Συναγερμός έχει σημάνει στα επιτελεία των διεθνών οίκων αξιολόγησης που σε ένα γεωπολιτικό τοπίο, όμοιο πλέον με κινούμενη άμμο, επιχειρούν να αποτιμήσουν τη φθορά στο πιστωτικό προφίλ των ευρωπαϊκών χωρών εάν είναι αυτές να επιτύχουν τον προτεινόμενο στόχο αμυντικών δαπανών του ΝΑΤΟ στο 3% του ΑΕΠ. Το πιο ενδιαφέρον ίσως στοιχείο για εμάς είναι πως η Ελλάδα δεν είναι στις χώρες που άμεσα αντιμετωπίζονται με προβληματισμό μπροστά σε μια τέτοια προοπτική.

Μαζί με μια σειρά άλλες χώρες που επίσης είναι ήδη στο στόχο του 3%, όπως η Πολωνία, χώρες της Βαλτικής, αλλά και περιπτώσεις χωρών όπως η Πορτογαλία που έχει πιο άνετα δημοσιονομικά περιθώρια και υψηλότερη αξιολόγηση καθώς και άλλες ευρωπαϊκές χώρες με τριπλό «Α», η χώρα μας ανήκει σε εκείνη την ομάδα των χωρών για τις οποίες δεν κτυπά η καμπάνα από το ενδεχόμενο προσαρμογής στο 3%.

1

Ομοίως, όπως επεσήμανε η Scope Ratings σε σχετική της έκθεση την Παρασκευή, η Γερμανία που θα πρέπει να επωμιστεί σημαντικό κόστος στην περίπτωση μιας τέτοιας προσαρμογής, εκτιμάται πως είναι δημοσιονομικά ικανή να απορροφήσει το σοκ της αύξησης των αμυντικών δαπανών. Δεν είναι όμως ρόδινη η κατάσταση για μεγάλες δυνάμεις, όπως η Ιταλία, η Γαλλία, το Βέλγιο αφού το επιπλέον κόστος θα αυξήσει ακόμη περισσότερο τη δυσκολία της δημοσιονομικής εξυγίανσης για χώρες που ούτως ή άλλως βρίσκονται σε διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος.

Ταυτόχρονα, σύμφωνα με το σενάριο της Scope, η έξτρα δημοσιονομική προσπάθεια μπορεί να ενισχύσει την πιθανότητα και άλλες χώρες να πέσουν στη διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος όπως η Σλοβενία αλλά και η Ισπανία. Εν γένει, βέβαια και για το σύνολο των χωρών το καθεστώς χαλάρωσης στην υιοθέτηση των δημοσιονομικών κανόνων, προκειμένου οι χώρες να μπορέσουν να ανταποκριθούν σε υψηλότερες απαιτήσεις για αμυντικές δαπάνες, δεν είναι ένα καθεστώς που φαίνεται να ενθουσιάζει τους αξιολογητές. Αυτό επειδή θα μιλούμε για μια μόνιμη απαίτηση η οποία σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα θα επιδεινώσει την προοπτική πορεία στα δημόσια χρέη των χωρών, εξασθενώντας τα πιστωτικά προφίλ, εκτός και εάν σε αντιστάθμισμα οι χώρες σφίξουν το ζωνάρι με έξτρα περικοπές δαπανών ή/και αυξήσεις φορολογικών εσόδων.

Όπως εκτιμούν Έλληνες αξιωματούχοι και αναλυτές στην εγχώρια αγορά, το ότι η Ελλάδα δεν βρίσκεται στον κύκλο των χωρών που οι οίκοι προσδιορίζουν ως μια «κόκκινη ζώνη» στην περίπτωση αναπροσαρμογής των στόχων για τις αμυντικές δαπάνες, δεν αποτελεί λόγο πανηγυρισμών. Είναι όμως μια θετική εξέλιξη υπό την έννοια πως σε ένα γενικά ασταθές περιβάλλον, δημοσιονομικά, πολιτικά και γεωπολιτικά στην Ευρώπη, το να μην αποτελείς το πρόβλημα θα θωρακίσει τη χώρα αίροντας ίσως το δισταγμό σε κάποιον οίκο που θα θέλει να μας αναβαθμίσει γιατί πληρούμε άλλα κριτήρια, αλλά θα μπορούσε να το φρενάρει εάν εμείς είχαμε πρόβλημα με τις αμυντικές. Φυσικά η εξαίρεση μας δεν μπορεί να αποτελέσει από μόνη της αιτία αναβάθμισης φέτος. Εξαιτίας της εξαίρεσης όμως δεν θα υπάρχει ένας λόγος στο τραπέζι για κάποιον οίκο που διστάζει, εξαιτίας του γενικότερου πλαισίου στην Ευρώπη, να μην δώσει αναβάθμιση εάν πληρούνται άλλες προϋποθέσεις.

