Το δεύτερο εξάμηνο κάθε έτους, και συγκεκριμένα την 1η Ιουλίου από το 2027 κα μετά, θα ανακοινώνεται ο νέος κατώτατος μισθός.

Σύμφωνα με το πόρισμα της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων που δόθηκε χθες στην υπουργό Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλιση Νίκη Κεραμέως, και αποκαλύπτει το Mononews.gr, μέχρι τον Μάιο του 2025 θα ισχύσει το καθεστώς που υπάρχει σήμερα, ενώ στην συνέχεια θα υπάρξει νέα διαδικασία διαβούλευσης, η οποία περιλαμβάνει τα εξής:

• Η διαβούλευση θα ξεκινάει το τελευταίο 10ήμερο του Φεβρουαρίου κάθε έτους με πρόσκληση της Επιτροπής Συντονισμού προς τους κοινωνικούς εταίρους και τους επιστημονικούς και ερευνητικούς φορείς,

• ο φάκελος της διαβούλευσης θα παραδίδεται στο ΚΕΠΕ και στην επιστημονική επιτροπή έως τις 30 Απριλίου κάθε έτους,

• το Σχέδιο Πορίσματος της Διαβούλευσης θα ολοκληρώνεται έως τις 31 Μαΐου κάθε έτους και θα διαβιβάζεται στην Επιτροπή Συντονισμού της διαβούλευσης.

• Ο εκάστοτε υπουργός Εργασίας θα εισηγείται στο Υπουργικό Συμβούλιο το νέο κατώτατο μισθό το τελευταίο 15νθήμερο του Ιουνίου κάθε έτους και θα τίθεται σε εφαρμογή από την 1η Ιουλίου.

Σε ό,τι αφορά τον υπολογισμό του κατώτατου μισθού σημειώνεται επειδή το νέο σύστημα στηρίζεται σε σειρά στοιχείων και δεδομένων και απαιτείται ικανός χρόνος προσαρμογής, ιδίως της ΕΛΣΤΑΤ, προτείνεται έως την 31.12.2027 να εφαρμοσθεί το ισχύον σήμερα σύστημα με επιμέρους βελτιώσεις που αναφέρονται παρακάτω και από 1.1.2028 το νέο σύστημα με την αυτόματη τιμαριθμική αναπροσαρμογή.

Γι΄ αυτό το λόγο προτείνεται η σταδιακή μετάβαση σε σύστημα αυτόματου καθορισμού – τιμαριθμικής αναπροσαρμογής του κατώτατου νομοθετημένου μισθού και του κατώτατου ημερομισθίου.

Τέτοιο σύστημα στη Ε.Ε εφαρμόζει η Γαλλία, όπως αποκάλυψε το Mononews.gr.

Ειδικότερα, η αυτόματη τιμαριθμική αναπροσαρμογή προτείνεται με βάση συντελεστή που προκύπτει από το άθροισμα:

α) του ετήσιου ποσοστού μεταβολής του δείκτη τιμών καταναλωτή μεταξύ της 1ης Ιουλίου του προηγούμενου έτους και της 30ης Ιουνίου του τρέχοντος για το χαμηλότερο 20% της εισοδηματικής κατανομής των νοικοκυριών και

β) του ημίσεως του ετήσιου ποσοστού μεταβολής της αγοραστικής δύναμης του γενικού δείκτη μισθών κατά την ίδια χρονική περίοδο. Αν ο συντελεστής αυτός οδηγεί σε μείωση του νομοθετημένου κατώτατου μισθού ή του νομοθετημένου κατώτατου ημερομισθίου, δεν γίνεται αναπροσαρμογή.

Σύμφωνα με τις δηλώσεις του υπουργού Εργασίας, υπάρχει μία Ευρωπαϊκή Οδηγία η οποία πρώτον, δίνει κατευθύνσεις στα κράτη-μέλη για το πώς θα ορίζεται με αντικειμενικό τρόπο ο κατώτατος μισθός και δεύτερον, δίνει και ένα σήμα προκειμένου να ενισχυθούν οι συλλογικές διαπραγματεύσεις, οι Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας.

