Δημοσιονομικό «κορσέ» με συγκεκριμένους στόχους και περιθώρια ευελιξίας δίνει το νέο Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα, ο τετραετής προϋπολογισμός που έχει καταρτίσει η κυβέρνηση και, αφού περάσει από τη Βουλή, θα κατατεθεί προς έγκριση στην Κομισιόν.

Το νέο πλαίσιο κινείται με βάση τους νέους δημοσιονομικούς κανόνες, που στο εξής βάζουν σε δεύτερη «μοίρα» τα πρωτογενή πλεονάσματα και φέρνει στην πρώτη γραμμή τις πρωτογενείς δαπάνες του κράτους.

Με άλλα λόγια η χώρα μας μπορεί να αυξήσει τις δαπάνες της κατά 3,7 δισ. ευρώ το 2025, κατά 3,6 δισ. το 2026, 3,2 δισ. ευρώ το 2027 και 3 δισ. το 2028.

Πού θα δοθεί ο δημοσιονομικός χώρος τα επόμενα χρόνια

Τι σημαίνουν τα παραπάνω στην πράξη; Για το 2025:

  • Θα υπάρξει αύξηση των δαπανών για συντάξεις κατά 1 δισ. ευρώ, που περιλαμβάνει την αύξηση των συντάξεων στις αρχές του έτους και το απαιτούμενο κονδύλι για τις μαζικές συνταξιοδοτήσεις.
  • Περίπου 1 δισ. ευρώ ετησίως υπολογίζεται η συνήθης αύξηση των τακτικών δαπανών των φορέων Γενικής Κυβέρνησης και των Υπουργείων με βάση τις αναληφθείς υποχρεώσεις και τον πληθωρισμό (μισθώματα κτιρίων, ηλεκτρικό ρεύμα, καύσιμα, συντηρήσεις, δαπάνες διεθνών συμβάσεων και συνεισφορών της χώρας, ετήσια αύξηση της φαρμακευτικής και νοσοκομειακής δαπάνης κ.τλ.).
  • 860 εκατ. ευρώ θα διατεθούν για τα εξοπλιστικά προγράμματα της χώρας.
  • 1 δισ. ευρώ για μειώσεις φόρων, παροχές ή οποίες άλλες παρεμβάσεις θέλει να προχωρήσει η κυβέρνηση. Πρόκειται για τον δημοσιονομικό χώρο στην πράξη, που μπορεί να αξιοποιήσει προς όφελος των πολιτών και να εκπληρωθούν παράλληλα και οι προεκλογικές δεσμεύσεις.

Για το 2026:

  • Η δαπάνη για τις συντάξεις θα είναι αυξημένη σε σχέση με το 2025, καθώς θα υπάρξει μεγαλύτερο κύμα συνταξιοδοτήσεων. Έτσι εκτιμάται πως το κονδύλι που θα απαιτηθεί θα φτάσει τα 1,4 δισ. ευρώ.
  • 1 δισ. θα είναι η ετήσια αύξηση των τακτικών δαπανών της Γενικής Κυβέρνησης και των Υπουργείων
  • Η δαπάνη για εξοπλισμούς θα φτάσει τα 1,2 δισ. ευρώ
  • Το διαθέσιμο ποσό για παροχές και μειώσεις φόρων θα είναι μειωμένο σε σχέση με το 2025, αφού θα υπάρξουν μεγαλύτερες δαπάνες για την άμυνα και τις συντάξεις.

«Άγνωστα» μέτρα 500 εκατ. τον χρόνο

Ο γενικός κανόνας πάντως αναφέρει πως από το περίπου 1 δισ. ευρώ που απομένει σε ετήσια βάση, ένα μεγάλο μέρος αφορά σε δαπάνες οι οποίες έχουν ήδη προαναγγελθεί από την κυβέρνηση, όπως η ετήσια αύξηση των μισθών στο Δημόσιο (περί τα 350 εκατ. ευρώ) ή και η νέα μείωση των ασφαλιστικών εισφορών το 2027, ίσως και κατά μια ποσοστιαία μονάδα.

Αυτό σημαίνει πως κάθε χρόνο (κατά μέσο όρο) θα υπάρχει ένα κονδύλι κοντά στα 500 εκατ. ευρώ για νέα μέτρα, τα οποία δεν έχουν εξαγγελθεί ή ακόμα και για παρεμβάσεις που σχεδιάζονται αλλά θα έχουν τελικά και δημοσιονομικό κόστος.

