοιβής» (που έχει ήδη ερμηνευτεί από το Δικαστήριο με αυτόν τον τρόπο), η οποία περιλαμβάνει όλα τα θέματα που σχετίζονται με την αμοιβή, συμπεριλαμβανομένων των διαδικασιών ή των μεθόδων καθορισμού του επιπέδου των αμοιβών, οι οποίες ρυθμίζονται από την οδηγία. Επομένως, δεν αρκεί το γεγονός ότι η οδηγία δεν καθορίζει τα επίπεδα αμοιβών· το γεγονός ότι ασχολείται γενικά με το θέμα συνιστά παραβίαση του εν λόγω άρθρου.
- Οι ευρείες διατυπώσεις για τις ελάχιστες απαιτήσεις είναι αποδεκτές (για να επέμβει και σε θέματα αμοιβών). Για να επέμβει κανείς στα θέματα των «συνθηκών εργασίας», εκτός από τις αμοιβές, το κριτήριο είναι οι ελάχιστες απαιτήσεις, δηλαδή, ακόμα και αν υπάρχει αρμοδιότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, επιτρέπεται μόνο να καθορίζονται ελάχιστες απαιτήσεις, δηλαδή ένα κατώτατο επίπεδο υποχρεώσεων. Στο θέμα των αμοιβών δεν υπάρχει αρμοδιότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, επομένως δεν επιτρέπεται καμία μορφή παρέμβασης από τον ευρωπαϊκό νομοθέτη ή εναρμόνισης. Εάν ο νομοθέτης καθόριζε ελάχιστες απαιτήσεις για τις αμοιβές, θα υπερέβαινε ήδη τις αρμοδιότητές του, εισβάλλοντας στις αρμοδιότητες των κρατών μελών.
- Εάν ένα μέτρο δεν παραβιάζει την ελευθερία των κοινωνικών εταίρων να συνάπτουν συλλογικές συμβάσεις, είναι σύμφωνο με την εξαίρεση των αμοιβών. Το Δικαστήριο έχει δηλώσει σε άλλη περίπτωση ότι ο σκοπός της εξαίρεσης των αμοιβών από τις αρμοδιότητες της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι η προστασία της ελευθερίας των κοινωνικών εταίρων να διαπραγματεύονται συλλογικές συμβάσεις. Ωστόσο, η εξαίρεση των αμοιβών μπορεί να εξυπηρετεί και άλλους σκοπούς. Επομένως, η εξαίρεση των αμοιβών από τις αρμοδιότητες της Ευρωπαϊκής Ένωσης συμβάλλει στην προστασία της συλλογικής αυτονομίας των κοινωνικών εταίρων, αλλά δεν ισχύει το αντίστροφο. Συνεπώς, εάν η οδηγία προστατεύει τη συλλογική αυτονομία, αυτό δεν σημαίνει ότι εγγυάται την εξαίρεση της παρέμβασης στο θέμα των αμοιβών.
Τα συμπεράσματα του Γενικού Εισαγγελέα
Ο Γενικός Εισαγγελέας αναλύει επίσης τα επιχειρήματα των αιτήσεων ακύρωσης σχετικά με την παραβίαση των αρμοδιοτήτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε θέματα συνδικαλιστικού δικαιώματος και τις διαδικασίες λήψης αποφάσεων που υιοθετήθηκαν. Στις περιπτώσεις αυτές, θεωρεί ότι τα επιχειρήματα πρέπει να απορριφθούν.
Συνολικά, ο Γενικός Εισαγγελέας συστήνει στο Δικαστήριο να ακυρώσει πλήρως την οδηγία, καθώς είναι ασύμβατη με το άρθρο 153, παράγραφος 5, ΣΛΕΕ όσον αφορά το θέμα των αμοιβών, καθώς επεμβαίνει άμεσα στις αρμοδιότητες των κρατών μελών, υπονομεύοντας την αυτονομία των εθνικών τους συστημάτων καθορισμού μισθών.
Η τελική απόφαση (η οποία αναμένεται μέχρι το τέλος του έτους) θα ληφθεί από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο γενικά ακολουθεί τα συμπεράσματα του Γενικού Εισαγγελέα. Είναι προφανές ότι η ακύρωση της οδηγίας για τους κατώτατους μισθούς θα καταργήσει τις υποχρεώσεις που επιβάλλονται στα κράτη μέλη από την ίδια την οδηγία. Επομένως, τα κράτη θα μπορούσαν να τροποποιήσουν τις διατάξεις των εθνικών νομοθεσιών που έχουν ήδη υιοθετηθεί για να ενσωματώσουν τις διατάξεις της Οδηγίας.
Διαβάστε επίσης
«Καμπανάκι» από Γαλλία για τη νομοθεσία ESG – Ποιες αλλαγές ζητά λόγω Τραμπ
ΔΥΠΑ: Έναρξη υποβολής αιτήσεων παρόχων πιστοποίησης προσώπων για 50.000 ανέργους
ΤτΕ: Κορύφωση της ανάπτυξης και αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας το 2025
ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ
- Καιρός: Πτώση της θερμοκρασίας και κατά τόπους καταιγίδες
- Φερενίκη Παναγοπούλου: «Να λειτουργούμε ανθρωποκεντρικά»
- Αρχιεπισκοπή Αλβανίας: Η Εκκλησιαστική περιουσία «αγκάθι» για τον νέο Αρχιεπίσκοπο – Ποιος θα διαδεχθεί τον Αναστάσιο
- Στον αέρα τα σχέδια για τιμολόγηση νερού: Στις 7/2 συζητούνται οι προσφυγές στην υπουριγκή απόφαση