Ήρθε η ώρα και το Δημόσιο να προχωρήσει σε «κούρεμα» οφειλών τόσο για τις επιχειρήσεις όσο και για τα νοικοκυριά, σύμφωνα με τον κ. Νικόλα Καραμούζη, πρόεδρο της Grant Thornton.

Μιλώντας χθες το απόγευμα στη διαδικτυακή συζήτηση της ΕΣΕΕ, με θέμα: «Ιδιωτικό Χρέος και Πανδημική Κρίση» ο κ. Καραμούζης ανέφερε πως για να υπάρξει μία ουσιαστική διαχείριση του ιδιωτικού χρέους θα πρέπει και το Δημόσιο να εφαρμόσει «γενναίες» ρυθμίσεις, αλλά και «κούρεμα».

«Είναι κρίσιμο θέμα πολιτικής η αποδοχή από το Δημόσιο της πρακτικής διαγραφών ληξιπρόθεσμων απαιτήσεων στο πλαίσιο της ισχύουσας νομοθεσίας εξυγίανσης νοικοκυριών και επιχειρήσεων, σε αναλογία με τους υπόλοιπους πιστωτές» ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Καραμούζης.

Και μάλιστα έφερε και ένα παράδειγμα λέγοντας ότι « στις πάνω από 100 αποφάσεις των δικαστηρίων σε σχέση με την εφαρμογή του νόμου 106 για την εξυγίανση  επιχειρήσεων, το Δημόσιο τοποθετήθηκε αρνητικά σχεδόν σε όλες τις ρυθμίσεις, ενώ πρόσφατα δέχεται στο ίδιο νομικό πλαίσιο, μόνο πολύμηνες ρυθμίσεις των οφειλών σε βάθος χρόνου».

Ο πρόεδρος της  Grant Thornton αναφέρθηκε στα στοιχεία για το ιδιωτικό χρέος –ανέρχεται στα 233,7 δισ. ευρώ- σημειώνοντας πως τα ληξιπρόθεσμα προς  Εφορία και Ασφαλιστικά Ταμεία, είναι φουσκωμένα με απαιτήσεις που ουδέποτε θα εισπραχθούν (π.χ. οφειλές από εταιρείες που έχουν κλείσει ή χρεοκοπήσει ή προς χρεοκοπημένες κρατικές επιχειρήσεις).

Στο πλαίσιο αυτό, η ΑΑΔΕ εκτιμά επίσης ότι το πραγματικό ληξιπρόθεσμο υπόλοιπο είναι όσον αφορά τις οφειλές προς το Δημόσιο σε 83,6 δισ. ευρώ, ήτοι  24 δισ. ευρώ μικρότερο.

«Κατά τη γνώμη μου, το ενεργό και εισπράξιμο ληξιπρόθεσμο υπόλοιπο υποχρεώσεων ιδιωτών στις παραπάνω κατηγορίες είναι σημαντικά μικρότερο των  233,7  δισ. ευρώ» σημείωσε ο κ Καραμούζης και συμπλήρωσε πως:  είναι θέμα πολιτικής να τολμήσει το Δημόσιο να μελετήσει και με αξιοποίηση εξειδικευμένων συμβούλων, να διαγράψει τις μη εισπράξιμες απαιτήσεις, (το θέμα που πιθανά θα προκύψει είναι το πως αυτή η πρωτοβουλία επιδρά στο δημόσιο χρέος).

Επιπλέον, το Δημόσιο οφείλει να κάνει γενναίες ρυθμίσεις και απομειώσεις απαιτήσεων σε περιπτώσεις βιώσιμων σχεδίων εξυγίανσης, οφειλών νοικοκυριών και επιχειρήσεων, επί τη βάση του νομικού πλαισίου,  σε συνεργασία με άλλους πιστωτές επιχειρήσεων και νοικοκυριών, ιδιαίτερα αν οι απαιτήσεις δεν καλύπτονται με εμπράγματες εξασφαλίσεις ουσίας.