«Θέλουμε αφενός να θωρακίσουμε τους εργαζόμενους και αφετέρου να υπάρχει γενικότερα προβλεψιμότητα στην οικονομία για το προς τα που πάει ο κατώτατος μισθός», ανέφερε χαρακτηριστικά η κα Κεραμέως, η οποία εν συνεχεία υπογράμμισε τη σημασία του διαλόγου και της συμμετοχής των κοινωνικών εταίρων στη διαδικασία.

Προβλέπεται επίσης η δυνατότητα να μην γίνει ανωτέρω αυτόματη τιμαριθμική αναπροσαρμογή του νομοθετημένου κατώτατου μισθού και του νομοθετημένου κατώτατου ημερομισθίου σε περίπτωση που η οικονομία βρίσκεται σε σημαντική ύφεση ή  και υπάρχει σημαντική απόκλιση του εθνικού πληθωρισμού (ΔΤΚ) από τον στόχο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ή και υπάρχει σημαντική ανισορροπία στο ισοζύγιο εξωτερικών συναλλαγών ή και η βάσει του συντελεστή της παραγράφου 1 αναπροσαρμογή δεν δικαιολογείται από τα επίπεδα και τις μακροπρόθεσμες εξελίξεις στην παραγωγικότητα και τη δυναμική της ή και την απόσταση του κατώτατου μισθού από το 60% του ακαθάριστου διάμεσου μισθού ή / και υπερβαίνει τις δημοσιονομικές δυνατότητες της χώρας ή και δεν δικαιολογείται από έκτακτες περιστάσεις.

Σύμφωνα με τον εργατολόγο – δικηγόρο Γιάννη Καρούζο, «η καθιέρωση ενός μαθηματικού τύπου για την διαμόρφωση του κατώτατου μισθού από το 2028 θα πρέπει να λειτουργήσει ως εργαλείο βάσης. Με τον νέο τρόπο θα αντικειμενικοποιηθεί το σύστημα προσδιορισμού του κατώτατου μισθού με τη συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων.

Υπάρχει η δυνατότητα απόκλισης από το μηχανισμό αυτό, ύστερα από αιτιολογημένη απόφαση της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων.

Ωστόσο, με δεδομένο το αποτέλεσμα του νέου αλγόριθμου, είναι βέβαιο ότι δε θα δούμε στο μέλλον τόσο μεγάλες αυξήσεις στον κατώτατο μισθό σε σχέση με αυτές που έχουν θεσμοθετηθεί μέχρι σήμερα».

Γιάννης Καρούζος
Γιάννης Καρούζος

Ρύθμιση έως την 31.12.2027

Προτείνεται η αντικατάσταση του άρθρου 134 του Κ.Α.Ε.Δ, ώστε να συμπληρωθεί και να περιλάβει:

1. Τη ρύθμιση που αναφέρθηκε για τους απασχολούμενους στον δημόσιο τομέα.

2. Τη συμπλήρωση των κριτηρίων που λαμβάνονται υπόψη για τον καθορισμό του νομοθετημένου κατώτατου μισθού και του νομοθετημένου κατώτατου ημερομίσθιο (και συγκεκριμένα προστίθενται η αγοραστική δύναμη των νομοθετημένων κατώτατων μισθών και η επάρκειά τους, λαμβανομένου υπόψη του κόστους διαβίωσης, του γενικού επιπέδου των μισθών, της κατανομής και του ρυθμού της μεταβολής τους).

Σκοπός είναι να υπάρχει μια ακριβέστερη εικόνα του οικονομικού περιβάλλοντος και της επάρκειας του νομοθετημένου κατώτατου μισθού και του νομοθετημένου κατώτατου ημερομισθίου.

3. Τη δημιουργία Επιστημονικής Επιτροπής και Συμβουλευτικής Επιτροπής για την ενίσχυση της επιστημονικής τεκμηρίωσης, της διατύπωσης γνώμης ή διαφορετικών γνωμών από τους κοινωνικούς εταίρους για το ύψος του νομοθετημένου κατώτατου μισθού και του νομοθετημένου κατώτατου ημερομισθίου και την επικαιροποίησή τους με βάση τα κριτήρια του νόμου, την επιλογή και εφαρμογή των κριτηρίων για τον καθορισμό τους καθώς και ενδεικτικών τιμών αναφοράς για την αξιολόγηση της επάρκειάς τους, την επιλογή και εφαρμογή των μισθολογικών διαφοροποιήσεων και των κρατήσεων επί του νομοθετημένου μισθού / ημερομισθίου, τη συλλογή δεδομένων και την εκπόνηση μελετών και αναλύσεων για την παροχή πληροφοριών στις δημόσιες αρχές ή σε άλλα ενδιαφερόμενα μέρη.

