Καλύτερες μέρες έχουν μπροστά τους τόσο οι μέτοχοι των εισηγμένων εταιρειών που εισπράττουν τα διανεμόμενα μερίσματα όσο και οι ίδιες οι επιχειρήσεις, οι οποίες παράγουν κέρδη.

Αφετηρία για τα νέα δεδομένα είναι η απομείωση της φορολογίας για τα εταιρικά κέρδη και τις χρηματικές διανομές. Κάτι που ήδη ξεκίνησε και μπορεί να επιταχυνθεί, ανάλογα και με τη ροή των πολιτικών εξελίξεων, σε ό,τι αφορά τη διακυβέρνηση της χώρας.

Ούτως ή άλλως, όλα τούτα φέρνουν σε πρώτο επενδυτικό πλάνο τις αποκαλούμενες μετοχές της… «αριστοκρατίας». Των εταιρειών εκείνων, δηλαδή, που εκτός του ότι καταφέρνουν να παράγουν συνεχώς κέρδη, δεν παραλείπουν να μοιράζουν σταθερά και χρήμα προς τους μετόχους.

Είναι χαρακτηριστικό ότι στην ελληνική αγορά υπάρχουν εν συνόλω 14 εισηγμένες αυτής της κατηγορίας, που ανέτως θα μπορούσαν να περιληφθούν σε έναν δείκτη εφάμιλλο με εκείνον της Wall Street. Και συγκεκριμένα τον S&P Dividend Aristocrats…

Λαμβάνοντας ως βάση κατάταξης το ύψος των χρηματικών διανομών που έχουν γίνει και στα 10 χρόνια της ελληνικής κρίσης (από το 2009 έως και το 2018) οι εταιρείες αυτές είναι: Ο ΟΠΑΠ, η Coca Cola, η Motor Oil, η ΕΥΔΑΠ, η Τράπεζα της Ελλάδος, ο Καρέλιας, ο Μυτιληναίος (ως συνέχεια της απορρόφησης της ΜΕΤΚΑ), η ΕΧΑΕ, η Τέρνα Ενεργειακή, ο ΟΛΘ, η ΕΥΑΘ, το Πλαίσιο, η Κανάκης (που εξαγοράστηκε από τη νορβηγική Orkla) και η μικρή ΕΛΒΕ Ενδυμάτων.

Συνολικά, από τις 14 αυτές εταιρείες έχουν διανεμηθεί στα τελευταία 10 χρόνια, 7,1 δισ. στους μετόχους, εκ των οποίων τα 6 δισ.  αφορούσαν μερίσματα και τα υπόλοιπα 1,1 δισ. αφορολόγητες επιστροφές κεφαλαίου.

Πέραν τούτων των εισηγμένων επιχειρήσεων, υπάρχουν και άλλες με σημαντικές χρηματικές προς τους μετόχους. Για παράδειγμα ο ΟΛΠ, τα Πλαστικά Κρήτης και η Ικτίνος συγκαταλέγονται σε εκείνες που έχουν στείλει στο… ταμείο τους μετόχους, στα 9 από τα 10 τελευταία χρόνια.

Τα ΕΛΠΕ, η Αεροπορία Αιγαίου, η Autohellas και η Jumbo έχουν πράξει κάτι αντίστοιχο 8 φορές, ενώ ο ΟΤΕ 7 φορές.

Το μπόνους στα εφετινά μερίσματα

Πώς όμως διαμορφώνεται πλέον το παζλ των εξελίξεων με άξονα τη φορολογία;

Από την αρχή της εφετινής χρονιάς και στο πλαίσιο των πρωτοβουλιών της κυβέρνησης Σύριζα οι φορολογικοί συντελεστές στα εταιρικά κέρδη έπεσαν από το 29% στο 28%. Με την προοπτική να μειώνονται κατά μία ποσοστιαία μονάδα στα αμέσως επόμενα τρία χρόνια, μέχρις ότου να διαμορφωθούν στο 25% για τη χρήση του 2022.

