H αναβάθμιση από τη DBRS που φέρνει τη χώρα υψηλότερα στο σύμπαν της επενδυτικής βαθμίδας, η ολοκλήρωσης της πολιτικής μάχης στη Βουλή με την καταψήφιση της πρότασης δυσπιστίας και η ελπίδα για την επενδυτική βαθμίδα από τη Moody’s την Παρασκευή, είναι το τρίπτυχο στο οποίο η αγορά αναζητά από σήμερα καύσιμα.
H ταραχώδης προηγούμενη εβδομάδα ολοκληρώθηκε με μία σημαντική οικονομική είδηση από τη DBRS, η οποία έδωσε σήμα στους επενδυτές για μείωση του country risk στη χώρα και μια πολιτική εξέλιξη με την καταψήφιση της πρότασης δυσπιστίας και την κυβέρνηση να υπόσχεται restart. Τα δύο αυτά γεγονότα αποτιμώνται από σήμερα και στο ταμπλό, με ένα από τα βασικά ερωτήματα το εάν, παρά την ολοκλήρωση της τυπικής διαδικασίας στη Βουλή, υπάρχει δυναμική προβληματισμού στην αγορά για τον παράγοντα πολιτικό ρίσκο και σε ποιο βαθμό.

Όπως εκτιμούν αναλυτές το βασικό θέμα σε αυτή τη φάση είναι όχι το εάν η κυβέρνηση θα προσφύγει άμεσα και πρόωρα στην κάλπη αλλά κυρίως εάν η πολιτική ένταση που έχει αναπτυχθεί θα επιτρέψει την ομαλή υλοποίηση των πολιτικών που περιμένουν οι αγορές μέχρι την επόμενη κάλπη, αποφεύγοντας μια «παράλυση» στην παραγωγή μεταρρυθμίσεων.

1

Σημαντικό σε αυτή τη φάση – και σε αυτό το πλαίσιο – θα είναι και το σήμα που θα δώσει η Moody’s από την οποία η χώρα περιμένει εδώ και αρκετό καιρό την επενδυτική βαθμίδα καθώς είναι ο μόνος οίκος που δεν την έχει ακόμη δώσει. Μια διπλή αναβάθμιση από δύο οίκους μέσα σε μια εβδομάδα θα δώσει ένα ισχυρό μήνυμα προς πολλούς αποδέκτες πως οι αγορές θέλουν να μη χαθεί το μομέντουμ των μεταρρυθμίσεων και της ανάπτυξης, και δεν βλέπουν θετικά το ενδεχόμενο μιας παρατεταμένης πολιτικής αστάθειας.

Θα κάνει την έκπληξη η Moody’s

Όσον αφορά στη Moody’s, ο οίκος ήταν ο τελευταίος που είχε ρίξει τη χώρα στα «σκουπίδια» των αξιολογήσεων όταν ξέσπασε η κρίση αλλά και εκείνος που της έδινε την υψηλότερη αξιολόγηση προ 2010. Στη συνέχεια και ενώ οι αναβαθμίσεις ξεκινούσαν από τους άλλους οίκους η Moody’s συνέχισε να κωλυσιεργεί, αδικαιολόγητα, σύμφωνα με αρκετούς αναλυτές με δεδομένη και τη σημαντική βελτίωση της εικόνας της χώρας, επί πεδίου δηλαδή στις αγορές. Πλέον έχει δημιουργηθεί μια απόσταση στις αξιολογήσεις της σε σχέση με τους άλλους οίκους, ειδικά με τον έτερο μεγαλύτερο οίκο τη Standard & Poor’s που σε αντίθεση με τη Moody’s κινήθηκε λιγότερο συντηρητικά δίνοντας στη χώρα την επενδυτική βαθμίδα αλλά και νέες βελτιώσεις στη συνέχεια.

Τα κτήρια των Moody's, DBRS, S&P και Fitch Ratings, των 4 οίκων αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας
Οι 4 οίκοι αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας

Σε κάθε περίπτωση η αγωνία για τη Moody’s και οι προσδοκίες για μια αναβάθμιση θα δουλεύουν αυτή την εβδομάδα στην αγορά. Το τελευταίο διάστημα κυβερνητικοί αξιωματούχοι επιλέγουν να είναι πιο συντηρητικοί ως προς τις προσδοκίες μιας αναβάθμισης τώρα στην επικείμενη αξιολόγηση, θεωρώντας πιο ασφαλές στοίχημα κάτι τέτοιο να συμβεί προς το δεύτερο εξάμηνο ίσως με μια διπλή αναβάθμιση. Εν αναμονή όμως όλα είναι ανοικτά με τις προσδοκίες να συσσωρεύονται για μια θετική έκπληξη. Εάν τελικά η Moody’s πάρει τη μεγάλη απόφαση να κλείσει αυτή την εκκρεμότητα με τη χώρα και δώσει την επενδυτική βαθμίδα, θα μιλάμε μεν για μια προεξοφλημένη κίνηση, που θα έχει όμως το δικό της ειδικό βάρος γιατί αυτόματα θα δοθεί σήμα σε νέα και πιο αναβαθμισμένα επενδυτικά κεφάλαια να βάλουν στο ραντάρ και την Ελλάδα. Παλαιότερες εκτιμήσεις έβλεπαν πρόσθετη ζήτηση έως 8 – 10 δισ. ευρώ για ελληνικούς τίτλους αν και μέρος αυτών των ποσών εκτιμάται πως έχει ήδη κινητοποιηθεί. Είναι όμως σημαντική η απόφαση για αναβάθμιση από τη Moody’s καθώς θα συνηγορήσει υπέρ της αναβάθμιση της ελληνικής αγοράς σε καθεστώς αναπτυγμένης που είναι ο μεγάλος στόχος κατά την τρέχουσα διετία.

Στο μικροσκόπιο των αγορών και αυτή την εβδομάδα θα βρίσκονται φυσικά και οι κινήσεις της κυβέρνησης. Παίρνοντας μια χρονική απόσταση από την κορύφωση της κρίσης την προηγούμενη εβδομάδα η αγορά θα παρακολουθεί και τις πρωτοβουλίες που θα λάβει η κυβέρνηση – μεταξύ αυτών ίσως και μέσω ανασχηματισμού – αλλά και τη δυναμική τυχόν, νέων κινητοποιήσεων με μεγάλο ερώτημα εάν θα επαληθευτεί το σενάριο της σταδιακής εκτόνωσης και στροφής της προσοχής στην παραγωγή έργου σε όλα τα επίπεδα.