Νέο σύστημα από 1.1.2028 – Αυτόματη τιμαριθμική αναπροσαρμογή του νομοθετημένου κατώτατου μισθού και ημερομισθίου

1. Στο νέο σύστημα ο καθορισμός και η αναπροσαρμογή του νομοθετημένου κατώτατου μισθού και ημερομισθίου γίνεται αυτόματα και με δυνατότητα παρέκκλισης, αν οι οικονομικές συνθήκες εξαιρετικώς δεν επιτρέπουν την αναπροσαρμογή τους. Επισημαίνεται ότι στις περιπτώσεις αυτές δεν επιτρέπεται μείωση του κατώτατου νομοθετημένου μισθού και ημερομισθίου.

2. Τα όργανα που υποστηρίζουν συμβουλευτικά με τεκμηριωμένες γνώμες τον νομοθέτη είναι τα ίδια, δηλαδή η Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων και η Συμβουλευτική Επιτροπή, με τη διαφορά ότι στην Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων ορίζει η ΤτΕ ένα μέλος αντί του μέλους που όριζε ο Υπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων.

3. Το έργο των παραπάνω Επιτροπών είναι η διατύπωση γνώμης ή γνωμών σχετικά με:

α) το ύψος του νομοθετημένου κατώτατου μισθού και ημερομισθίου, εφόσον η Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων προτείνει την κατ’ εξαίρεση παρέκκλιση από την εφαρμογή του κανόνα της αυτόματης τιμαριθμικής αναπροσαρμογής.

β) Τον συντελεστή αναπροσαρμογής του νομοθετημένου κατώτατου μισθού και ημερομισθίου.

γ) Την επιλογή και την εφαρμογή ενδεικτικών τιμών αναφοράς για την αξιολόγηση της επάρκειας του νομοθετημένου κατώτατου μισθού και ημερομισθίου.

δ) Τη θέσπιση των μισθολογικών διαφοροποιήσεων στον νομοθετημένο κατώτατο μισθό και στο νομοθετημένο κατώτατο ημερομίσθιο και των κρατήσεων από αυτούς και

ε) τη συλλογή δεδομένων και την εκπόνηση μελετών και αναλύσεων για την παροχή πληροφοριών στις αρχές και σε άλλα ενδιαφερόμενα μέρη σχετικά με τον νομοθετημένο κατώτατο μισθό και το νομοθετημένο κατώτατο ημερομίσθιο.

Οι αιτιολογημένες γνώμες για τα θέματα των περιπτώσεων β, γ, δ και ε της παραγράφου 3 αποστέλλονται από τον Πρόεδρο του Ο.ΜΕ.Δ στους Υπουργούς Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, Εσωτερικών και Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών.

Εργατοτεχνίτες

Παράλληλα, σε ό,τι αφορά τους εργατοτεχνίτες το πόρισμα αναφέρει ότι η Ελλάδα διακρίνει σε μισθό υπαλλήλων και ημερομίσθιο εργατοτεχνιτών.

Μολονότι δεν είναι αναγκαίο για την ενσωμάτωση της Οδηγίας ΕΕ/2022/2041, θα έπρεπε να επανεξετασθεί η χρησιμότητα της διατήρησης της διάκρισης αυτής που είναι παρωχημένη και προκαλεί πολυπλοκότητες.

Δημόσιοι υπάλληλοι

Όσον αφορά στον δημόσιο τομέα λαμβάνονται υπόψη τα εξής:

α) Ότι η Οδηγία εφαρμόζεται και στον δημόσιο τομέα και πρέπει να διασφαλίζεται ότι οι απασχολούμενοι σε αυτόν έχουν επαρκείς μισθούς και ημερομίσθια για την αξιοπρεπή τους διαβίωση.

β) Ότι δεν υπάρχει νομοθετημένος κατώτατος μισθός και νομοθετημένο κατώτατο ημερομίσθιο, όπως υπάρχει στον ιδιωτικό τομέα.

