«Όπως και σε άλλες περιπτώσεις, έτσι και στην περίπτωση της μεταρρύθμισης του συστήματος των αντικειμενικών αξιών, η προσέγγιση της αξιωματικής αντιπολίτευσης είναι αποσπασματική, παραπλανητική και αδιάφορη για τις μεγάλες αλλαγές. Και αυτό διότι στέκεται σε μία, συγκεκριμένη και επιλεκτική, διάσταση της ανάλυσης των αποτελεσμάτων της αναπροσαρμογής των αντικειμενικών αξιών, απλώς και μόνο για τη δημιουργία εντυπώσεων, αφού δεν δύναται να ορθώσει πειστική επιχειρηματολογία επί του συνόλου της μεταρρύθμισης».

Αυτό αναφέρει μεταξύ, άλλων, σε ανακοίνωσή του το υπουργείο Οικονομικών με αφορμή τη δήλωση της τομεάρχη Οικονομικών του ΣΥΡΙΖΑ Εφης Αχτσιόγλου και των αναπληρωτών τομεαρχών Κατερίνας Παπανάτσιου και Τρύφωνα Αλεξιάδη, σύμφωνα με την  οποία η αύξηση των αντικειμενικών αξιών θα επιβαρύνει σημαντικά τον ΕΝΦΙΑ σε χαμηλές και μεσαίες ιδιοκτησίες, καθώς και άλλους 20 φόρους και τέλη επί των ακινήτων.

Στην δηλώσή τους τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ υποστηρίζουν πως μέλημα της κυβέρνησης είναι η  ελάφρυνση των μεγάλων ιδιοκτησιών και των υψηλών εισοδημάτων, ενώ τίθενται κατά της κατάργησης μέρους του συμπληρωματικού ΕΝΦΙΑ καθώς υποστηρίζουν πως αυτός απευθυνόταν στις πλούσιες κατοικίες.

Στην απάντησή του  το υπουργείο Οικονομικών  κατηγορεί τον ΣΥΡΙΖΑ πως, «για να ενισχύσει τη δημιουργία αρνητικών εντυπώσεων, λόγω της αδυναμίας πειστικής επιχειρηματολογίας, επιλέγει να στρεβλώσει ακόμη και αυτά που έχουν καταστεί σαφή με κάθε τόνο, όπως ότι οι μεταβολές στις αντικειμενικές αξίες δεν θα οδηγήσουν σε αύξηση των συνολικών δημοσίων εσόδων από τον ΕΝΦΙΑ, καθώς ο νέος ΕΝΦΙΑ που δρομολογείται θα περιλαμβάνει τις απαραίτητες προσαρμογές των συντελεστών και της διάρθρωσής του στα νέα δεδομένα των αντικειμενικών αξιών.

Όπως, λοιπόν, σημειώθηκε από την πρώτη στιγμή, οι όποιες μεταβολές και οι αυξήσεις στις αντικειμενικές αξίες δεν θα μεταφραστούν αυτομάτως σε αυξήσεις του ΕΝΦΙΑ, αφού οι συντελεστές υπολογισμού του φόρου θα προσαρμοστούν στις μεταβολές των αντικειμενικών αξιών. Συνεπώς, δεν θα προκύψουν επιβαρύνσεις για τη μεσαία τάξη, δεν θα προκύψουν επιβαρύνσεις για τη μεγάλη πλειοψηφία των ιδιοκτητών ακινήτων, ακόμη και αν αυξηθούν οι αντικειμενικές αξίες. Θα επιβαρυνθούν, όμως, κατοικίες σε περιοχές της χώρας που υπο-φορολογούνταν. Και αυτός ο δημοσιονομικός χώρος θα αξιοποιηθεί πλήρως για την περαιτέρω μείωση της φορολογίας ακινήτων, ιδιαίτερα χαμηλής και μεσαίας αξίας. Όπως έγινε από την πρώτη στιγμή, όταν και μειώθηκε μεσοσταθμικά κατά 22% ο ΕΝΦΙΑ.

Είναι, φυσικά, κατανοητή η αδυναμία της αξιωματικής αντιπολίτευσης να σταθεί με ουσιαστικό τρόπο απέναντι σε μία σημαντική μεταρρύθμιση που περιλαμβάνει μεγάλες αλλαγές, δείχνοντας επιδεικτική αδιαφορία. Αλλαγές που εκείνη δεν τόλμησε, αλλά και μετέθεσε. Αλλαγές, όπως η χωρική επέκταση του αντικειμενικού συστήματος με την αύξηση των ζωνών κατά 35% για την άρση αδικιών, η διαμόρφωση αδιάβλητης και τεχνοκρατικής διαδικασίας επί των εκτιμήσεων, η ψηφιακή αναβάθμιση του συστήματος, και βέβαια, η σύγκλιση εμπορικών και αντικειμενικών αξιών των ακινήτων, που εκκρεμούσε εδώ και αρκετά χρόνια.

Η κυβέρνηση και το υπουργείο Οικονομικών προωθεί τις μεταρρυθμίσεις, υλοποιεί αλλαγές, δεν μεταθέτει εκκρεμότητες και συνεχίζει να εργάζεται, με τον σχεδιασμό του νέου ΕΝΦΙΑ και την προώθηση της δεύτερης φάσης της μεταρρύθμισης του πλαισίου των αντικειμενικών αξιών, για τη διαμόρφωση των συνθηκών, ώστε η φορολογία της ακίνητης περιουσίας να επιτυγχάνει και να διασφαλίζει τον διττό στόχο της κοινωνικής δικαιοσύνης και της οικονομικής αποτελεσματικότητας».