Ελπίδες για τη θετική έκπληξη της αναβάθμισης και της ανάκτησης της επενδυτικής βαθμίδας από την Moody’s την προσεχή Παρασκευή κυκλοφορούν στην αγορά, ενδεχόμενο στο οποίο και η JP Morgan σημείωνε τη Δευτέρα έδινε μεγάλη πιθανότητα.

Όπως σχολιάζουν αναλυτές αυτό θα ήταν το ιδανικό μεν σενάριο αλλά δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση ένα εύκολο στοίχημα καθώς για να συμβεί θα πρέπει ο οίκος να αποφασίσει να προχωρήσει σε διάστημα μικρότερο των έξι μηνών σε τριπλή (!) αναβάθμιση, αφού τον Σεπτέμβριο του 2023 είχε ήδη «δώσει» στη χώρα δύο βαθμίδες.

Αν και είναι αλήθεια πως η Moody’s είναι ο μοναδικός από τους τέσσερις μεγάλους οίκους που δεν έχει ευθυγραμμιστεί με την επενδυτική βαθμίδα  ενώ είχε «εγκλωβιστεί» για μεγάλο διάστημα σε μια πολύ χαμηλή βαθμολογία συγκριτικά με τους άλλους τρεις διεθνείς οίκους, το ενδεχόμενο να δώσει, τώρα, ένα ακόμη grade στη χώρα, το τρίτο σε διάστημα έξι μηνών , δεν θα είναι αυτό που λέμε standard procedure. Πόσο δε όταν η προοπτική της αξιολόγησης (outlook) είναι σταθερή που συνήθως σημαίνει πως πρώτα πρέπει να γίνει αυτή θετική και μετά να ακολουθήσει μια αναβάθμιση στο rating.

Υπό αυτή την έννοια αναλυτές που παρακολουθούν χρόνια την αγορά ομολόγων εκτιμούν πως αν και ευκταίο το σενάριο της ανάκτησης της επενδυτικής βαθμίδας την προσεχή Παρασκευή θα είναι μια μεγάλη έκπληξη. Εάν εν τέλει πάρει ένα ακόμη grade η χώρα την Παρασκευή που θα την οδηγήσει στην επενδυτική βαθμίδα θα είναι σίγουρα μια κίνηση που θα ξεφεύγει από τις καθιερωμένες χρονικές αποστάσεις που είθισται να μεσολαβούν μεταξύ τέτοιων κινήσεων.

Ψήφος εμπιστοσύνης

Θετική εξέλιξη ήταν πάντως η προ ημερών έκθεση του οίκου μέσω της οποίας έδωσε ψήφο εμπιστοσύνης στις ελληνικές τράπεζες προβλέποντας ισχυρές επιδόσεις στον κλάδο, στον οποίο μάλιστα δίνει και υψηλότερη αξιολόγηση από εκείνην του ελληνικού δημοσίου το οποίο έχει καθηλωμένο στο Ba1, μία βαθμίδα κάτω από την επενδυτική. Την ίδια στιγμή σε έναν πολύ μεγάλο βαθμό η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας και από την Moody’s εντός ενός διαστήματος περίπου ενός έτους από την περσινή αναβάθμιση είναι ένα κυρίαρχο σενάριο στην ελληνική αγορά. Είναι κοινό «μυστικό» πως η Moody’s κατά κάποιον τρόπο εγκλωβίστηκε, εν μέσω πανδημίας αλλά και ενεργειακής κρίσης, στην αξιολόγηση της και έμεινε πίσω χρονικά από τους άλλους οίκους που αναβάθμισαν ταχύτερα την ελληνική οικονομία και δεν δίστασαν να δώσουν ο ένας μετά τον άλλον την επενδυτική βαθμίδα στη χώρα πέρσι. Με άλλα λόγια δεν είναι εύκολα ερμηνεύσιμο πια γιατί όλοι οι άλλοι οίκοι βλέπουν πως η χώρα έχει κάθε λόγο να είναι πλέον στην επενδυτική βαθμίδα και ο μοναδικός που ακόμη διστάζει είναι η Moody’s.

Βέβαια δεν πρέπει να ξεχνούμε πως η Moody’s είναι ο μεγαλύτερος και πλέον επιδραστικός οίκος στην διεθνή επενδυτική κοινότητα και υπό αυτή την έννοια έχει την…. πολυτέλεια να διαφοροποιείται εξαντλώντας το χρόνο του προτού πάρει μια απόφαση. Ενδεικτικό πάντως του θετικού αντίκτυπου που θα έχει η απόδοση της επενδυτικής βαθμίδας και από την Moody’s είναι το ότι σύμφωνα με εκτιμήσεις στην αγορά αυτό θα μπορούσε να δημιουργήσει πρόσθετη ζήτηση της τάξης των 7 – 10 δισ. ευρώ σταδιακά από επενδυτές που καταστατικά πλέον θα μπορούν να «δούν» Ελλάδα.

Η επόμενη προγραμματισμένη αξιολόγηση από την Moody’s αναμένεται το φθινόπωρο. Αξίζει επίσης να σημειωθεί πως προ της κρίσης του 2010 ήταν η Moody’s που βαθμολογούσε τη χώρα με τη  μεγαλύτερη αξιολόγηση Α1, πέντε σκαλοπάτια πάνω από την επενδυτική. Μάλιστα ο  οίκος ήταν εκείνος που μας είχε «γκρεμίσει» με τον πιο αργό ρυθμό σε σχέση με τους άλλους που έριξαν στην ελληνική αξιολόγηση στα junk το 2010 με πιο συνοπτικές διαδικασίες.

Διαβάστε επίσης:

Aegean: Δίνει μέρισμα 0,75 ευρώ ανά μετοχή – Στα 400 εκατ. ευρώ τα EBITDA το 2023
Deutsche Bank για ΕΤΕ: «Λαμπρές» προοπτικές και αξιόπιστοι στόχοι για το 2024-2026 – 8,30 ευρώ η τιμή στόχος
Σε ποια περιοχή παγώνουν οι οικοδομικές άδειες