Για παράδειγμα, στα «σκαριά» βρίσκονται οι αλλαγές στα:

  • τεκμήρια διαβίωσης, με την κυβέρνηση να έχει δεσμευτεί προεκλογικά για μεσοσταθμική μείωση κατά 30%
  • Αλλαγή στο πλαίσιο των τελών κυκλοφορίας.

Πρόκειται για δυο παρεμβάσεις που ήταν να ανακοινωθούν φέτος και έχουν «παγώσει», με τις ανακοινώσεις να μεταφέρονται για το τέλος του 2025 και να εφαρμοστούν το 2026.

Πάντως, η κυβέρνηση εκτιμά πως ο «κουμπαράς» τα επόμενα χρόνια θα είναι μεγαλύτερος, καθώς περιμένει πρόσθετα μόνιμα έσοδα από την πάταξη της φοροδιαφυγής τα οποία το 2027 θα φτάσουν τα 2,5 δισ. ευρώ ώστε να χρηματοδοτηθούν επιπλέον μειώσεις φόρων.

Πώς λειτουργεί το νέο όριο των δαπανών

Όπως εξήγησαν χθες τα στελέχη του Υπουργείου Οικονομικών στην παρουσίαση του νέου Μεσοπρόθεσμου, με βάση την ανάλυση της βιωσιμότητας του χρέους, τα χαρακτηριστικά και τις αντοχές κάθε οικονομίας ξεχωριστά, δίνεται η δυνατότητα συγκεκριμένου ποσοστού αύξησης των δαπανών ώστε να μην επαναληφθούν στο μέλλον φαινόμενα κατάρρευσης οικονομιών όπως αυτά που ζήσαμε στην Ελλάδα την προηγούμενη δεκαετία.

Ο κανόνας αυτός οδηγεί σε αντικυκλική πολιτική, καθώς παρέχει τη δυνατότητα διατήρησης του ετήσιου ρυθμού αύξησης των δαπανών τόσο σε περιόδους ανάκαμψης, όσο και σε περιόδους επιβράδυνσης.

Με άλλα λόγια, αν μια χρόνια η οικονομία πάει καλά, το οικονομικό επιτελείο θα μπορεί είτε να αποπληρώσει μέρος του δημοσίου χρέους είτε να τοποθετήσει τα έξτρα χρήματα σε έναν «κουμπαρά» για τα δύσκολα χρόνια που μπορεί να έρθουν.

Ακόμα όμως και αν μια χρονιά κατά τη διάρκεια της τετραετίας που θα ισχύει αυτό το Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα (έως το 2028) η οικονομία μπει πχ σε φάση ύφεσης, δεν θα αλλάξει ο προγραμματισμός των δαπανών. «Δεν θα κοπούν δαπάνες ούτε θα ληφθούν πρόσθετα μέτρα για αύξηση εσόδων», ήταν η χαρακτηριστική διευκρίνιση του Αναπληρωτή Υπουργού Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Θάνου Πετραλιά.

Το «ταμείο» θα γίνεται στο σύνολο της τετραετίας και θα μπορούν να μεταφέρονται κέρδη και ελλείμματα για να προκύψει στο τέλος η επίτευξη των στόχων. Ωστόσο,  η Κομισιόν έχει προβλέψει μια «δικλείδα ασφαλείας» και απαγορεύει να δοθούν περισσότερα κονδύλια (από τα έξτρα που μπορεί να προκύψουν) την πρώτη χρονιά εφαρμογής, δηλαδή το 2025.

Η κυβέρνηση σε συμφωνία με την ΕΕ πέτυχε μεγαλύτερη αύξηση των δαπανών σε σχέση με τις αρχικές προτάσεις της Κομισιόν, προβάλλοντας ως σημαντικότερο επιχείρημα τις καλύτερες από τους στόχους δημοσιονομικές επιδόσεις της χώρας το 2024. Το αποτέλεσμα είναι ότι οι δαπάνες το 2025 θα είναι κατά 700 εκατ. ευρώ υψηλότερες σε σχέση με τον αρχικό στόχο που είχε θέσει η Ε.Ε. και περίπου 1,1 δισ. υψηλότερες το 2026 και κάθε επόμενο έτος. Δηλαδή συνολικά στην τετραετία το όριο των δαπανών του προϋπολογισμού είναι αυξημένο κατά 4 δισ. ευρώ σε σχέση με τις αρχικές προτάσεις της Επιτροπής.

