Την υποχρέωση των εργοδοτών – επιχειρήσεων να επαναφέρουν τους εργαζόμενους με συμβάσεις ορισμένου χρόνου, μετά το πέρας του διαστήματος της αναστολής τους λόγω κορονοϊού, έως ότου ολοκληρωθεί η συμφωνηθείσα περίοδος απασχόλησης τους προβλέπει εγκύκλιος του υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων.

Ο εργατολόγος- δικηγόρος Γιάννης Καρούζος και η δημοσιολόγος – δικηγόρος Μαριάννα Κατσιάδα διευκρινίζουν στο «Mononews» ότι η υποχρέωση συνέχισης της σύμβασης εργασίας για τον συμφωνηθέντα χρόνο που υπολείπεται δεν υφίσταται μόνο όταν συντρέχει αντικειμενική αδυναμία εκπλήρωσής της, όπως σε περίπτωση επιχειρήσεων – εργοδοτών που από τη φύση λειτουργίας τους είναι εποχικές (π.χ. θέατρα χειμερινής περιόδου, χιονοδρομικά κέντρα, φροντιστήρια ή κέντρα ξένων γλωσσών που η λειτουργία τους διαρκεί όσο και το σχολικό έτος κ.α.) ή σε περίπτωση κατά την οποία η απασχόληση του εργαζόμενου δεν είναι δυνατή διότι η σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου είχε συναφθεί για την εξυπηρέτηση αναγκών που δεν υφίστανται πλέον μετά τη λήξη της αναστολής ή της παράτασης της αναστολής της σύμβασης εργασίας του εργαζόμενου (π.χ. οδηγοί σχολικών λεωφορείων, η διάθεση ταξιθετριών/ταξιθετών από εταιρεία παροχής υπηρεσιών ενώ έχει απαγορευτεί η πραγματοποίηση παραστάσεων, προσωρινή αναπλήρωση μισθωτού κ.α.).

Συγκεκριμένα αναφέρουν ότι «Στο υποθετικό παράδειγμα του μισθωτού με σύμβαση ορισμένου χρόνου, που η ημερομηνία πρόσληψής του ήταν η 9η-10-2019 και ο συμβατικός , συμφωνημένος χρόνος λύσης της ήταν η 5η-4-2020, καθώς και το γεγονός ότι υπήχθη σε αναστολή στις 31-3-2020, συμπεραίνουμε τα ακόλουθα.

Ο χρόνος της αναστολής είχε διάρκεια για 45 ημέρες, οι οποίες ολοκληρώνονταν στις 14-05-2020. Μετά τη λήξη της αναστολής, σύμφωνα με την παραπάνω διευκρινιστική εγκύκλιο, η σύμβαση συνεχίζει για το υπολειπόμενο συμφωνηθέν διάστημα. Στην προκείμενη περίπτωση το διάστημα που υπολείπεται με βάση τον συμβατικό χρόνο λήξης της είναι έξι (6) ημέρες.

Επομένως, μετά την επαναφορά του από το καθεστώς της αναστολής, η σύμβασή του θα συνεχίσει για έξι επιπλέον ημέρες και εντεύθεν θα λυθεί.

Ωστόσο, η συνέχιση της σύμβασης ορισμένου χρόνου για το υπόλοιπο συμφωνηθέν διάστημα, δεν είναι άνευ ετέρου αναγκαστική και υποχρεωτική. Αντιθέτως, υπάρχει ρητή πρόβλεψη και εξαίρεση, ότι εφόσον μετά τη λήξη της αναστολής, ο μισθωτός με σύμβαση ορισμένου χρόνου, δεν έχει πλέον αντικείμενο εργασίας, καθώς π.χ. είχε προσληφθεί για χειμερινή θεατρική παράσταση, τότε, η σύμβαση μπορεί να μην συνεχίσει για το υπολειπόμενο διάστημα και να λυθεί.

Ερμηνευτικό αλλά και πρακτικό πρόβλημα προκύπτει ωστόσο, αναφορικά με αυτή τη λήξη, και συγκεκριμένα για το αν εκείνη θα θεωρηθεί πρόωρη ή συμβατική, δεδομένου ότι υπό φυσιολογικές συνθήκες η σύμβαση θα είχε ήδη λήξει.

Υπάρχει επομένως η δυνατότητα, ο εργοδότης να λήξει  πρόωρα τη σύμβαση καταγγέλλοντάς την για σπουδαίο λόγο, ήτοι από 15-05-2020. Η καταγγελία πρέπει να αναγγελθεί στο ΕΡΓΑΝΗ εντός 4 εργάσιμων ημερών.

Στην περίπτωση, που το διάστημα αυτό έχει παρέλθει άπρακτο, ο εργοδότης δύναται να ακολουθήσει την εξής διαδικασία:

Α) κατάθεση χειρόγραφης απόλυσης στον ΟΑΕΔ που ανήκει

Β) κατάθεση υπομνήματος στον ΟΑΕΔ με ανάλυση του σπουδαίου λόγου της καταγγελίας.

Υπάρχει όμως και η κάτωθι ανάγνωση και ως εκ τούτου εναλλακτική, για τη λήξη των  συμβάσεων ορισμένου χρόνου:

Εφόσον η επιχείρηση ανήκει  στην εξαίρεση της εγκυκλίου από τον κανόνα της συνέχισης της σύμβασης, η οποία προβλέπει ότι  όταν συντρέχει αντικειμενική αδυναμία εκπλήρωσής της, ή σε περίπτωση κατά την οποία η απασχόληση του εργαζόμενου δεν είναι δυνατή διότι η σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου είχε συναφθεί για την εξυπηρέτηση αναγκών που δεν υφίστανται πλέον μετά τη λήξη της αναστολής ή της παράτασης της αναστολής της σύμβασης εργασίας του εργαζόμενου,  δεν υπάρχει υποχρέωση συνέχισης και παράτασης της.

Λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω, το ορθότερο είναι να θεωρήσουμε ότι οι συμβάσεις, λόγω της φύσης της εργασίας τους ( πχ συμμετοχή σε χειμερινή παράσταση, υπάλληλος χειμερινού σινεμά κ.α.), δεν θα συνεχίσουν για τον υπόλοιπο χρόνο, και ως εκ τούτου θα λήξουν στον συμβατικό τους χρόνο.

Ο εργοδότης, δηλαδή θα συμπληρώσει το έντυπο 7 σχετικά με τη συμβατική λύση της σύμβασης. Θα το προσκομίσει χειρόγραφα στον ΟΑΕΔ, που ανήκει, συνοδευόμενο με σχετικό υπόμνημα, όπου θα αναλύει τη φύση της εργασίας και της δραστηριότητας της επιχείρησης».