Για να  γίνει το χρέος βιώσιμο και εξυπηρετήσιμο , η χώρα χρειάζεται μία  μακρά περίοδο υψηλών και διατηρήσιμων ρυθμών ανάπτυξης της οικονομίας. Ρυθμό ανάπτυξης πάνω από 3% το χρόνο. Διότι έτσι θα δημιουργηθούν με ταχύτητα νέα εισοδήματα, κέρδη, αυξανόμενος τζίρος, ανατίμηση της αξίας των ενυπόθηκων εξασφαλίσεων, εξαγωγές, επενδύσεις, απασχόληση,  όπως είπε ο κ. Καραμούζης.

«Η μεγάλη πρόκληση, σημείωσε, είναι το πως η χώρα μας μετά την πανδημία θα μπορέσει να οργανώσει μία άνευ προηγουμένου επενδυτική και οικονομική άνοιξη, υψηλών ρυθμών ανάπτυξης (>3%) για την επόμενη δεκαετία, ώστε να μετριάσει τις αρνητικές επιπτώσεις της κρίσης και να μεγιστοποιήσει τα οφέλη από τις μεγάλες αλλαγές που συντελούνται διεθνώς με την ψηφιοποίηση και τη νέα τεχνολογία, τη στροφή στην πράσινη ανάπτυξη και την κυκλική οικονομία και την ανάπτυξη των νέων αγορών της Άπω Ανατολής».

Ο κ. Καραμούζης υπογράμμισε πως τα μέτρα στήριξης των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών δούλεψαν θετικά, απέτρεψαν δηλαδή μια κατάρρευση της οικονομίας.

Όμως:

-Το δημόσιο χρέος θα επιβαρυνθεί με τουλάχιστον  35 δις ευρώ, ξεπερνώντας το 210% του ΑΕΠ στο τέλος του πρώτου τριμήνου 2021. Κύρια πηγή επιβάρυνσης τα δημοσιονομικά μέτρα στήριξης επιχειρήσεων και νοικοκυριών ύψους  27 δις ευρώ και η δραματική μείωση των δημοσιονομικών εσόδων λόγω της ύφεσης.

– Ο ιδιωτικός επιχειρηματικός τομέας θα επιβαρυνθεί με επιπρόσθετες υποχρεώσεις, ύψους κατ’ εκτίμηση  16 δις ευρώ, όπου συμπεριλαμβάνονται νέα δάνεια  8 δις ευρώ, επιστρεπτέα προκαταβολή 4-5 δις  ευρώ (υποθέτω 50% διαγραφή επιστρεπτέας προκαταβολής) και 8,3 δισ ευρώ συνολικά από αναστολή πληρωμής φόρων, ασφαλιστικών εισφορών, τόκων και χρεολυσίων, σύνολο.

Την ίδια ώρα το μεγαλύτερο πλήγμα από τον covid-109 το έχουν υποστεί  το λιανεμπόριο και η εστίαση. Το λιανικό εμπόριο απασχολεί το 13,39% του συνόλου των ιδιωτών εργαζομένων, η εστίαση το 10,87% και το χονδρικό εμπόριο το 9,6%.

Συνολικά οι τρεις κλάδοι απασχολούν το 30,6% του συνόλου της απασχόλησης στον ιδιωτικό τομέα στην Ελλάδα. Ωστόσο η συντριπτική πλειονότητα των επιχειρήσεων είναι αποκλεισμένες από τον τραπεζικό δανεισμό, καθώς είναι φορτωμένες με «κόκκινα» δάνεια σε ποσοστό 50%.

Διαβάστε επίσης: 

Σταϊκούρας: Στα 234 δισ. ευρώ το ιδιωτικό χρέος στην Ελλάδα

ΑΑΔΕ: Απλήρωτοι φόροι €7,1 δισ. το 2020

Υπουργείο Οικονομικών: Όλο το πακέτο στήριξης για το ιδιωτικό χρέος