Από το όριο δαπανών εξαιρούνται τα κονδύλια για αποζημιώσεις σε περίπτωση θεομηνίας (σεισμών, πλημμυρών,  πυρκαγιών κ.τ.λ.).

Οι στόχοι του νέου Μεσοπρόθεσμου

Στο Μεσοπρόθεσμο Δημοσιονομικό – Διαρθρωτικό Πρόγραμμα 2025-2028 που συμφώνησε η Ελλάδα αποτυπώνονται:

1. Περαιτέρω σημαντική μείωση του χρέους: Ο λόγος του Δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ αναμένεται να μειωθεί κατά 20 ποσοστιαίες μονάδες, από 153,7% το 2024 σε 133,4% ως το 2028. Η μείωση αυτή έρχεται σε συνέχεια της δραστικής αποκλιμάκωσης του δείκτη χρέους προς ΑΕΠ, από 207% το 2020 σε 161,9% το 2023, δηλαδή κατά 45 ποσοστιαίες μονάδες σε διάστημα τριών ετών.

2. Συγκράτηση του ελλείμματος: Για όλη την τετραετία η ελληνική οικονομία θα έχει χαμηλά ελλείμματα, της τάξης του 1% του ΑΕΠ ή και χαμηλότερα από αυτό, δηλαδή σε επίπεδα αρκετά κάτω από τους κοινούς ευρωπαϊκούς στόχους. Η επίδοση αυτή αποτελεί στοιχείο νοικοκυριού, στέλνει μήνυμα εμπιστοσύνης στις αγορές και τους επενδυτές και επιτυγχάνεται σε περίοδο που 8 χώρες της ΕΕ (μεταξύ των οποίων η Ιταλία, η Γαλλία και το Βέλγιο) βρίσκονται σε διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος.

3. Πρωτογενή πλεονάσματα: (δηλ. το αποτέλεσμα του προϋπολογισμού χωρίς τις δαπάνες για τόκους). Προβλέπεται η επίτευξη χαμηλότερων πρωτογενών πλεονασμάτων σε σχέση με την αρχική πρόταση της ΕΕ, καθώς η υπεραπόδοση του προϋπολογισμού και της οικονομίας το 2024 πιστοποιεί ότι η ελληνική οικονομία είναι σε θέση (όπως κάνει φέτος) να επιτυγχάνει λογικά πρωτογενή πλεονάσματα που εξασφαλίζουν τη συνέχιση της μείωσης του χρέους. Το μεσοπρόθεσμο προβλέπει τη διατήρηση του πρωτογενούς πλεονάσματος του προϋπολογισμού στο επίπεδο που προβλέπεται ότι θα κλείσει το 2024, δηλαδή στο 2,4% του ΑΕΠ για όλη την τετραετία (με εξαίρεση το 2025 οπότε προβλέπεται 2,5%).

4. Ανάπτυξη: Η πρόβλεψη για την ανάπτυξη που περιλαμβάνεται στο μεσοπρόθεσμο είναι συντηρητική, διότι θέλουμε να είμαστε απολύτως ευθυγραμμισμένοι με την ΕΕ. Πρόκειται ουσιαστικά για ένα μηχανισμό προβολής με βάση ιστορικά στοιχεία, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι πραγματικές δυνατότητες της οικονομίας. Σημειώνεται ότι η Τράπεζα της Ελλάδος όπως και μια σειρά από διεθνείς οργανισμούς προβλέπουν υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης. Παρ’ όλα αυτά το μεσοπρόθεσμο προβλέπει ανάπτυξη 2,3% το 2025, 2% το 2026, 1,5% το 2027 και 1,3% το 2028, ρυθμοί που είναι από τους υψηλότερους στην ΕΕ. Με βάση αυτές τις συντηρητικές προβλέψεις, το ονομαστικό ΑΕΠ αναμένεται να αυξηθεί από 232 δισ. ευρώ  το 2024 σε 272 δισ. το 2028.

