ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Ανησυχία φαίνεται πως προκαλούν οι οικονομικές εξελίξεις του τελευταίου διαστήματος, όπως αποτυπώνεται από τις μετρήσεις της Google ως προς την αναζήτηση των όρων «ύφεση» και «οικονομική επιβράδυνση», που σημείωσαν υψηλά πενταετίας στο κλείσιμο του 2018, αλλά και το τελευταίο διάστημα. Αυτή είναι μια σαφής ένδειξη των προβληματισμών, που αναγεννιούνται, σχετικά με την πορεία της παγκόσμιας οικονομίας. Ο οίκος Moody’s δίνει τη δική του εκτίμηση για το πόσο κοντά είναι η επόμενη ύφεση.
Ήταν σχεδόν αναμενόμενο να επιστρέψει ο προβληματισμός για την οικονομία τη συγκεκριμένη περίοδο, με την αναστροφή της καμπύλης απόδοσης των αμερικανικών ομολόγων, δεδομένου μάλιστα και του ότι η περίοδος συνεχούς ανάπτυξης της κορυφαίας οικονομίας του πλανήτη είναι μία από τις μακροβιότερες στη μεταπολεμική ιστορία. Παρ’ όλα αυτά, οι αναλυτές του οίκου δε βλέπουν ύφεση της αμερικανικής οικονομίας φέτος, αλλά ούτε και την επόμενη χρονιά. Δεν μπορούν, ωστόσο, να διαβεβαιώσουν το ίδιο και για άλλες μεγάλες οικονομίες του πλανήτη.
Υφίσταται, ωστόσο, μια αρνητική εξέλιξη, κατά την εκτίμησή του και αυτή σχετίζεται με επιβράδυνση των ρυθμών ανάπτυξης του αμερικανικού ΑΕΠ και συγκεκριμένα στο 2,5% φέτος και στο 1,7% του 2020.
Επισημαίνουν, ακόμη, ότι οι τιμές μετοχών, αλλά και ομολόγων θα μπορούσαν πλέον να θεωρηθούν υπερτιμημένες, καθώς έχουν φτάσει σε άκρως υψηλά επίπεδα, αιτιολογώντας και και τους φόβους για μια «φούσκα». Παρ’όλα αυτά, το σενάριο της φούσκας απορρίπτεται από το γεγονός ότι δεν παρατηρούνται άλλα στοιχεία «υπερθέρμανσης», όπως, για παράδειγμα, μια φούσκα στο real estate.
Πιο «γκρίζες» οι προβλέψεις του ΔΝΤ
Πιο απαισιόδοξες είναι οι εκτιμήσεις του ΔΝΤ, το οποίο, στην έκθεση που δημοσίευσε, ενόψει της Συνόδου με την Παγκόσμια Τράπεζα, διαφωνεί με τις εκτιμήσεις του οίκου Moody’s. Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, αντίθετα με τον οίκο, βλέπει υπερθέρμανση και μάλιστα σε μια κυρίαρχη αγορά των ΗΠΑ, αυτή που σχετίζεται με τη στέγη. Όπως εκτιμά στην έκθεσή του το ΔΝΤ, η υπερθέρμανση αυτή έχει πυροδοτηθεί από το φιτίλι της παγκόσμιας κρίσης του 2008. Η ανησυχία του ΔΝΤ, μάλιστα, δεν περιορίζεται στην αγορά στέγης της Αμερικής, αλλά κρούει τον κώδωνα του κινδύνου και για την αντίστοιχη αγορά της Κίνας.
Οι τρεις παράγοντες που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε μια νέα ύφεση, κατά τον οίκο Moody’s
Πάντως, σύμφωνα με τους ειδικούς αναλυτές του οίκου Moody’s, ο παράγοντας που θα μπορούσε να πυροδοτήσει την επόμενη ύφεση είναι οι αδύναμοι ισολογισμοί των επιχειρήσεων και αυτό γιατί κάτι τέτοιο θα είχε άμεσο αντίκτυπο στις επενδύσεις. Μία απότομη επιδείνωση των προσδοκιών για τα εταιρικά κέρδη θα μπορούσε να φέρει και απότομη επιβράδυνση.
Ακόμη ένας σημαντικός παράγοντας, που θα μπορούσε να επιφέρει μια νέα ύφεση είναι το σενάριο μιας περαιτέρω επιδείνωσης των εξωτερικών συνθηκών και ειδικά των συνθηκών σε Ευρώπη και Κίνα.
Ταυτόχρονα, καθοριστικής σημασίας κρίνεται ότι θα είναι και ο παράγοντας των εμπορικών διαπραγματεύσεων. Πιο συγκεκριμένα, στην περίπτωση που ανατραπεί το σενάριο της συμφωνίας, που αναμένεται, μεταξύ των δύο κυρίαρχων οικονομιών του πλανήτη, της Αμερικής και της Κίνας, από μια κλιμάκωση της έντασης, μια νέα ύφεση θα βρεθεί αυτόματα προ των πυλών.
Τέλος, όπως τονίζουν οι αναλυτές του οίκου Moody’s, το πιο σημαντικό ερώτημα που μένει το για πόσο ακόμη είναι δυνατό να διατηρηθούν τα χαμηλά ανεργίας και σταθερότητας των τιμών, στοιχεία που εξαρτώνται και από την πολιτική της Federal Reserve, που δείχνει να κινείται με προσεκτικά βήματα έως τώρα.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ: Moody’s: Γιατί οι τράπεζες θα ωφεληθούν από το νέο πλαίσιο προστασίας της πρώτης κατοικίας
ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Η Moody’s αναβαθμίζει τα καλυμμένα ομόλογα των ελληνικών τραπεζών
ΜΗ ΧΑΣΕΤΕ: Moody’s: Αναβάθμισε Εθνική, Alpha, Eurobank σε Caa1 – Επιβεβαίωσε Πειραιώς, Παγκρήτια σε Caa2
ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ
- Εισαγγελική παρέμβαση στη Θεσσαλονίκη: Ανάγκασαν μαθητή να πιει «ποτό» με ακαθαρσίες
- Στέφανος Κασσελάκης: Στις αρχές της νέας χρονιάς η Κ.Ο. του Κινήματος Δημοκρατίας
- Μισθοί και ανεργία – Τα δυο μεγάλα στοιχήματα του προϋπολογισμού
- Αυξήσεις στα ναυτιλιακά κόστη το 2025 φέρνει η εφαρμογή κοινοτικών κανονισμών για περιβαλλοντικούς ρύπους