Σε κάθε περίπτωση και στο γενικό πλαίσιο που ισχύει και για εμάς οι αυξημένες αμυντικές δαπάνες ακόμη και εάν δεν επιβαρύνουν τα ελλείμματα, είναι σίγουρα ένας παράγοντας που γράφει στο χρέος. Και μπορεί ο στόχος του 3% να είναι ενσωματωμένος στο δημοσιονομικό μονοπάτι που η χώρα μας έχει ήδη δεσμευθεί πως θα ακολουθήσει, το ευρύτερο πλαίσιο όμως καθιστά, ειδικά για τη χώρα μας ακόμη πιο σημαντικό το πλαίσιο της αυστηρής δημοσιονομικής πειθαρχίας που πρέπει να ακολουθήσει, με ακόμη μεγαλύτερη προσήλωση πλέον και σε ακόμη πιο ταραγμένα νερά.

Εν τω μεταξύ στην Ευρώπη η προοπτική αύξησης των αμυντικών δαπανών θα ασκήσει ανοδικές πιέσεις στο μακροπρόθεσμο κόστος δανεισμού με αρκετούς αναλυτές να εκτιμούν πως σε ένα μεσομακροπρόθεσμο ορίζοντα θα μπορέσουμε να δούμε tightening στα spreads μεταξύ των πλουσιότερων και των λιγότερο προνομιούχων χωρών της ΕΕ, κυρίως επειδή θα επιδεινώνεται η θέση των ισχυρότερων. Η απόδοση του δεκαετούς γερμανικού ομολόγου αναφοράς ήταν χθες στο 2,5%, σχεδόν μισή ποσοστιαία μονάδα πάνω από τα επίπεδα Δεκεμβρίου, ενόψει βέβαια και της κρίσιμης εκλογικής αναμέτρησης στη χώρα την προσεχή Κυριακή με μεγάλο ερώτημα το τι θα πράξει η, όποια, νέα κυβέρνηση σε κρίσιμα πεδία μεταξύ αυτών και η μεταρρύθμιση στο συνταγματικό φρένο χρέους.

Σε πρόσφατη έκθεση η S&P εκτίμησε πως η αύξηση των αμυντικών δαπανών μπορεί να προσεγγίσει τα 840 δισ. ευρώ ετησίως στην Ευρώπη ασκώντας ισχυρές πιέσεις σε πολλές ευρωπαϊκές οικονομίες. Σε ένα τέτοιο πλαίσιο και με μεγάλα ερωτήματα να προτάσσονται πιεστικά στο δημόσιο οικονομικό διάλογο εντείνεται και η πίεση προς την ΕΕ να εμφανιστεί πιο συγκεκριμένη στη Σύνοδο Κορυφής τον Μάρτιο, περιγράφοντας στις αγορές πως σκέφτεται την κοινή αντίδραση της ΕΕ στο θέμα ενός είδους αμοιβαιοποίησης του χρέους για τις αμυντικές δαπάνες.

 

Διαβάστε επίσης:

Φάμελλος: Οι 3 άξονες της τροπολογίας του ΣΥΡΙΖΑ για τους δανειολήπτες με ελβετικό φράγκο

ΗΠΑ: Πτώση της εμπιστοσύνης των καταναλωτών τον Φεβρουάριο λόγω ανησυχιών για τους δασμούς

Όλγα Κεφαλογιάννη: Η Θεσσαλονίκη, το μεγάλο στοίχημα του ελληνικού τουρισμού, να γίνει και να καταξιωθεί ως ένας προορισμός city break