Οι προβλέψεις της Επιτροπής για το έτος 2024 που περιλαμβάνονται στο μεσοπρόθεσμο βασίζονται σε πραγματικά δεδομένα. Για τα επόμενα έτη γίνεται μια προβολή με βάση ιστορικά στοιχεία, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι πραγματικές δυνατότητες της οικονομίας (δεν λαμβάνονται π.χ. υπόψη τα εφαρμοζόμενα μέτρα πολιτικής και οι επενδύσεις του Ταμείου Ανάκαμψης).

5. Μείωση της ανεργίας: Η ανεργία μειώθηκε από 17,9% το 2019 στο 11,1% στα τέλη του 2023, διάστημα στο οποίο δημιουργήθηκαν 500.000 νέες θέσεις εργασίας. Η ανεργία παραμένει σε πτωτική πορεία καθώς τον Ιούλιο 2024 διαμορφώθηκε στο 9,9%. Η πορεία αυτή αναμένεται να συνεχιστεί τα επόμενα χρόνια και το 2028 προβλέπεται να φθάσει στο 8,5%, δηλαδή στα επίπεδα προ της οικονομικής κρίσης.

6. Αύξηση μισθών: Ο κατώτατος μισθός από 650 ευρώ το 2019 και 830 ευρώ που είναι σήμερα, προβλέπεται να διαμορφωθεί στα 950 ευρώ το 2027. Ο μέσος μισθός από 1046 ευρώ το 2019 και 1258 ευρώ στο τέλος του 2023 προβλέπεται να φθάσει το 2027 στα 1500 ευρώ.

7. Συνέχιση των μεταρρυθμίσεων σε τομείς όπως:

– Δημογραφικό: Πρόσθετη προστασία για οικογένειες με 3 παιδιά και άνω, έκπτωση φόρου για χρηματικές παροχές υπέρ νέων γονέων, μείωση του φόρου ασφαλίστρου (15%) ιδιωτικών συμβολαίων υγείας για παιδιά.

– Στεγαστικό: Πρόγραμμα «Σπίτι μου 2», τοπικοί περιορισμοί στις βραχυχρόνιες μισθώσεις κίνητρα για μακροχρόνιες μισθώσεις κενών κατοικιών.

– Αντιμετώπιση των συνεπειών της κλιματικής κρίσης: Επενδύσεις στην πρόληψη πυρκαγιών και πλημμυρών, μείωση του ΕΝΦΙΑ για ασφάλιση κατοικιών, αύξηση της περιμέτρου υποχρεωτικής ασφάλισης επιχειρήσεων.

– Υγεία: Προσλήψεις μόνιμου ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού, αναβάθμιση νοσοκομείων, έλεγχος των προμηθειών.

– Αναβάθμιση του εκπαιδευτικού συστήματος: Μη κρατικά πανεπιστήμια, ανακαίνιση σχολικών κτιρίων, προγράμματα επαγγελματικής εκπαίδευσης – κατάρτισης.

– Περιορισμός της φοροδιαφυγής: Πλήρης εφαρμογή «myDATA» και ηλεκτρονικών τιμολογίων, ψηφιοποίηση των ελέγχων, ψηφιακή ΑΑΔΕ. Ο περιορισμός της φοροδιαφυγής θα επιτρέψει και περαιτέρω μειώσεις φορών.

– Ενίσχυση της επιχειρηματικότητας: Κίνητρα για έρευνα – ανάπτυξη – συγχωνεύσεις, σύσταση του Εθνικού Επενδυτικού Ταμείου, σχέδιο για επέκταση θερμοκηπίων και στήριξη σε νέους αγρότες.

– Επισκόπηση δαπανών για ορθολογικότερη κατανομή (Spending review): Ενδεικτικά: Στόχευση κοινωνικών επιδομάτων και επιδομάτων ανεργίας, λειτουργικές δαπάνες, φαρμακευτική δαπάνη, δαπάνες φορέων γενικής κυβέρνησης και ΟΤΑ.

Διαβάστε επίσης:

H μάχη της τσάντας: Το deal $8,5 δισ. με τα ηχηρά ονόματα των Versace και Michael Kors κρίνεται στα δικαστήρια

Το σχέδιο του Νίκου Λαβίδα για να «πατήσει γκάζι» η ΑΒ Βασιλόπουλος

«Αποκαλύπτεται» το αναθεωρημένο Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα – Όλα τα μέτρα και οι δημοσιονομικοί στόχοι έως το 2028