Πριν από λίγους μήνες η κυβέρνηση Τσίπρα, αποφάσισε να φέρει πιο μπροστά τη μείωση του επιβαλλόμενου φόρου στα μερίσματα, ο οποίος από το 15% έπεσε στο 10%. Αρχής γενομένης από τα όσα θα διανεμηθούν εφέτος για τη χρήση του 2018.

Με αυτόν τον τρόπο τα έσοδα των μετόχων θα αυξηθούν κατά 5,9%, σε σύγκριση με τα περσινά δεδομένα. Διότι για κάθε 100 ευρώ διανεμόμενο μέρισμα ο μέτοχος έπαιρνε πέρσι 85 καθαρά, ενώ τώρα θα παίρνει 90 ευρώ καθαρά.

Στη διάρκεια της περσινής χρονιάς, 59 εισηγμένες στο χρηματιστήριο επιχειρήσεις έδωσαν 1,2 δισ. σε μερίσματα και άλλα 100 εκατ. ευρώ σε επιστροφές κεφαλαίου που δεν βαρύνονται με φόρο.

Θεωρητικά, για τα μερίσματα αυτά, από όλους τους μετόχους παρακρατήθηκαν για φόρους 180 εκατ. ευρώ (το 15% των διανομών).

Με την ίδια μερισματική πολιτική και για την εφετινή χρόνια θα παρακρατηθούν φόροι συνολικού ύψους 120 εκατ. ευρώ.

Με άλλα λόγια το θεωρητικό μπόνους στους μετόχους θα αυξηθεί κατά 60 εκατ. ευρώ, από τη μείωση της φορολογίας…

Η πραγματικότητα όμως είναι λίγο διαφορετική από τη… θεωρία, για δύο λόγους.

Κατ’ αρχήν δεν βαρύνονται όλοι οι μέτοχοι με τον ίδιο φόρο, όπως αυτός ισχύει για τους ιδιώτες Έλληνες επενδυτές. Όταν πρόκειται για ξένες εταιρείες ή διεθνή Funds, η και άλλες κατηγορίες επενδυτών, η φορολογική μεταχείριση έχει αποκλείσεις. Υπαγόμενη μεταξύ των άλλων και στις διακρατικές συμφωνίες αποφυγής της διπλής φορολόγησης. Ως εκ τούτου, υπάρχει ένα σημαντικό κομμάτι μετόχων που είτε έχουν μικρότερους συντελεστές φόρου ή ακόμη και μηδενικούς…

Ο δεύτερος λόγος είναι ότι οι Έλληνες ιδιώτες μέτοχοι δεν ξεμπερδεύουν φορολογικά, με τα εισπραττόμενα «καθαρά» μερίσματα. Διότι αυτά και ανάλογα με τα έσοδα του κάθε φορολογούμενου, βαρύνονται με τον κλιμακωτό φόρο αλληλεγγύης…

Σε κάθε περίπτωση, σαφώς και η αποκλιμάκωση του φόρου στα μερίσματα έχει προστιθέμενη αξίας για τους μετόχους. Βασικούς κατά κύριο λόγο, αλλά και του μειοψηφούντες.

Οι προτάσεις Μητσοτάκη και πώς μεταφράζονται

Προ ημερών, ο Κυριάκος Μητσοτάκης, μιλώντας στη Γενική Συνέλευση του ΣΕΒ, εξήγγειλε ότι η Νέα Δημοκρατία ως κυβέρνηση, θα μειώσει σε δύο χρόνια τον εταιρικό φόρο στο 20%, ενώ θα ρίξει και τη φορολογία στα μερίσματα στο 5%.

Εκτιμάται ότι, στη διάρκεια της περσινής χρονιάς, οι κερδοφόρες επιχειρήσεις του χρηματιστηρίου παρήγαγαν περί τα 3,9 δισ. ευρώ κέρδη προ φόρων. Με φορολογικό συντελεστή στο 29% οι αναλογούντες φόροι είναι της τάξεως των 1,13 δισ. ευρώ. Για τα ίδια αυτά κέρδη, και με το συντελεστή να μειώνεται βαθμιαία στο 25% οι αναλογούντες φόροι μειώνονται στα 975 εκατ. ευρώ. Με τον συντελεστή να πηγαίνει στο 20% οι αναλογούντες εταιρικοί φόροι πέφτουν στα 780 εκατ. ευρώ.