γ) Ότι ο δημόσιος τομέας έχει ιδιαιτερότητες σε σχέση με τον ιδιωτικό τομέα και ενδεικτικά, οι δημόσιοι υπάλληλοι έχουν μονιμότητα ενώ οι αποδοχές τους καθορίζονται με νόμο και τα μισθολογικά θέματα δεν αποτελούν αντικείμενο συλλογικών διαπραγματεύσεων κ.λπ.

Με αυτά τα δεδομένα προτείνεται η θέσπιση ρύθμισης σύμφωνα με την οποία οι αποδοχές πλήρους απασχόλησης των απασχολουμένων στον δημόσιο τομέα να μην υπολείπονται του νομοθετημένου κατώτατου μισθού και του νομοθετημένου κατώτατου ημερομισθίου που καθορίζεται με το άρθρο 134 του Κ.Α.Ε.Δ. (Π.Δ. 80/2022).

Αν υπάρχει διαφορά, αυτή καταβάλλεται ως αμοιβή εξομάλυνσης.

Πότε δεν αναπροσαρμόζεται ο κατώτατος μισθός

Προβλέπεται επίσης η δυνατότητα να μην γίνει ανωτέρω αυτόματη τιμαριθμική αναπροσαρμογή του νομοθετημένου κατώτατου μισθού και του νομοθετημένου κατώτατου ημερομισθίου σε περίπτωση που η οικονομία βρίσκεται σε σημαντική ύφεση ή  και υπάρχει σημαντική απόκλιση του εθνικού πληθωρισμού (ΔΤΚ) από τον στόχο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ή  και υπάρχει σημαντική ανισορροπία στο ισοζύγιο εξωτερικών συναλλαγών ή και η βάσει του συντελεστή της παραγράφου 1 αναπροσαρμογή δεν δικαιολογείται από τα επίπεδα και τις μακροπρόθεσμες εξελίξεις στην παραγωγικότητα και τη δυναμική της ή  και την απόσταση του κατώτατου μισθού από το 60% του ακαθάριστου διάμεσου μισθού ή  και υπερβαίνει τις δημοσιονομικές δυνατότητες της χώρας ή  και δεν δικαιολογείται από έκτακτες περιστάσεις.

Το σύστημα αυτό έχει περισσότερα πλεονεκτήματα.

Είναι απλό, αντικειμενικό, προβλέψιμο, διαφανές και κατανοητό. Προστατεύει την αγοραστική δύναμη, λαμβάνοντας υπόψη το φτωχότερο 20% των νοικοκυριών.

Επομένως, μειώνεται η αβεβαιότητα των εργαζομένων και εργοδοτών και συνακόλουθα στηρίζονται αφενός ο οικογενειακός προγραμματισμός των εργαζομένων και αφετέρου οι επενδύσεις και η αξιοπιστία της οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής της χώρας.

Εξάλλου, κατ’ εξαίρεση σε περίπτωση σημαντικών προβλημάτων της οικονομίας επιτρέπει κατά παρέκκλιση από τον κανόνα της αυτόματης τιμαριθμικής αναπροσαρμογής να μην γίνει αναπροσαρμογή του κατώτατου νομοθετημένου μισθού και ημερομισθίου για το χρονικό αυτό διάστημα.

Στην εξαιρετική αυτή περίπτωση η Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων θα πρέπει να αιτιολογεί ειδικά τη γνώμη της σε σχέση με τη συνδρομή των προϋποθέσεων που επιτρέπουν – αν όχι επιβάλλουν – να μην γίνει αναπροσαρμογή και να ακολουθηθεί η διαδικασία της διαβούλευσης με τους κοινωνικούς εταίρους.

Όλο το πόρισμα της Επιτροπής εδώ

Διαβάστε επίσης:

Γιάννης Στουρνάρας στους FT: Πιθανές δύο μειώσεις επιτοκίων από την ΕΚΤ το 2024

Χρηματιστήριο: Επιστροφή στις ώριμες αγορές, πόσα κεφάλαια διεκδικεί η Λ. Αθηνών – Tι σημαίνει για τους Έλληνες επενδυτές

Ταξί: Από σήμερα η προθεσμία τριών εβδομάδων για τα αυτοκόλλητα POS