Με ιστορικά χαμηλό επιτόκιο, κάτω του 1%, και ρεκόρ προσφορών που εκτινάχθηκαν άνω των 32 δισ. ευρώ στις λίγες μόλις ώρες που έμεινε ανοικτό το βιβλίο των προσφορών, ολοκληρώθηκε η έκδοση του νέου δεκαετούς ομολόγου αναφοράς.

Σύμφωνα δε με τις τελευταίες πληροφορίες του Reuters, το ποσό που αντλεί τελικά από την έκδοση το Ελληνικό Δημόσιο αναμένεται να ανέλθει σε 3,5 δισ. ευρώ.

Το ποσό είναι ελαφρώς υψηλότερο από την κυρίαρχη αίσθηση που επικρατούσε στην αγορά για δανεισμό μέχρι 3 δισ. ευρώ. Οι υψηλές προσφορές, το χαμηλό κόστος, προφανώς και η ποιότητα των επενδυτικών προσφορών ώθησαν υψηλότερα το τελικό ποσό.

Κατά τη διάρκεια της διαδικασίας αναθεωρήθηκε πτωτικά δύο φορές το αρχικό guidance για την τιμολόγηση και σύμφωνα με την τελευταία ανακοίνωση ήταν στις 100 μονάδες βάσης συν midswap.

Όπως ανέφερε νωρίτερα σε σχετικό δημοσίευμα το Reuters, πρόκειται για τη μεγαλύτερη ζήτηση που έχει καταγραφεί για ελληνικό δεκαετές ομόλογο από το 2010, επιβεβαιώνοντας πως ενισχύεται η ελκυστικότητα των ελληνικών τίτλων στις διεθνείς αγορές, τρία χρόνια μετά την έξοδο της χώρας από τα μνημόνια.

Σε λίγη ώρα αναμένεται να δημοσιοποιηθεί και επισήμως το συνολικό ποσό που αντλεί το Δημόσιο μέσω της τρέχουσας έκδοσης, υπερβαίνοντας τις προσδοκίες της αγοράς που προέβλεπε δανεισμό της τάξης των 2,5-3 δισ. ευρώ.

Το τελικό ποσό άντλησης κρίθηκε από την ποιότητα του βιβλίου των προσφορών ως προς τη συμμετοχή των real money investors. Άλλωστε η βελτίωση και σε αυτό το επίπεδο είναι ένας από τους κεντρικούς στόχους του Δημοσίου και του ΟΔΔΗΧ ο οποίος «ανοικοδομεί» μεθοδικά τα τελευταία χρόνια την ελληνική αγορά χρέους η οποία πρακτικά αποδομήθηκε με την ένταξη της χώρας στα μνημόνια το 2010.

Η απόδοση του δεκαετούς ομολόγου στην αγορά ήταν σχεδόν στο 0,7% σήμερα ενώ τον Σεπτέμβριο του 2020 κατά την επανέκδοση του δεκαετούς η απόδοση είχε διαμορφωθεί κοντά στο 1,2%.

Η Barclays, η Citi, η Deutsche Bank, η Morgan Stanley, η Nomura και η Eurobank ήταν οι ανάδοχοι της έκδοσης.

Διαβάστε επίσης:

Το «στοίχημα» της εξόδου στις αγορές