Τελικώς η Fitch, στην προτελευταία αξιολόγηση της ελληνικής οικονομίας για το 2024 δεν έκανε καμία κίνηση και διατήρησε αμετάβλητη την βαθμολογία της για τη χώρα στο χαμηλό σκαλοπάτι της επενδυτικής βαθμίδας αφήνοντας αμετάβλητη και την προοπτική της αξιολόγησης σε σταθερή και όχι σε θετική όπως θα ήταν σε ένα καλύτερο για τη χώρα σενάριο.

Η απόφαση ήταν σε μεγάλο βαθμό αναμενόμενη από την αγορά, που αν ήλπιζε σε κάτι ήταν η βελτίωση των προοπτικών σε θετικές, κίνηση που θα έδινε ένα σήμα για μια νέα αναβάθμιση του rating τους επόμενους 12 – 18 μήνες.

1

Ωστόσο η έντονη μεταβλητότητα στο διεθνές περιβάλλον, με τη διεθνή επενδυτική κοινότητα να αναμένει την επίσημη ανάληψη από τον Τραμπ στις 20 Ιανουαρίου εν μέσω δύο ισχυρών πολεμικών μετώπων, ψαλίδισε όπως αποδείχθηκε τη διάθεση των οίκων για…γαλαντομίες οδηγώντας στη χθεσινή απόφαση.

Βέβαια ο διεθνής οίκος υπογραμμίζει τις θετικές εξελίξεις πρωτίστως την επιβεβαίωση του μηνύματος δημοσιονομικής σύνεσης από την πλευρά της κυβέρνησης μέσω του τελικού σχεδίου του προϋπολογισμού, που ανοίγει το δρόμο για συνολικά πλεονασματικούς προϋπολογισμούς μετά από χρόνια.

Είναι επίσης σημαντικό για τον οίκο ότι η οικονομία εξακολουθεί να υπεραποδίδει έναντι της ευρωζώνης, τρέχοντας με ρυθμό άνω του 2% καθώς επίσης και το ότι το ελληνικό χρέος, αν και από τα υψηλότερα, βρίσκεται σε σταθερά πτωτική τροχιά έχοντας επιτύχει μεγάλη αποκλιμάκωση, μια από τις μεγαλύτερες μεταπανδημικές μειώσεις χρέους στην Ευρώπη, όπως αναφέρει ο αμερικανικός οίκος.

Η Fitch αν και δεν παραγνωρίζει τα πλεονεκτήματα επισημαίνει πως αυτά αντιπαραβάλλονται με τις παρακαταθήκες της κρίσης δημόσιου χρέους, ιδίως το πολύ υψηλό, αλλά σταθερά μειούμενο δημόσιο χρέος, καθώς και τη σημαντική απώλεια οικονομικής παραγωγής, το χαμηλό ποσοστό επενδύσεων, τις επίμονες εξωτερικές ανισορροπίες και τις παλαιές ενδεχόμενες υποχρεώσεις του τραπεζικού τομέα».

Σύμφωνα με το βασικό σενάριο, το χρέος θα μπορούσε να μειωθεί κάτω από το 140% του ΑΕΠ έως το 2028 από 164% στο τέλος του 2023 και από την κορύφωση του 207% το 2020.

Παρ’ όλα αυτά, το χρέος εξακολουθεί να είναι σχεδόν τρεις φορές υψηλότερο από τη διάμεση τιμή του «ΒΒΒ» που είναι 56% και πολύ υψηλότερο από τον μέσο όρο της ευρωζώνης (90%).

Το ενδιαφέρον πλέον μετατοπίζεται στην αξιολόγηση από τη Scope Ratings στις 6 Δεκεμβρίου αν και σε αυτό το μέτωπο οι προσδοκίες είναι περιορισμένες.

Τα κρίσιμα για τις αξιολογήσεις έρχονται το 2025 με πρώτο ζητούμενο την επενδυτική βαθμίδα από τη Moodys εντός του πρώτου εξαμήνου του έτους και δεύτερο την απόσπαση νέων αναβαθμίσεων από τους υπόλοιπους οίκους προκειμένου η χώρα να αναρριχηθεί ταχύτερα στην κλίμακα της επενδυτικής βαθμίδας.

Σε αυτή τη, χρονοβόρα, διαδρομή, η δημοσιονομική πειθαρχία σε περιβάλλον υπεραπόδοσης στην ανάπτυξης είναι τα μεγάλα προαπαιτούμενα. Σύμφωνα άλλωστε με τη Fitch, οι παράγοντες που θα μπορούσαν, μεμονωμένα ή συλλογικά, να οδηγήσουν σε αρνητική δράση/υποβάθμιση αξιολόγησης της Ελλάδας είναι:

–          Πιθανή νέα κλιμάκωση του λόγου χρέους προς ΑΕΠ σε περίπτωση που «χαλαρώσουν» τα δημοσιονομικά λουριά ‘η/και προκύψουν έκτακτες δαπάνες.

–          Ένα ισχυρό εξωτερικό σοκ που θα προκαλούσε επιβράδυνση ή/και μεγάλη διεύρυνση στο έλλειμμα του ισοζυγίου πληρωμών.

Στον αντίποδα η εδραίωση της πεποίθησης πως το χρέος αναμένεται να μειωθεί περαιτέρω μεσοπρόθεσμα με παρατεταμένα πρωτογενή πλεονάσματα αλλά και η επιτάχυνση των επενδύσεων που παράλληλα με μεταρρυθμίσεις μπορούν να ξεκλειδώσουν το μεσοπρόθεσμο αναπτυξιακό δυναμικό θα μπορούσαν να πυροδοτήσουν μια αναβάθμιση.

Διαβάστε επίσης: 

Fitch: Επιβεβαίωσε το BBB- της Ελλάδας, διατήρησε σταθερές τις προοπτικές – Βλέπει ανάπτυξη 2,4% το 2025

Ευρώ: Σε χαμηλό 2ετίας εν αναμονή μιας «επιθετικής» μείωσης των επιτοκίων

Eurobank: Οι λόγοι πίσω από το διαχρονικά «φουσκωμένο» ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών