Με προβλέψεις για πρωτογενές έλλειμμα στην περιοχή του 1,6% – 1,7% του ΑΕΠ φέτος, επιστροφή σε πρωτογενές πλεόνασμα σχεδόν 0,7% το 2023, ισχυρή ανάπτυξη άνω του 5% φέτος και πέριξ του 2,1% το 2023 που θα ωθήσει το ελληνικό ΑΕΠ στα 210 δισ. ευρώ φέτος και στα 220 δισ. ευρώ τον επόμενο χρόνο κατατίθεται τη Δευτέρα στη Βουλή το προσχέδιο του κρατικού προϋπολογισμού του 2023.

Τα στοιχεία αυτά συνθέτουν μια εικόνα που είναι ελκυστική για τις αγορές και τους οίκους από τους οποίους η Ελλάδα αναμένει την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, εκτός πολύ σοβαρού απροόπτου, μετά τις βουλευτικές εκλογές.

Είναι ωστόσο προφανές πως οι προβλέψεις υπόκεινται στη μεγάλη αβεβαιότητα που κυριαρχεί εξαιτίας της παγκόσμιας κρίσης, καθώς ουδείς μπορεί να μαντέψει το εύρος της οικονομικής επιβράδυνσης σε μεγάλες ευρωπαϊκές οικονομίες φέτος και το 2023.

Είναι προφανές πως εάν ξεφύγουν τα πράγματα με μεγάλη ύφεση στη Γερμανία και άλλες μεγάλες οικονομίες η Ελλάδα θα επηρεαστεί περισσότερο από ότι εκτιμάται σήμερα, με το ρυθμό ανάπτυξης του χρόνου, πιο κοντά στη στασιμότητα και ισχυρότερες πιέσεις στα δημοσιονομικά.

Οι αναταράξεις άλλωστε, παρά την ισχυρή ανάπτυξη που σημειώνεται στη χώρα, είναι και επί του παρόντος ισχυρές στην ελληνική αγορά χρέους με το επιτόκιο του ελληνικού δεκαετούς ομολόγου να έχει δοκιμάσει ήδη επίπεδα άνω του 5% μετά τις εκλογές στην γειτονική Ιταλία, προκαλώντας «πονοκέφαλο» στην Κυβέρνηση.

Δεν είναι τυχαίο ότι σε όλες τους τις πρόσφατες τοποθετήσεις σε ανώτατο και ανώτερο επίπεδο κυβερνητικοί αξιωματούχοι μιλούν διαρκώς για τη στενότητα του δημοσιονομικού χώρου, παρά το ότι η χώρα είναι ταμειακά ισχυρή και δεν απειλείται η δυνατότητα της να εξυπηρετεί το χρέος, τόσο λόγω των υψηλών διαθεσίμων όσο και της στρατηγικής αντιστάθμισης κινδύνου που έχει ακολουθήσει το δημόσιο.

Όπως ανέφερε σε πρόσφατες δηλώσεις του ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταικούρας η χώρα μας έχει τη δυνατότητα την επόμενη διετία να εξυπηρετεί τις ανάγκες της χωρίς να βγει στις αγορές. Τονίζοντας όμως την ίδια στιγμή πως ο δημοσιονομικός χώρος δεν είναι ανεξάντλητος.

Είναι σαφές πως το μήνυμα που θέλει να περάσει η κυβέρνηση, εκτός αλλά και εντός συνόρων, είναι πως η χώρα δεν έχει την πολυτέλεια για δημοσιονομικές υπερβολές που θα πυροδοτούσαν αρνητικές αντιδράσεις από τους ξένους οίκους αξιολόγησης οι οποίοι διατηρούν τη χώρα εκτός επενδυτικής βαθμίδας, περιορίζοντας την προσέλκυση καλύτερης ποιότητας επενδυτικών κεφαλαίων και την εξασφάλιση ευνοϊκότερων όρων δανεισμού στην οικονομία.

Σε αυτό το δύσκολο τοπίο και μέχρι την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, θα είναι διαρκής η προσπάθεια για την επίτευξη μιας δύσκολης ισορροπίας μεταξύ, της πολιτικής ανάγκης για μεγαλύτερες παροχές προεκλογικά, εν μέσω μιας πρωτοφανούς ενεργειακής κρίσης που πιέζει υπέρμετρα νοικοκυριά και επιχειρήσεις και του φόβου να μην διαταραχθεί το κλίμα με τους οίκους.

Μια διατάραξη της σχέσης εμπιστοσύνης με τους οίκους και τις αγορές στους επόμενους μήνες, εν μέσω διεθνών κραδασμών που περιορίζουν τη διάθεση ανάληψης ρίσκου από τους επενδυτές, στο καλό σενάριο θα καθυστερούσε περαιτέρω την επενδυτική βαθμίδα. Στο δυσμενές σενάριο θα γύριζε την οικονομία πολλά χρόνια πίσω, την Ελλάδα και τις ελληνικές επιχειρήσεις εκτός πρόσβασης στο δανεισμό, δυναμιτίζοντας αναπόφευκτα και το πολιτικό τοπίο στη χώρα μετά από σχεδόν 13 χρόνια διαδοχικών κρίσεων.

Διαβάστε επίσης

ΕΝΦΙΑ και ΦΠΑ εκτόξευσαν τα φορολογικά έσοδα – Τα στοιχεία του προϋπολογισμού στο οκτάμηνο