Στην πρώτη περίπτωση οι εταιρείες εξοικονομούν οφέλη 155 εκατ. ευρώ, ενώ στη δεύτερη τα οφέλη ανέρχονται στα 350 εκατ. ευρώ.

Επίσης, η περαιτέρω μείωση του φόρου στα μερίσματα μεταφράζεται (θεωρητικά πάντα) σε επιπλέον 60 εκατ. ευρώ χρηματορροές προς τους μετόχους. Ή 120 εκατ. ευρώ περισσότερα σε σύγκριση με την προγενέστερη φορολογία του 15%.

Αναμφίβολα ,η ακολουθούμενη πολιτική προς την κατεύθυνση της φορολογικής αποσυμπίεσης, η οποία μετεκλογικά μπορεί να φτάσει να μεταφραστεί σε περίπου μισό δισ.  οφέλη για επιχειρήσεις και μετόχους, σε ετήσια βάση, συνιστά ένα νέο δείγμα γραφής. Ελπιδοφόρο και για την ευρύτερη επιχειρηματική αναζωογόνηση, αλλά και με ό,τι αυτή μπορεί να σηματοδοτήσει στην πορεία του χρηματιστηρίου.

Τι έχει συμβεί μέχρι τώρα

Στα χρόνια της χώρας στο ευρώ, το πιο επαχθές σκηνικό για τις επιχειρήσεις ήταν στη διετία 2009-2010 όταν τα φορολογικά βάρη για τις επιχειρήσεις είχαν διαμορφωθεί στα εφιαλτικά επίπεδα του 41,5% και του 47,9% αντίστοιχα… Χαρακτηριστικά είναι τα δεδομένα του 2010, όταν και η χώρα μπήκε στα μνημόνια. Τότε λοιπόν, με τον εταιρικό φόρο να είναι στο 24%, έμεναν σε μιά εταιρεία 76 ευρώ, για κάθε 100 ευρώ κέρδους. Με την έκτακτη εισφορά του 10% στα κέρδη της προηγούμενης χρήσης, από τα 76 έμεναν τα 66 ευρώ. Επ’ αυτών ερχόταν η φορολογία του 21% στα μερίσματα, οπότε και τα απομείωνε στα 52,1 ευρώ. Με την εταιρεία να έχει πληρώσει το «μάρμαρο» του 47,9% επί των κερδών της. Όλα αυτά επί κυβερνήσεως Γιώργου Παπανδρέου και με «τσάρο» της οικονομίας τον Γιώργο Παπακωνσταντίνου.

Για τις εταιρείες τα μικρότερα συνολικά βάρη ήταν αυτά του 2007 (με φόρους 25%) επί ημερών της κυβέρνησης του Κώστα Καραμανλή.

Έναν χρόνο μετά, ο Γιώργος Αλογοσκούφης ,υπουργός οικονομικών της ίδιας κυβέρνησης ήταν αυτός που επέβαλε το φόρο στα μερίσματα.

Επί ημερών Σύριζα, οι εταιρικοί φόροι πήγαν από το 33,4% στο 36,1% για να πέσουν τώρα στο 35,2%. Χωρίς να προσμετρείται η επίπτωση από την προκαταβολή φόρου που πήγε στο 100%, ούτε τα κληροδοτημένα βάρη του ΕΝΦΙΑ.

Δεν λίγοι εκείνοι οι οποίοι πιστεύουν ότι με λιγότερους φόρους, οι εταιρείες θα αποκτήσουν περισσότερο, ζωτικό, επιχειρηματικό χώρο. Με συνέπεια να ενισχυθούν οι προοπτικές κερδοφορίας, που με τα σειρά τους θα διευρύνουν τη φορολογική βάση και εν τέλει θα φέρουν και περισσότερα έσοδα στα δημόσια ταμεία από ό,τι τώρα…

Το άρθρο δημοσιεύεται και στη Realnews που κυκλοφορεί σήμερα